Τα μαλλιά της δεν ήταν μαλλιά.
Ήταν ένα σμήνος από ανήσυχα φτερά.
Κάθε πρωί, όταν έπλενε το πρόσωπό της
στο νερό του παραθύρου,
τα πουλιά άνοιγαν τα μάτια τους πρώτα από εκείνη.
Τινάζονταν,
πετούσαν λίγη σκόνη ήλιου πάνω στους ώμους της
κι ύστερα γύριζαν πάλι πίσω,
κουρνιάζοντας μέσα στις τούφες της νύχτας.
Μιλούσε σιγά,
γιατί οι λέξεις της είχαν ράμφος
και μπορούσαν να τραυματίσουν τη σιωπή.
Κι όταν γελούσε,
έσπαζαν τα σύννεφα σε μικρά, ζεστά αυγά φωτός.
Την έβλεπες να περπατά στο δρόμο
και πίσω της ν’ αφήνει ένα ρεύμα από κελαηδισμούς.
Οι άνθρωποι γύριζαν το κεφάλι,
όχι για να δουν,
αλλά για να θυμηθούν
πως κάποτε κι αυτοί είχαν μαλλιά που πετούσαν,
όταν ακόμα πίστευαν στα θαύματα.
Τη νύχτα,
άφηνε ένα - ένα τα πουλιά να φύγουν.
Τα μετρούσε όμως όπως μετρούν τα δάκρυα...
όχι για να ξέρει πόσα έφυγαν μακριά
αλλά για να θυμάται ποια την πόνεσαν πιο γλυκά.
Στο τέλος, έμεινε μόνη.
Μόνο ένα μικρό πουλί στο αυτί της,
της ψιθυρίζει: «Μην κλαις... ο ουρανός δεν έχει τέλος, και τα μαλλιά σου είναι ακόμα εκεί».
Κι έτσι,
όταν φυσάει βορράς
μπορεί να δεις να πετούν χαμηλά
μερικά μαύρα φτερά,
που ψάχνουν μια γυναίκα...
που κάποτε έγινε ουρανός.
~~ Κική Κωνσταντίνου
Το τελευταίο καιρό, έχω μια "εμμονή" με τα μαλλιά, δεν ξέρω γιατί, αλλά έχω...
Καλή συνέχεια στη μέρα σας και καλό ΣΚ, εκφραστικοί μου!
Σας φιλώ και σας στέλνω αγάπη.
Η εμμονή είναι δημιουργική γιατί βγάζει πολύ όμορφα πράγματα. Γεμάτο λυρική φαντασία και ετούτο εδώ, Κική μου. Πολύ δυνατές οι εικόνες και τα συναισθήματα. Το χάρηκα, καλή μου φίλη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην καλησπέρα μου.