Δεν της άξιζε ο κόσμος.
Όχι έτσι, κομμένος, ήσυχος,
σε καθαρές γραμμές και λογικές ώρες.
Γεννήθηκε μέσα σε δέρμα άλλης —
την έραψαν με βελόνα απ' ευπρέπεια.
Μα εκείνη,
ήξερε από νύχτα.
Από χώματα υγρά και χνότο.
Στον καθρέφτη δεν είδε ποτέ κορίτσι.
Μόνο μια ματιά που λύγισε χρόνο.
Και ήρθε.
Ο λύκος.
Όχι έξω της — μέσα της.
Ο καρπός της λήθης που άνθισε σε κυνόδοντες.
Την μύρισε όπως η φωτιά τον άνεμο.
Την πλησίασε χωρίς βήματα.
Μόνο βλέμμα.
Μόνο ένστικτο.
Και δεν τρόμαξε.
Δεν τον πάλεψε.
Τον κάθισε στα κόκκαλά της.
Τον έβαλε να πιει απ’ τη μήτρα της.
Τον αγάπησε —
γιατί ήτανε αυτή.
Κι από τότε,
δεν έγινε θήραμα.
Δεν έγινε θηρίο.
Έγινε "τραγούδι"
που ουρλιάζει στον άνεμο
και δεν ζητάει να της μοιάσεις.
Μόνο ν’ αντέξεις το άκουσμα.
Κική Κωνσταντίνου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ