Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η Τρελή Ροδιά

 


Καλημέρα και καλή εβδομάδα, εκφραστικοί μου.

Παρακολούθησα πρόσφατα τη μουσικο-χορευτική performance «Η τρελή ροδιά», βασισμένη στο ομώνυμο ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη. 

Η παράσταση, με τις εξαιρετικές Ελισάβετ Κοκορέλη και Μελισσάνθη Καραμπάτσου, δόθηκε στα πλαίσια του 9ου Bio-Mechanical festival, σε ανοιχτούς χώρους της πόλης και με ενθουσίασε με την αμεσότητα και την ένταση της, αλλά και με τον τρόπο που η τέχνη μπλέχτηκε με το φυσικό περιβάλλον — ζώα που περνούσαν, ο άνεμος που φύσαγε, και το φως που άλλαζε συνεχώς.

Αυτό που με άγγιξε βαθιά ήταν η αίσθηση ελευθερίας και ζωντάνιας που αποπνέει το έργο. Κάτι που με έκανε να ονειρευτώ: κάποια στιγμή, να γράψω  ένα παρόμοιο έργο και, μαζί με μια ομάδα δημιουργικών ανθρώπων, να το ενσαρκώσουμε στη σκηνή — όχι σε κλειστούς χώρους, αλλά σε ανοιχτά μέρη που «αναπνέουν» και ζωντανεύουν με τη φυσική ζωή γύρω τους.

Παρακάτω μοιράζομαι μαζί σας το ολόκληρο ποίημα του Ελύτη που αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης για την παράσταση: 

 

Η Τρελή Ροδιά

 

Σ’ αυτές τις κάτασπρες αυλές όπου φυσά ο νοτιάς
Σφυρίζοντας σε θολωτές καμάρες, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που σκιρτάει στο φως σκορπίζοντας το καρποφόρο γέλιο της
Με ανέμου πείσματα και ψιθυρίσματα, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που σπαρταράει με φυλλωσιές νιογέννητες τον όρθρο
Ανοίγοντας όλα τα χρώματα ψηλά με ρίγος θριάμβου;

Όταν στους κάμπους που ξυπνούν τα ολόγυμνα κορίτσια
Θερίζουνε με τα ξανθά τους χέρια τα τριφύλλια
Γυρίζοντας τα πέρατα των ύπνων τους, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που βάζει ανύποπτη μες στα χλωρά πανέρια τους τα φώτα
Που ξεχειλίζει από κελαηδισμούς τα ονόματά τους, πέστε μου
Είναι η τρελή ροδιά που μάχεται τη συννεφιά του κόσμου;

Στη μέρα που απ’ τη ζήλια της στολίζεται μ’ εφτά λογιώ φτερά
Ζώνοντας τον αιώνιον ήλιο με χιλιάδες πρίσματα
Εκτυφλωτικά, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που αρπάει μια χαίτη μ’ εκατό βιτσιές στο τρέξιμό της
Ποτέ θλιμμένη και ποτέ γκρινιάρα, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που ξεφωνίζει την καινούρια ελπίδα που ανατέλλει;

Πέστε μου, είναι η τρελή ροδιά που χαιρετάει στα μάκρη
Τινάζοντας ένα μαντίλι φύλλων από δροσερή φωτιά
Μια θάλασσα ετοιμόγενη με χίλια δυο καράβια
Με κύματα που χίλιες δυο φορές κινάν και πάνε
Σ’ αμύριστες ακρογιαλιές, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που τρίζει τ’ άρμενα ψηλά στο διάφανον αιθέρα;

Πανύψηλα με το γλαυκό τσαμπί που ανάβει κι εορτάζει
Αγέρωχο, γεμάτο κίνδυνο, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που σπάει με φως καταμεσίς του κόσμου τις κακοκαιριές του δαίμονα
Που πέρα ως πέρα την κροκάτη απλώνει τραχηλιά της μέρας
Την πολυκεντημένη από σπαρτά τραγούδια, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που βιαστικά ξεθηλυκώνει τα μεταξωτά της μέρας;

Σε μεσοφούστανα πρωταπριλιάς και σε τζιτζίκια δεκαπενταυγούστου
Πέστε μου, αυτή που παίζει, αυτή που οργίζεται, αυτή που ξελογιάζει
Τινάζοντας απ’ τη φοβέρα τα κακά μαύρα σκοτάδια της
Ξεχύνοντας στους κόρφους του ήλιου τα μεθυστικά πουλιά
Πέστε μου, αυτή που ανοίγει τα φτερά στο στήθος των πραγμάτων
Στο στήθος των βαθιών ονείρων μας, είναι η τρελή ροδιά;

 

 “Η τρελή ροδιά” είναι το τελευταίο ποίημα από τη συλλογή του Ελύτη “Η θητεία του καλοκαιριού”, που ανήκει στη γενικότερη ποιητική συλλογή “Προσανατολισμοί”, η οποία εκδόθηκε το 1940.

 

Το ποίημα αυτό είναι μια γιορτή της ζωτικότητας και της ελπίδας, μια ακατάπαυστη μάχη του φωτός που προσπαθεί να διαπεράσει τη συννεφιά και το σκοτάδι της καθημερινότητας. Κάθε στροφή του μας καλεί να αγκαλιάσουμε τη ζωή με όλη μας την ψυχή, να νιώσουμε βαθιά μέσα μας την ομορφιά που μας περιβάλλει και να βρούμε μέσα από αυτήν τη δύναμη να προχωρήσουμε παρά τις δυσκολίες.

Για μένα, η εμπειρία αυτής της παράστασης ήταν πολύ περισσότερη από ένα απλό θέαμα. Ήταν μια πηγή έμπνευσης και ένα όραμα για το δικό μου δημιουργικό μέλλον. Με ώθησε να ονειρευτώ πως, κάποια στιγμή, θα καταφέρω να φέρω στη ζωή αυτό που αγαπώ τόσο πολύ — μέσα από τη γραφή, την υποκριτική, και τη συνεργασία με μια ομάδα ανθρώπων που μοιράζονται το ίδιο πάθος και όραμα. Είναι μια πρόκληση, αλλά και μια υπόσχεση προς τον εαυτό μου να δημιουργήσω έργα που θα αγγίζουν τις ψυχές των ανθρώπων, που θα ζωντανεύουν στον χώρο και θα αναπνέουν μαζί με τη ζωή γύρω τους.

Ανυπομονώ με όλη μου την καρδιά για την ημέρα που θα μπορέσω να κάνω αυτό το όνειρο πραγματικότητα. Να γράψω, να εκφραστώ και να μοιραστώ το φως και την ελπίδα μέσα από την τέχνη, να δημιουργήσω παραστάσεις που θα ταξιδεύουν τους ανθρώπους πέρα από τα όρια της καθημερινότητας, που θα τους κάνουν να νιώσουν, να σκεφτούν, να αγαπήσουν. Αυτή είναι η δύναμη της δημιουργίας — να ενώνει, να εμπνέει και να φωτίζει.

 

Σας φιλώ και σας σκέφτομαι με αγάπη! 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Κάδος Εξομολόγησης

Στη γωνία μιας παλιάς γειτονιάς της Χαλκίδας, ανάμεσα σε δυο ξεθωριασμένα φανάρια και κάτω από μια γέρικη νεραντζιά, ζούσε ένας κάδος σκουπιδιών. Όχι από αυτούς τους καινούριους, τους πράσινους με τα ροδάκια που τρίζουν. Όχι! Αυτός ήταν παλιός, μεταλλικός, με βαθουλώματα και σημάδια από βροχές, κλωτσιές και καλοκαιρινές φωτιές. Τον έλεγαν Στέφανο. Ο Στέφανος δεν ήταν απλά ένας κάδος. Ήταν παρατηρητής. Ήξερε ποιος πετάει σκουπίδια στις δέκα το πρωί και ποιος στις τρεις τα ξημερώματα. Ήξερε ποια παιδιά κάνουν κοπάνα και κρύβουν τις τσάντες τους πίσω του, ποιος πετάει χαρτιά γεμάτα τύψεις αλλά και ποιος με ευχαρίστηση, ποιος πετάει το φαγητό του χωρίς να ενδιαφέρεται για όσους πεινούν αλλά και ποιοι φροντίζουν σε ειδική σακούλα, να κρεμάνε στο πλάι του φαγητά για τους άπορους.  Ένα βράδυ, καθώς η πόλη έβγαζε τις ρυτίδες της στο φως των δρόμων, ένας νεαρός στάθηκε μπροστά του. Κρατούσε ένα μικρό πακέτο χρώματος καφέ, το οποίο δεν έμοιαζε με σκουπίδι, αλλά ούτε και με σακούλα. Ο νεαρός ...

Οι κουρτίνες της γιαγιάς Χρυσάνθης

  Πηγή Η γιαγιά Χρυσάνθη ξύπνησε πολύ πρωί. Ο ήλιος  είχε αρχίσει να φωτίζει δειλά το σαλόνι της. Οι σκιές πάνω στα έπιπλα έλιωναν αργά και το φως χάιδευε τις λευκές κουρτίνες της, εκείνες με το κέντημα που είχε φτιάξει η ίδια, χρόνια πριν. Δεν ήταν απλές κουρτίνες. Τις είχε φτιάξει η ίδια, ώρες ατέλειωτες στα χέρια της, βελονιά τη βελονιά, τότε που είχε υπομονή και τα χέρια της δεν έτρεμαν. Τότε που οι μέρες ΄ήταν διαφορετικές. Τότε που όλα γίνονταν πιο αργά, πιο απλά, πιο ήρεμα. Χωρίς πίεση, χωρίς ρολόγια και προθεσμίες. Οι κουρτίνες της κρέμονταν σαν ανάλαφρα σύννεφα μπροστά στα παράθυρα. Ήταν σχεδόν διάφανες. Άφηναν το φως να μπει αλλά κρατούσαν για τον εαυτό τους τη σιωπή και τη λαχτάρα της. Εκεί στεκόταν κάθε τόσο, τραβούσε λίγο τη μία και μετά λίγο την άλλη, με τα λεπτά της δάχτυλα, εκείνα που πια κουράζονται γρήγορα, και κοίταζε έξω. Ο δρόμος ήταν ήσυχος. Που και που περνούσε ένα αυτοκίνητο και έσπαγε για λίγο την ησυχία. Τίποτα ακόμα. Αλλά ήξερε ότι θα έρθουν. Της ...