Κι έλουζε το ασημένιο φεγγάρι, τα σώματα των δύο νέων. Η αλμύρα, πότιζε το γυμνό κορμί και τα φύκια, γίνονταν στολίδια, στις πλεξούδες της έφηβης κοπέλας. Ακόμη και τα αφανή σύννεφα, ζήλεψαν την γλύκα και την οδύνη του έρωτα. Η θάλασσα, το δωμάτιο τους και η ξαπλώστρα, ένα καλοκαίρι γεμάτο Δύση και Ανατολή. Η αμμουδιά, ο μόνος σύμμαχος της ακόρεστης μανίας. Εκεί, γεννήθηκε ο ξεχασμένος έρωτας. Εκεί, έμεινε η σκέψη, σαν δέσμιο φυλακτό. Μέσα στα χρόνια, το όνειρο παρέμεινε όνειρο μα η στιγμή, παντοτινή αλήθεια. Το σημείο, έγινε ξέφωτο στο μυαλό και η ιστορία, ένα δωμάτιο γεμάτο σκονισμένες αναμνήσεις. Επιζητούν την βροχή, μα το καλοκαιρινό βράδυ - ετούτη τη φορά - αποκλείει την πιθανότητα να έρθει η "αντάρα". Κι αν μέλωσε η καρδιά, παγωμένη, εκοιμήθη. Χτίζει ένα δικό της σπίτι, δίχως εισβολείς και παρεκκλήσια. Η κάθαρσις, δεν έρχεται. Είναι το Αγιόκλημα που θυμίζει την αστροφεγγιά και η κόρη, πλέκει ιστορίες για να μείνει στον κόσμο εκείνο, τον ερωτικό. Μα η ζωή μας φέρνε
ΌΤΑΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΤΙΓΜΕΣ ΠΟΥ ΑΙΣΘΑΝΕΣΑΙ ΠΩΣ ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΣΟΥ ΘΑ ΕΚΡΑΓΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΟΛΛΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΑΠΛΟ ΤΟ ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ.... ΑΠΛΩΣ ΕΚΦΡΑΣΟΥ....!!!