Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Νοέμβριος, 2023

Νεώριο της Ποιητικής Χαραυγής

    Κι έλουζε το ασημένιο φεγγάρι, τα σώματα των δύο νέων. Η αλμύρα, πότιζε το γυμνό κορμί και τα φύκια, γίνονταν στολίδια, στις πλεξούδες της έφηβης κοπέλας. Ακόμη και τα αφανή σύννεφα, ζήλεψαν την γλύκα και την οδύνη του έρωτα. Η θάλασσα, το δωμάτιο τους και η ξαπλώστρα, ένα καλοκαίρι γεμάτο Δύση και Ανατολή. Η αμμουδιά, ο μόνος σύμμαχος της ακόρεστης μανίας. Εκεί, γεννήθηκε ο ξεχασμένος έρωτας. Εκεί, έμεινε η σκέψη, σαν δέσμιο φυλακτό. Μέσα στα χρόνια, το όνειρο παρέμεινε όνειρο μα η στιγμή, παντοτινή αλήθεια. Το σημείο, έγινε ξέφωτο στο μυαλό και η ιστορία, ένα δωμάτιο γεμάτο σκονισμένες αναμνήσεις. Επιζητούν την βροχή, μα το καλοκαιρινό βράδυ​ - ετούτη τη φορά - αποκλείει την πιθανότητα να έρθει η "αντάρα". Κι αν μέλωσε η καρδιά, παγωμένη, εκοιμήθη. Χτίζει ένα δικό της σπίτι, δίχως εισβολείς και παρεκκλήσια. Η κάθαρσις, δεν έρχεται. Είναι το Αγιόκλημα που θυμίζει την αστροφεγγιά και η κόρη, πλέκει ιστορίες για να μείνει στον κόσμο εκείνο, τον ερωτικό. Μα η ζωή μας φέρνε

Δίχως όνομα, δίχως σημασία. Κανείς

  Με τρομάζει η θλίψη που μοιάζει με λουλούδι. Με τρομάζει το πέταλο, που αντί να μαραίνεται, ανθίζει. Λες και όλα, ανάποδα γίνονται. Λες και η τροχιά μας οδηγεί, σε ένα αλησμόνητο πεδίο. Μέσα σε εκείνη τη στοά, υπάρχει μια ανυπεράσπιστη χαραμάδα. Εκεί, μια πλαγιά μας οδηγεί, σε έναν κόσμο αθέατο. Μέσα στην βαλίτσα μου, έχω μόνο υπομονή. Υπομονή, για ένα ακόμη αδιέξοδο. Εκείνο το βράδυ, κενό. Εκείνη την ημέρα, φλόγα. Αγέλαστη φλόγα, καυστική. Έσω, κατοικούν αμέριμνα τα χαμοπούλια. Στις μνήμες και στα όνειρα, πίστωση δεν έκανα. Ποτέ μου δε λύγισα, δεν γύρισα πίσω. Ακόμη και στα δύσκολα, στην πλήρη απελευθέρωση, υπέμεινα την κάθε παράλογη σκέψη των «μικρών» ανθρώπων. Μου έγιναν βάρος. Αφόρητο βάρος. Έγιναν πέτρες. Ελαφριές πέτρες. Πέτρες γεμάτες από μπετό και ατσάλι. Σε εκείνη την Παραμυθούπολη, την Άυλη Πολεμοχώρα, εντόπισα τον Οίκτο. Ήταν δέσμιος, σαν ένα ορειχάλκινο υφαντό. Κανένα μενταγιόν δεν ήταν σύμβολο αιχμαλωσίας. Ούτε δώρο Θεού, θαρρώ. Το παιδί στο σεντόνι δεν μαρτύρησε υποτα

Νύφη του Αοράτου

    Δεν φτάνει η νύχτα, μικρό μου. Τα πουλιά κρύφτηκαν, το φεγγάρι μάτωσε, τα νυχτολούλουδα σώπασαν και εγώ.... Εγώ, πως να σου πω ότι σ' αγαπάω; Πως να παραδεχτώ ότι η γύμνια των χειλιών σου, φωλιάζει στο σκοτάδι; Πως να σου πω ότι τα νυχτοπούλια κούρνιασαν στο δέντρο του έρωτα, γεμάτα από αγάπη; Πως να φέρω την μαγεία σε έναν κόσμο ερημωμένο; Ο έρωτας νικάει την λησμονιά; Πνίγεται η σιωπή από τα παθιασμένα φιλιά των νέων; Είναι άραγε το θλιμμένο πρόσωπό τους, η εξιλέωση; Σε κρατώ, μα σαν ατμός γίνεσαι σύννεφο. Σε πενθώ, μα σαν χάδι γεννιέσαι και έπειτα γίνεσαι βάσανο. Είναι άραγε η τιμωρία ένα ακόμη παιχνίδι του έρωτα; Νύφη του αοράτου, απόψε φανερώσουν. Τα δάχτυλά μου, γνώρισαν το κενό. ~~ Νύφη του Αοράτου - Κική Κωνσταντίνου

Η Άρπα

    Κι οι άνθρωποι, είναι λίγοι πάντα θα είναι λίγοι, στο λέει αυτό μια κοπέλα, που νόμιζε πως ήτανε (πολύ). Οι άνθρωποι, είναι μια διαστρεβλωμένη διχόνοια, είναι μία επιτομή. Οι τρόποι, ένα μικρό κομματιασμένο φεγγάρι που διψά για ζωή. Σε ένα Δοχείο, θα αιχμαλωτίσω λίγες σταγόνες βροχής, θα δημιουργήσω καινούργιο ελιξίριο και θα το κρύψω σε ένα αλώβητο σημείο υπεροχής. Εκεί, θα ποτίσω τη Γη με φόντο γαλάζιο​ και τα φυτά, θα γίνουν ξέπνοα πουλιά - που σε έναν αλησμόνητο Κρόνο - θα κατοικήσουν. Μια φορά κι έναν καιρό υπήρξε ένα φεγγάρι. Ένα μελαγχολικό και δύστροπο Φεγγάρι. Εθεάθη, σε μια τροχιά μονίμως Ανατολική. Μια φορά - πριν αιώνες θαρρώ - μου είπαν κάποιοι, πως μια λυγερή, χάραζε με την άρπα της, τραγούδια του Λιβυκού Πελάγους στην αγκαλιά του, μα δεν τους πίστεψα. Αποκλείεται αυτό το φεγγάρι να δανείζει την άρπα του. Τρίαινα είναι και μάλιστα μαχητική. Ώσπου μια μέρα, εγώ εγώ, νυκτόβιος σύμμαχος και οδηγός, άκουσα την άρπα. Τα χτένια. Την τρίαινα, τη θελκτική. Σαν να χαρά

Αυθαίρετη Αγάπη

    Εγώ σ' αγαπάω αυθαίρετα, τι δεν καταλαβαίνεις; Οι άνθρωποι, αυστηροί κριτές κάθε αγνού συναισθήματος. Οι άνθρωποι (συνεργοί κ σύμμαχοι) σε κάθε "λάθος" μέλλον, σε κάθε άσχημη ανάμνηση, σε κάθε τέλος που δοκιμάζεται "αθεράπευτα" από την κάθε ατέρμονη στιγμή. Μέσα στα μάτια σου λιάζονται οι φόβοι μου. - Αντέχω Πίνω από το στόμα σου την ελπίδα που χάσαμε. - Αντέχω Στην αγκαλιά σου αφήνω τη ζωή μου - Αντέχω Μόνο μη μου πεις πως οι ήρωες που δημιούργησες στο χαρτί για εμάς, μας αρνήθηκαν. - Δεν το αντέχω. Μη τσαλακώνεις τα χαρτιά του μέλλοντος. Μη πετάς στα σκουπίδια το ελιξίριο της αγάπης. Μη κρύβεις τα όνειρά μου πίσω από τις χαμένες αυταπάτες σου. Δεν είμαι εγώ ο εχθρός σου Δεν είμαι εγώ το ταίρι σου Δεν είμαι εγώ το εξιλαστήριο θύμα σου Μη ρωτάς ποιος είμαι Ποια είμαι Τι είμαι Που πάω, τι θέλω, τι ζητάω, δεν έχει σημασία. Γράψε τους ρόλους μας και άσε με , με τη μαγεία να σε αιχμαλωτίσω. Μη φοβάσαι, εγώ σ' αγαπάω και σαν αυθαίρετη αγάπη σου ανήκω αιώ

Ο Μικρός Στρατιώτης

    Έλα, μικρέ στρατιώτη, έλα. Εδώ κατοικούν τα παιδιά. Εδώ υπάρχει Ειρήνη. Εδώ κόσμος είναι ένα φυλαχτό από χρυσάφι. Έλα, μικρέ στρατιώτη, έλα. Εδώ μοιράζουν φαγητό οι γυναίκες. Εδώ θα σου πλύνουν τα ματωμένα ρούχα, οι γηραιότερες. Εδώ θα σου πλέξουν στεφάνι από λεμονανθούς, τα κορίτσια. Έλα, μικρέ στρατιώτη, έλα. Εδώ κερνάνε κρασί οι άντρες. Οι γηραιότεροι θα σου μάθουν να βρίσκεις τον προσανατολισμό σου, μέσα από τα αστέρια. Τα αγόρια θα σου μιλήσουν για τον αθώο ερωτά τους, για την όμορφη κόρη της Ανατολής. Θα σου ζητήσουν συμβουλές, για να κατακτήσουν την καρδιά της. Έλα, μικρέ στρατιώτη, έλα. Εδώ μοσχοβολάν τα λουλούδια. Τα ζώα μας αγαπούν, μας προσφέρουν. Τα φυτά χορεύουν γύρω μας. Ως άλλοι γνήσιοι νησιώτες, μας μαθαίνουν πεντοζάλη. ....... ....... Φύγε, μικρέ στρατιώτη, φύγε. Μυρίζει πόλεμο η αναπνοή σου. Βγάζει κακία η λαλιά σου Μυρίζει θάνατο, μπαρούτι, η παλάμη σου. Νιώθω πως είναι σκληρή η καρδιά σου. Φύγε, μικρέ στρατιώτη, φύγε. Δεν έμεινε τίποτα εδώ. Μυρίζει θάνατος κα