Εχθές το βράδυ επέτρεψα στον εαυτό μου να κάνει ένα μακρινό ταξίδι. Ένα ταξίδι στο παρελθόν, στην στιγμή της μέρας, της νύχτας, της γέννησής μου. Ήμουνα στη θερμοκοιτίδα λέει και γελούσα. Κάποιες γλυκές νοσοκόμες με πείραζαν λέει, μου χάιδευαν απαλά τα μάγουλα κι εγώ γελούσα. Ακούς εκεί! Μωρό παιδί και γελούσα, λέει!
" Φοβάμαι. Στο είπα και πριν, φοβάμαι. Εσύ φοβάσαι; Ή ξέχασες πως ο φόβος υπάρχει για να ζει κι αυτός ανάμεσά μας; Για να μας προστατεύει μόνο και όχι να μας κρατάει δέσμιους του εαυτού μας. Να σου πω κάτι; Κρατάς μυστικό; Κουνάς το κεφάλι καταφατικά ή είναι ιδέα μου; Να τολμήσω να σιωπήσω; ή Να σου αδειάσω το χώρο μιλώντας; Τι να κάνω; Τι θέλεις; Να διαλέξω εγώ για σένα; Σε ρωτάω, όπως κατάλαβες, για να έχω τη δυνατότητα να απαντήσω. Εχθές το βράδυ επέτρεψα στον εαυτό μου να κάνει ένα μακρινό ταξίδι. Ένα ταξίδι στο παρελθόν, στην στιγμή της μέρας, της νύχτας, της γέννησής μου. Ήμουνα στη θερμοκοιτίδα λέει και γελούσα. Κάποιες γλυκές νοσοκόμες με πείραζαν λέει, μου χάιδευαν απαλά τα μάγουλα κι εγώ γελούσα. Ακούς εκεί! Μωρό παιδί και γελούσα, λέει! Και τώρα γελάω. Γίνομαι πάλι παιδί και γελάω. Μ’ αρέσει αυτό το γέλιο. Μ’ αρέσει που η άκρη του ματιού συναντιέται με το πάνω μέρους του μάγουλου. Δημιουργεί όλο αυτό μια τσαχπινιά που ολότελα με ε