Εκφραστικοί μου, καλημέρα και καλή εβδομάδα να έχουμε.
Ελπίζω να σας βρίσκω καλά.
Ήθελα να μοιραστώ μαζί σας κάτι - που ίσως να σας φανεί και άσχετο - αλλά πρώτον, μου αρέσουν αυτά τα θέματα γενικότερα και δεύτερον, επειδή γράφω ένα διήγημα που ήθελα να το συσχετίσω με αυτό το επάγγελμα, έπρεπε πρώτα να βρω πληροφορίες και να διαβάσω, ώστε να καταλάβω πως λειτουργούσε όλο αυτό, γιατί δεν γνώριζα περισσότερα από όσα έχει τύχει να ακούσω ή να δω σε κάποια ελληνική ταινία.
Μου σκάλωσε που λέτε στο μυαλό, να γράψω διηγήματα βασισμένα επάνω σε περίεργα επαγγέλματα με σκοπό στο μέλλον να τους δώσω και έντυπη μορφή (σε αυτό το σημείο η βοήθειά σας θα ήταν πολύτιμη - με προτάσεις επαγγελμάτων) οπότε η πρώτη μου σκέψη και σαν ιστορία αλλά και σαν στόχος του να ξεκινήσω, είναι "ο παπατζής"¨και σαν επάγγελμα και σαν μορφή αλλά και χρονικά σαν τοποθέτηση.
Έψαξα που λέτε, βρήκα πηγές και έμαθα το πως στηνόταν το όλο σκηνικό. Σε περίπτωση που σας αρέσουν κι εσάς αυτά τα θέματα αλλά ακόμη καλύτερα, σε περίπτωση που έχετε να μοιραστείτε μαζί μου - κάποια προσωπική ιστορία - που να συσχετίζεται με το θέμα, θα ήταν χαρά μου να την μάθω.
Ελάτε λοιπόν να ταξιδέψουμε σε εκείνες τις εποχές.
* Νιώθω πως μικρή σε τοπική εμποροπανήγυρη, έχω ζήσει ανάλογο σκηνικό αλλά δεν είμαι και σίγουρη αν το είδα μπροστά μου ή μακριά μου ή αν το φαντάστηκα ακόμα. Δεν ξέρω, όπως και να 'χει, μ΄αρέσουν αυτά.
" Παλαιότερα τους συναντούσες συχνότερα σε κάποιον από τους κεντρικούς
δρόμους της Αθήνας και όχι μόνο. Για την ακρίβεια πρώτα δεν συναντούσες
αυτούς. Συναντούσες κάτι περίεργους τύπους που στέκονταν σε κάποια γωνία
και δήθεν σφύριζαν αδιάφορα.
Καταλάβαινες πως δεν βρίσκονταν εκεί τυχαία από το «καχύποπτο» και
διαρκώς ερευνητικό βλέμμα τους. Κάτι έψαχναν. Κάτι περίμεναν. Πάντως
ήταν διαρκώς σε εγρήγορση και αυτό σε έβαζε σε σκέψεις.
Μετά έβλεπες ένα μπουλούκι ανθρώπων, γύρω- γύρω από… κάτι. Και αν δεν
το έβλεπες, εσύ υπήρχε πάντα ο άνθρωπος που θα σου το έδειχνε. «Πω, πω,
ρε τον έχουν μαδήσει τον άνθρωπο. Όλα τα λεφτά του έχουν πάρει. Το
παίζει και επαγγελματίας», έλεγε φωναχτά, περνώντας δήθεν τυχαία από
δίπλα σου.
Πλησίαζες και προσπαθούσες να δεις τι κοιτάνε τόσο συνωμοτικά όλοι
αυτοί οι άνθρωποι. Και τότε σου ερχόταν παρέα. «Μεγάλε, εδώ γίνεται καλό
παιχνίδι. Είσαι»;
Τι να «είμαι»; Τι γίνεται εδώ, ρε παιδιά; Μέχρι να ανοίξει λίγο ο
χώρος και να δεις πως ένας κύριος έχει στα χέρια του τρία χαρτιά
τράπουλας και κάνει διάφορα ταχυδακτυλουργικά. Τη μια ανακατεύει τα
χαρτιά αργά. Την άλλη πιο γρήγορα. Την τρίτη προσπαθεί να αποσπάσει το
βλέμμα του «παίχτη» και να τον κάνει να χάσει την αυτοσυγκέντρωσή του.
Και όσο προσπαθείς να καταλάβεις τι γίνεται και κυρίως τι προσπαθεί
να κάνει αυτός ο τύπος, έχεις και τον άλλο να σου ψιθυρίζει στ’ αυτιά:
«μπες ρε! Εύκολα λεφτά. Θα τα πάρεις. Αφού ξέρεις. Είδες που είναι ο
παπάς. Πάρ’ τα μωρέ»!
Και κάπου εκεί αρχίζουν να ξεκαθαρίζουν τα πράγματα. Ο πρώτος κύριος
με το περίεργο βλέμμα είναι ο τσιλιαδόρος. Είναι αυτός που περίμενε στη
γωνία και σήμαινε συναγερμό όταν εμφανιζόταν στο πεδίο του ο
«πολιτσμάνος».
Ο δεύτερος κύριος που περνούσε από δίπλα σου, δήθεν τυχαία, ήταν ο
κράχτης. Ήταν αυτός που σου άναβε την περιέργεια, ώστε να πλησιάζεις
ακόμα πιο κοντά στην παγίδα που είχε στηθεί πάνω σε ένα χαρτόκουτο.
Ο τρίτος κύριος που σου έπιανε την κουβέντα, ήταν ο αβανταδόρος που
σου «πιπίλαγε» το μυαλό να βάλεις τα λεφτά σου σε ένα παιχνίδι στημένο.
Ο τέταρτος και τελευταίος κύριος, δεν χρειάζεται ιδιαίτερες
συστάσεις. Είναι ο «εδώ παπάς, εκεί παπάς, που είναι ο παπάς»; Κι αν στο
τέλος δεν μπορούσες να βρεις τον παπά, δεν πρέπει να έχεις παράπονο.
Είχες βρει τον παπατζή.
Όλοι οι παραπάνω κύριοι, αποτελούσαν την πρώιμη μορφή μιας μίνι
οργάνωσης απατεωνίσκων που είχαν σαν μοναδικό σκοπό να ελαφρύνουν το
πορτοφόλι σου από το περιττό βάρος που του έδιναν τα χαρτονομίσματα.
Τσιλιαδόροι, κράχτες, αβανταδόροι και παπατζήδες, έστηναν το κόλπο τους
πάνω σε ένα χαρτόκουτο.
Το μόνο που χρειάζονταν ήταν τρία τραπουλόχαρτα (ιδανικά το ένα θα
έπρεπε να ήταν ρήγας, αλλά και ο κόκκινος άσσος δεν ήταν κακός) και ένα
θύμα. Ένα «ψάρι» το οποίο θα τσιμπούσε στο δόλωμα και θα θεωρούσε πως
μπορεί να κερδίσει εύκολο χρήμα.
Επειδή εύκολο χρήμα δεν υπάρχει, ωστόσο, σύντομα θα βρισκόταν με
κάμποσα χρήματα λιγότερα. Όλοι αυτοί οι κύριοι, άλλωστε, δεν
μαζευόντουσαν εκεί για να χάσουν. Εσύ θα έχανες. Απλά σε έκαναν να
νομίζεις πως μπορείς να κερδίσεις. Και αυτό ήταν το πρώτο τους κόλπο.
Ο παπατζής ανακάτευε τα χαρτιά με τέτοιο τρόπο ώστε η μοναδική
περίπτωση να μη δεις που είναι ο παπάς, ήταν να είσαι τυφλός. Ένας από
τους αβανταδόρους, έβαζε πάνω από το χαρτί που θεωρούσε πως είναι ο
παπάς, ένα χαρτονόμισμα. Πήγαιναν κι έρχονταν παλιά τα πεντοχίλιαρα. Ο
παπατζής το γυρνούσε και «να πληρωθεί ο κύριος». Ξαναέπαιζε ο
αβανταδόρος και ξανακέρδιζε. Και όλο και σε έψηνε ο άλλος αβανταδόρος να
«μπεις». Και το σκεφτόσουν εσύ. Και έμπαινες. Και κέρδιζες. Και
γλυκαινόσουν. Μέχρι που κάποια στιγμή έχανες και ήθελες να ρεφάρεις. Και
όσο περισσότερο έπαιζες, τόσο περισσότερο έχανες και στο τέλος έφευγες
από εκεί «μαδημένος».
Κόλπα για να σου τα πάρουν, υπάρχουν πολλά. Ίσως πάρα πολλά. Κανένα
από αυτά, ωστόσο, δεν κρύβει από πίσω του κάποιο… δράκο. Όλα είναι
εξαιρετικά απλά και έχουν να κάνουν με την ταχυδακτυλουργία, την
ψυχολογία και την διάσπαση της προσοχής του υποψήφιου θύματος.
Από τα γνωστότερα κόλπα είναι το τσάκισμα της άκρης του χαρτιού αλλά
το σημαντικότερο είναι το λεγόμενο «μεξικάνικο γύρισμα» το οποίο είναι
επί της ουσίας είναι ένα ταχυδακτυλουργικό μέσω του οποίου ο παπατζής με
μία γρήγορη κίνηση έχει τη δυνατότητα ακόμα και μετά την επιλογή του
χαρτιού από το θύμα να τα αλλάξει και να βάλει στη θέση του ένα άλλο.
Και επειδή το συγκεκριμένο κόλπο είναι «άχαστο» αν για κάποιο λόγο
κάποια στιγμή αποφασίσετε να παίξετε, ζητήστε να γυρίσετε εσείς τα
χαρτιά. Ο παπατζής θα καταλάβει ότι το θύμα ναι μεν τσίμπησε αλλά δεν
αστειεύεται, οπότε και θα βάλει το plan b σε εφαρμογή, το οποίο δεν
είναι άλλο από το να κλωτσήσει δήθεν νευριασμένος το χαρτόκουτο, το
στοίχημα να χαλάσει, να τα μαζέψει και να φύγει.
Ο παπατζής είναι ένα «άθλημα» που άνθισε στους κεντρικούς δρόμους της
Αθήνας τις δεκαετίες του 60 και το 70. Υπήρχε και μετά και συνεχίζει να
υπάρχει και σήμερα αλλά πλέον πολύ σπάνια θα συναντήσεις έναν παπατζή.
Ποιος τσιλιαδόρος άλλωστε μπορεί να νικήσει σε γρηγοράδα τις μηχανές της
αστυνομίας; Εδώ πλέον δεν έχουμε με κάποιον «πολιτσμάνο». Επιπλέον, ο
κόσμος σταμάτησε να «τσιμπάει» και αυτό ήταν ένα βαρύ πλήγμα στη
βιομηχανία του παπά.
Τα πρώτα χρόνια, ωστόσο, γινόταν κυριολεκτικά χαμός. Συνωστισμός για
το ποιος θα πρωτοπαίξει. Κατά δεκάδες έσπευδαν τα θύματα για να τα
μαδήσουν. Και κάπως έτσι είχε δημιουργηθεί και η ανάγκη για το καλό
πόστο.
Άλλο να χωθείς μέσα σε κάποιο στενό και να μη σε βλέπει κανείς και
άλλο να στήσεις σε κάποιον κεντρικό δρόμο που είναι πέρασμα. Στα παλιά
χρόνια ένα από τα καλύτερα πόστα ήταν η οδός Κωνσταντίνου, κοντά στην
πλατεία Καραΐσκάκη, διότι εκεί κοντά ήταν ο σταθμός Λαρίσης και άρα είχε
πολλούς επαρχιώτες που ερχόντουσαν στην πρωτεύουσα με το πορτοφόλι
γεμάτο. Επίσης καλά σημεία θεωρούνταν η πλατεία Κουμουνδούρου, η Αθηνάς,
η πλατεία Κάνιγγος, η Ομόνοια, η Μενάνδρου, η Πειραιώς, η Κλεισθένους, η
Ζήνωνος και η περιοχή του δημαρχείου.
Ήταν οι εποχές δόξας για τους παπατζήδες που μέχρι και στίχοι σε
τραγούδια έγιναν. Η συμμετοχή ήταν τόσο μεγάλη που οι παπατζήδες έστηναν
παντού. Και ήταν τόσοι πολλοί που άρχισαν να μοιράζουν τα πόστα, ώστε,
να μην «πέφτουν» ο ένας πάνω στον άλλο. Όταν, όμως, γινόταν αυτό, το
λόγο είχαν οι σουγιάδες. Πολλές φορές χύθηκε αίμα για το καλύτερο πόστο.
Πολλά τα θύματα. Η γνωστότερη από τις ιστορίες, ωστόσο, είναι αυτή με
τον διαβόητο Σαλονικιό ο οποίος μαχαίρωσε και σκότωσε έναν παπατζή όταν
διαπίστωσε πως του είχε «φάει» το πόστο.
Τώρα, πλέον, η κατάσταση είναι διαφορετική. Όπως ειπώθηκε και
νωρίτερα κάτι το γεγονός ότι η αστυνομία έχει γίνει πιο… γρήγορη, κάτι
πως ο κόσμος δύσκολα τσιμπάει πλέον, οι παπατζήδες έχουν σχεδόν
εξαφανιστεί. Λίγοι ακόμα επιμένουν να εμφανίζονται ανά άτακτα χρονικά
διαστήματα (κυρίως σε τουριστικά σημεία της πόλης) και να προσπαθούν να
βγάλουν «μεροκάματο».
Είτε στην παλιά Αθήνα, πάντως, είτε στη σύγχρονη, τελικά ένα είναι
σίγουρο. Ο μόνος τρόπος για να κερδίσεις τον παπατζή είναι να… μην
παίξεις μαζί του.
Ξέρει κανείς γιατί ονομάστηκε "παπάς" το συγκεκριμένο παιχνίδι;
Γιατί αυτό δεν το κατάλαβα.....
Ο ταχυδακτυλουργός
παπατζής ανακατεύει και απλώνει αριστοτεχνικά στο χαρτόκουτο, τα τρία
κυρτωμένα φύλλα της τράπουλας.
Οι προσφορές αρχίζουν. «Όποιος το είδε, ποντάρει και τα παίρνει. Πολλά
βάζετε, πολλά παίρνετε», λέει ο ντήλερ του πεζοδρομίου....
Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou.gr/edo-o-papas-eki-o-papas-pia-itan-ta-kolpa-ton-papatzidon-ke-ti-rolo-ichan-i-tsiliadori-i-krachtes-ke-i-avantadori-ta-stekia-tis-athinas-ke-ta-macheromata-gia-to-kalitero-posto/
Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou.gr/edo-o-papas-eki-o-papas-pia-itan-ta-kolpa-ton-papatzidon-ke-ti-rolo-ichan-i-tsiliadori-i-krachtes-ke-i-avantadori-ta-stekia-tis-athinas-ke-ta-macheromata-gia-to-kalitero-posto/
«Λευκό, λευκό,
παπάς μαύρος. Που πήγε τώρα; Αγοράζω, παίρνω». «Εδώ παπάς, εκεί παπάς,
που’ ναι ο παπάς ;».
Ο ταχυδακτυλουργός παπατζής ανακατεύει και απλώνει αριστοτεχνικά στο
χαρτόκουτο, τα τρία κυρτωμένα φύλλα της τράπουλας.
Οι προσφορές αρχίζουν. «Όποιος το είδε, ποντάρει και τα παίρνει. Πολλά
βάζετε, πολλά παίρνετε», λέει ο ντήλερ του πεζοδρομίου.
Ο «παπάς» είναι ίσως το πιο γνωστό τζογαδόρικο «παιχνίδι», που παίζεται
στους ελληνικούς δρόμους, για πάρα πολλές δεκαετίες.
Η μέθοδος και το στήσιμο του «παπά», είναι πλέον κλασσικά και έχουν
αποτυπωθεί με μεγάλη επιτυχία, στη μικρή και στη μεγάλη οθόνη, ειδικά
στην ταινία «Η χαρτοπαίχτρα» με την Ρένα Βλαχοπούλου. Η σκηνή μέσα στο
κρατητήριο με την καθωσπρέπει χαρτοπαίχτρα να πείθεται από τους μάγκες
του υπόκοσμου να παίξει τον «παπά» είναι πλέον κλασική.
Προπολεμικά ήταν λίγοι γραφικοί τύποι και μικροαπατεώνες, που καμιά φορά
έφταναν στα άκρα.
Μεταπολεμικά όμως πολλαπλασιάστηκαν και αποτέλεσαν τη «μικρή μαφία» των
μεγάλων πόλεων.
Οι τσιλιαδόροι, οι κράχτες και οι αβανταδόροι papatzis 2
Το «επάγγελμα» του παπατζή είναι σχετικά εύκολο.
Απαιτούνται μόνο τρία τραπουλόχαρτα, καλοί συνεργάτες που ξέρουν το ρόλο
τους, «μαγικά» χέρια από τον παίκτη, απλές τεχνικές παραπλάνησης και
μια…κούτα.
Το υπαίθριο μαγαζάκι είναι πλέον έτοιμο.
«Παιδιά καθαρές δουλειές, εδώ δεν κλέβουμε, όριστε, να ο παπάς, τώρα
εδώ, τώρα εκεί, τώρα που είναι; βάλτε να πάνε», λέει ο παπατζής,
δανειζόμενος ατάκες από τα ζάρια ή οποιοδήποτε άλλο παράνομο τυχερό
παιχνίδι.
Η διαδικασία του «παπά» είναι απλή.
Μόλις στηθεί η χαρτόκουτα που αναποδογυρισμένη χρησιμεύει για τραπέζι,
οι κράχτες πιάνουν πόστα περιμετρικά της.
«Αδερφέ, εδώ δίπλα γίνεται παιχνίδι, ρίχνουν τον παπά», λένε σε
περαστικούς προσπαθώντας να «ψαρέψουν» κορόιδα.
Παλιά το αγαπημένο τους είδος ήταν οι ανυποψίαστοι άνθρωποι που έφταναν
στην Αθήνα από το χωριό.
Στις γωνίες αλλά και κοντά στον παπατζή είναι «στημένοι» οι τσιλιαδόροι.
Μόλις δουν αστυνομικούς, περιπολικά ή «μυριστούν» ασφαλίτες, τότε
«πέφτει σύρμα».
Όταν τα υποψήφια θύματα πλησιάσουν την κούτα και αρχίζουν να παρατηρούν
τα χέρια του παπατζή, τότε οι απατεώνες του «φυτεύουν» μέσα του την
ελπίδα για εύκολο κέρδος.
12633252_10205172365980591_413763283_oΟ παπατζής ρίχνει και ξαναρίχνει
τα τρία φύλλα, λέγοντας το γνωστό ποίημα.
Μέσα σε λίγα λεπτά που κοντοστέκεται το θύμα για να δει τι γίνεται και
να εκτιμήσει την κατάσταση, κοιτάζει συνεχώς τα χέρια του παίκτη.
Είναι σχεδόν βέβαιος ότι γνωρίζει με ακρίβεια κάθε φορά, τη θέση που
βρίσκεται ο παπάς, δηλαδή συνήθως ο Ρήγας της τράπουλας.
Για να τον «βοηθήσουν» οι παπατζήδες να ποντάρει, πιάνει δουλειά ο
πρώτος αβανταδόρος.
«Στη μέση είναι, στη μέση. Ε, ρε να μην έχω ένα πενηντάρικο να του τα
πάρω».
Ο παπατζής προσποιείται ότι τον πήραν χαμπάρι.
«Σε παρακαλώ ρε φίλε, αν θες παίξε να διπλασιάσεις. Μην λες που είναι τα
χαρτιά».
Στην επόμενη παρτίδα το θύμα παρακολουθεί και πάλι, σίγουρος πλέον ότι
έχει καταλάβει που είναι ο παπάς.
Ξαφνικά, ένας άλλος αβανταδόρος ποντάρει εκεί που το θύμα «βλέπει» τον
Ρήγα και κερδίζει.
Η συναλλαγή γίνεται άμεσα και χωρίς προβλήματα.
Η διαδικασία με τους αβανταδόρους επαναλαμβάνεται, μέχρι κάποιος να
«τσιμπήσει».
Το κορόιδο έχει πλέον ετοιμαστεί ψυχολογικά.
Ο παπατζής συχνά στην αρχή τον γλυκαίνει, αφήνοντάς τον να κερδίσει.
Ξαφνικά όμως, αλλάζει παίξιμο.
«Υπάρχουν τουλάχιστον τρεις τρόποι για τις τρεις θέσεις που μπορεί
να ρίξει τον παπά και είναι πανομοιότυποι. Αν κατά τύχη το θύμα επιλέξει
το σωστό χαρτί, ο παπατζής μπορεί με ταχυδακτυλουργικό τρόπο να αλλάξει
τη θέση του Ρήγα, ακόμη και μετά από το ποντάρισμα», λένε όσοι
γνωρίζουν πως παίζεται το παιχνίδι.
Το κόλπο με το τσάκισμα
vaseis_eisagogis_sta_aei_17
Εκτός από μια καλοστημένη απάτη, ο παπάς θεωρούνταν από τις αρχές του
νόμου τεχνικό παιχνίδι. Δηλαδή κάποιος που γνωρίζει τον τρόπο, μπορεί
και γυρίζει υπέρ του τις πιθανότητες για να κερδίσει.
Πριν το θύμα απογοητευτεί πλήρως και φύγει, οι παπατζήδες πρέπει να τον
κρατήσουν για να το «μαδήσουν» κι άλλο.
Μετά από μια παρτίδα, κάποιος από τους θεατές, δηλαδή ένας αβανταδόρος,
παίρνει τον παπά στα χέρια του και θεατρικά κάνει ότι δαγκώνει ή
τσακίζει το φύλλο στην άκρη του.
«Τι κάνεις ρε φίλε, θα μας χαλάσεις την επιχείρηση», του λέει δήθεν
αγανακτισμένος ο παπατζής.
Όσο γίνεται ο διάλογος, όλοι βλέπουν το σημαδεμένο Ρήγα πάνω στην κούτα.
Είναι βέβαιοι ότι στην επόμενη «γύρα», θα τον βρουν με άνεση.
Ο παπατζής ξαναστρώνει τα χαρτιά, αλλά κάνοντας τα μαγικά του, έχει
ξαναϊσιώσει το τραπουλόχαρτο.
Όταν πέσουν τα πονταρίσματα, όλοι χάνουν.
Το ταμείο
Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, πίσω από τον παπατζή περνάει κάποιος,
που παίρνει με τρόπο τα κέρδη.
Η «πάσα» των χρημάτων είναι επιβεβλημένη καθώς ανά πάσα στιγμή μπορεί να
εμφανιστούν αστυνομικοί και να συλλάβουν τον παπατζή.
Καλό θα ήταν λοιπόν να μην έχει επάνω του, τους «κόπους» της ημέρας.
Στον παπά ωστόσο, είναι σχεδόν αδύνατο να κερδίσει κάποιος.
Όταν το θύμα ποντάρει σωστά, πάντα εμφανίζεται ένας αβανταδόρος που
ποντάρει περισσότερα λεφτά σε άλλο φύλλο.
«Παιδιά, το μεγαλύτερο ποντάρισμα μετράει», λέει ο παπατζής και έτσι το
θύμα δεν πληρώνεται.
Αν τυχόν κάποιος καταφέρει να πάρει λεφτά, κανείς δεν του εγγυάται ότι
λίγο παρακάτω δεν θα πέσει «τυχαία» θύμα ληστείας και ξυλοδαρμού.
Τα στέκια των ‘70’ς και 80’ς
Το κυνήγι των παπατζήδων ανήκε για δεκαετίες, στην αρμοδιότητα του
Τμήματος Ηθών και Λεσχών της Γενικής Ασφάλειας.
Τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, περισσότεροι από 1000 παπατζήδες,
έστηναν τα μαγαζάκια τους, σε μερικά από τα πιο πολυσύχναστα σημεία της
Αθήνας.
Ο λόγος ήταν απλός. Στατιστικά, από κει θα περνούσαν και περισσότερα
κορόιδα.
Οι καλύτερες μέρες για δουλειά ήταν εκτός τις γιορτές, οι Παρασκευές που
συνήθως πληρώνονταν πολλοί και η πρώτη του μηνός.
Τότε η Αθήνα γέμιζε με αρτίστες του είδους.
Προνομιακό σημείο ήταν για χρόνια, η οδός Κωνσταντίνου, κοντά στην
πλατεία Καραΐσκάκη.
Προσπαθούσαν να «ξαφρίσουν» ανύποπτους επαρχιώτες που έφταναν στο σταθμό
Λαρίσης με το τρένο, έχοντας μαζί τους κομπόδεμα.
papz5Γνωστά σημεία ήταν επίσης η πλατεία Κουμουνδούρου, η Αθηνάς, η
πλατεία Κάνιγγος, η Ομόνοια, η Μενάνδρου, η Πειραιώς, η Κλεισθένους, η
Ζήνωνος και η περιοχή του δημαρχείου με τα γύρω στενά της. Οι παπατζήδες
είχαν χωρίσει μεταξύ τους τις περιοχές δράσης τους, ώστε να μην
μπλέκεται ο ένας στις δουλειές του άλλου.
Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι χαρτοκλέφτες τραβούσαν ακόμη και μαχαίρια
μεταξύ τους, για τη διεκδίκηση ενός καλού πόστου.
Το 1933, ο αρχηγός μιας συμμορίας του είδους, έπεφτε νεκρός από μαχαίρι
που του έμπηξε στην καρδιά, αρχηγός αντίπαλης ομάδας απατεώνων.
Το 1976 ο γνωστός ποινικός κακοποιός με το ψευδώνυμο «Σαλονικιός»,
μαχαίρωσε και σκότωσε στο κέντρο της πόλης άλλον παπατζή που του είχε
πάρει τη θέση.
Όταν ο κλοιός έσφιξε, ο Σαλονικιός παραδόθηκε μόνος του και ομολόγησε το
έγκλημά του.
Τώρα πια οι καιροί άλλαξαν και δύσκολα «τσιμπάει» ο κόσμος.
Έτσι οι παπατζήδες έχουν στραφεί σε τουριστικά σημεία της Αθήνας.
Οι ξένοι επισκέπτες βρίσκουν πολύ «χαριτωμένο» αυτό που συμβαίνει
μπροστά στα μάτια τους.
Τότε θεωρούν ότι είναι ένας πολύ καλός τρόπος για να βγάλουν έξτρα
χρήματα και να πάρουν τα χρήματα από τη τσέπη του παίκτη.
Όταν όμως η μηχανή της απάτης πάρει μπρος, φεύγουν από τον παπατζή
κυριολεκτικά άφραγκοι....
Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou.gr/edo-o-papas-eki-o-papas-pia-itan-ta-kolpa-ton-papatzidon-ke-ti-rolo-ichan-i-tsiliadori-i-krachtes-ke-i-avantadori-ta-stekia-tis-athinas-ke-ta-macheromata-gia-to-kalitero-posto/
Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou.gr/edo-o-papas-eki-o-papas-pia-itan-ta-kolpa-ton-papatzidon-ke-ti-rolo-ichan-i-tsiliadori-i-krachtes-ke-i-avantadori-ta-stekia-tis-athinas-ke-ta-macheromata-gia-to-kalitero-posto/
«Λευκό, λευκό,
παπάς μαύρος. Που πήγε τώρα; Αγοράζω, παίρνω». «Εδώ παπάς, εκεί παπάς,
που’ ναι ο παπάς ;».
Ο ταχυδακτυλουργός παπατζής ανακατεύει και απλώνει αριστοτεχνικά στο
χαρτόκουτο, τα τρία κυρτωμένα φύλλα της τράπουλας.
Οι προσφορές αρχίζουν. «Όποιος το είδε, ποντάρει και τα παίρνει. Πολλά
βάζετε, πολλά παίρνετε», λέει ο ντήλερ του πεζοδρομίου.
Ο «παπάς» είναι ίσως το πιο γνωστό τζογαδόρικο «παιχνίδι», που παίζεται
στους ελληνικούς δρόμους, για πάρα πολλές δεκαετίες.
Η μέθοδος και το στήσιμο του «παπά», είναι πλέον κλασσικά και έχουν
αποτυπωθεί με μεγάλη επιτυχία, στη μικρή και στη μεγάλη οθόνη, ειδικά
στην ταινία «Η χαρτοπαίχτρα» με την Ρένα Βλαχοπούλου. Η σκηνή μέσα στο
κρατητήριο με την καθωσπρέπει χαρτοπαίχτρα να πείθεται από τους μάγκες
του υπόκοσμου να παίξει τον «παπά» είναι πλέον κλασική.
Προπολεμικά ήταν λίγοι γραφικοί τύποι και μικροαπατεώνες, που καμιά φορά
έφταναν στα άκρα.
Μεταπολεμικά όμως πολλαπλασιάστηκαν και αποτέλεσαν τη «μικρή μαφία» των
μεγάλων πόλεων.
Οι τσιλιαδόροι, οι κράχτες και οι αβανταδόροι papatzis 2
Το «επάγγελμα» του παπατζή είναι σχετικά εύκολο.
Απαιτούνται μόνο τρία τραπουλόχαρτα, καλοί συνεργάτες που ξέρουν το ρόλο
τους, «μαγικά» χέρια από τον παίκτη, απλές τεχνικές παραπλάνησης και
μια…κούτα.
Το υπαίθριο μαγαζάκι είναι πλέον έτοιμο.
«Παιδιά καθαρές δουλειές, εδώ δεν κλέβουμε, όριστε, να ο παπάς, τώρα
εδώ, τώρα εκεί, τώρα που είναι; βάλτε να πάνε», λέει ο παπατζής,
δανειζόμενος ατάκες από τα ζάρια ή οποιοδήποτε άλλο παράνομο τυχερό
παιχνίδι.
Η διαδικασία του «παπά» είναι απλή.
Μόλις στηθεί η χαρτόκουτα που αναποδογυρισμένη χρησιμεύει για τραπέζι,
οι κράχτες πιάνουν πόστα περιμετρικά της.
«Αδερφέ, εδώ δίπλα γίνεται παιχνίδι, ρίχνουν τον παπά», λένε σε
περαστικούς προσπαθώντας να «ψαρέψουν» κορόιδα.
Παλιά το αγαπημένο τους είδος ήταν οι ανυποψίαστοι άνθρωποι που έφταναν
στην Αθήνα από το χωριό.
Στις γωνίες αλλά και κοντά στον παπατζή είναι «στημένοι» οι τσιλιαδόροι.
Μόλις δουν αστυνομικούς, περιπολικά ή «μυριστούν» ασφαλίτες, τότε
«πέφτει σύρμα».
Όταν τα υποψήφια θύματα πλησιάσουν την κούτα και αρχίζουν να παρατηρούν
τα χέρια του παπατζή, τότε οι απατεώνες του «φυτεύουν» μέσα του την
ελπίδα για εύκολο κέρδος.
12633252_10205172365980591_413763283_oΟ παπατζής ρίχνει και ξαναρίχνει
τα τρία φύλλα, λέγοντας το γνωστό ποίημα.
Μέσα σε λίγα λεπτά που κοντοστέκεται το θύμα για να δει τι γίνεται και
να εκτιμήσει την κατάσταση, κοιτάζει συνεχώς τα χέρια του παίκτη.
Είναι σχεδόν βέβαιος ότι γνωρίζει με ακρίβεια κάθε φορά, τη θέση που
βρίσκεται ο παπάς, δηλαδή συνήθως ο Ρήγας της τράπουλας.
Για να τον «βοηθήσουν» οι παπατζήδες να ποντάρει, πιάνει δουλειά ο
πρώτος αβανταδόρος.
«Στη μέση είναι, στη μέση. Ε, ρε να μην έχω ένα πενηντάρικο να του τα
πάρω».
Ο παπατζής προσποιείται ότι τον πήραν χαμπάρι.
«Σε παρακαλώ ρε φίλε, αν θες παίξε να διπλασιάσεις. Μην λες που είναι τα
χαρτιά».
Στην επόμενη παρτίδα το θύμα παρακολουθεί και πάλι, σίγουρος πλέον ότι
έχει καταλάβει που είναι ο παπάς.
Ξαφνικά, ένας άλλος αβανταδόρος ποντάρει εκεί που το θύμα «βλέπει» τον
Ρήγα και κερδίζει.
Η συναλλαγή γίνεται άμεσα και χωρίς προβλήματα.
Η διαδικασία με τους αβανταδόρους επαναλαμβάνεται, μέχρι κάποιος να
«τσιμπήσει».
Το κορόιδο έχει πλέον ετοιμαστεί ψυχολογικά.
Ο παπατζής συχνά στην αρχή τον γλυκαίνει, αφήνοντάς τον να κερδίσει.
Ξαφνικά όμως, αλλάζει παίξιμο.
«Υπάρχουν τουλάχιστον τρεις τρόποι για τις τρεις θέσεις που μπορεί
να ρίξει τον παπά και είναι πανομοιότυποι. Αν κατά τύχη το θύμα επιλέξει
το σωστό χαρτί, ο παπατζής μπορεί με ταχυδακτυλουργικό τρόπο να αλλάξει
τη θέση του Ρήγα, ακόμη και μετά από το ποντάρισμα», λένε όσοι
γνωρίζουν πως παίζεται το παιχνίδι.
Το κόλπο με το τσάκισμα
vaseis_eisagogis_sta_aei_17
Εκτός από μια καλοστημένη απάτη, ο παπάς θεωρούνταν από τις αρχές του
νόμου τεχνικό παιχνίδι. Δηλαδή κάποιος που γνωρίζει τον τρόπο, μπορεί
και γυρίζει υπέρ του τις πιθανότητες για να κερδίσει.
Πριν το θύμα απογοητευτεί πλήρως και φύγει, οι παπατζήδες πρέπει να τον
κρατήσουν για να το «μαδήσουν» κι άλλο.
Μετά από μια παρτίδα, κάποιος από τους θεατές, δηλαδή ένας αβανταδόρος,
παίρνει τον παπά στα χέρια του και θεατρικά κάνει ότι δαγκώνει ή
τσακίζει το φύλλο στην άκρη του.
«Τι κάνεις ρε φίλε, θα μας χαλάσεις την επιχείρηση», του λέει δήθεν
αγανακτισμένος ο παπατζής.
Όσο γίνεται ο διάλογος, όλοι βλέπουν το σημαδεμένο Ρήγα πάνω στην κούτα.
Είναι βέβαιοι ότι στην επόμενη «γύρα», θα τον βρουν με άνεση.
Ο παπατζής ξαναστρώνει τα χαρτιά, αλλά κάνοντας τα μαγικά του, έχει
ξαναϊσιώσει το τραπουλόχαρτο.
Όταν πέσουν τα πονταρίσματα, όλοι χάνουν.
Το ταμείο
Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, πίσω από τον παπατζή περνάει κάποιος,
που παίρνει με τρόπο τα κέρδη.
Η «πάσα» των χρημάτων είναι επιβεβλημένη καθώς ανά πάσα στιγμή μπορεί να
εμφανιστούν αστυνομικοί και να συλλάβουν τον παπατζή.
Καλό θα ήταν λοιπόν να μην έχει επάνω του, τους «κόπους» της ημέρας.
Στον παπά ωστόσο, είναι σχεδόν αδύνατο να κερδίσει κάποιος.
Όταν το θύμα ποντάρει σωστά, πάντα εμφανίζεται ένας αβανταδόρος που
ποντάρει περισσότερα λεφτά σε άλλο φύλλο.
«Παιδιά, το μεγαλύτερο ποντάρισμα μετράει», λέει ο παπατζής και έτσι το
θύμα δεν πληρώνεται.
Αν τυχόν κάποιος καταφέρει να πάρει λεφτά, κανείς δεν του εγγυάται ότι
λίγο παρακάτω δεν θα πέσει «τυχαία» θύμα ληστείας και ξυλοδαρμού.
Τα στέκια των ‘70’ς και 80’ς
Το κυνήγι των παπατζήδων ανήκε για δεκαετίες, στην αρμοδιότητα του
Τμήματος Ηθών και Λεσχών της Γενικής Ασφάλειας.
Τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, περισσότεροι από 1000 παπατζήδες,
έστηναν τα μαγαζάκια τους, σε μερικά από τα πιο πολυσύχναστα σημεία της
Αθήνας.
Ο λόγος ήταν απλός. Στατιστικά, από κει θα περνούσαν και περισσότερα
κορόιδα.
Οι καλύτερες μέρες για δουλειά ήταν εκτός τις γιορτές, οι Παρασκευές που
συνήθως πληρώνονταν πολλοί και η πρώτη του μηνός.
Τότε η Αθήνα γέμιζε με αρτίστες του είδους.
Προνομιακό σημείο ήταν για χρόνια, η οδός Κωνσταντίνου, κοντά στην
πλατεία Καραΐσκάκη.
Προσπαθούσαν να «ξαφρίσουν» ανύποπτους επαρχιώτες που έφταναν στο σταθμό
Λαρίσης με το τρένο, έχοντας μαζί τους κομπόδεμα.
papz5Γνωστά σημεία ήταν επίσης η πλατεία Κουμουνδούρου, η Αθηνάς, η
πλατεία Κάνιγγος, η Ομόνοια, η Μενάνδρου, η Πειραιώς, η Κλεισθένους, η
Ζήνωνος και η περιοχή του δημαρχείου με τα γύρω στενά της. Οι παπατζήδες
είχαν χωρίσει μεταξύ τους τις περιοχές δράσης τους, ώστε να μην
μπλέκεται ο ένας στις δουλειές του άλλου.
Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι χαρτοκλέφτες τραβούσαν ακόμη και μαχαίρια
μεταξύ τους, για τη διεκδίκηση ενός καλού πόστου.
Το 1933, ο αρχηγός μιας συμμορίας του είδους, έπεφτε νεκρός από μαχαίρι
που του έμπηξε στην καρδιά, αρχηγός αντίπαλης ομάδας απατεώνων.
Το 1976 ο γνωστός ποινικός κακοποιός με το ψευδώνυμο «Σαλονικιός»,
μαχαίρωσε και σκότωσε στο κέντρο της πόλης άλλον παπατζή που του είχε
πάρει τη θέση.
Όταν ο κλοιός έσφιξε, ο Σαλονικιός παραδόθηκε μόνος του και ομολόγησε το
έγκλημά του.
Τώρα πια οι καιροί άλλαξαν και δύσκολα «τσιμπάει» ο κόσμος.
Έτσι οι παπατζήδες έχουν στραφεί σε τουριστικά σημεία της Αθήνας.
Οι ξένοι επισκέπτες βρίσκουν πολύ «χαριτωμένο» αυτό που συμβαίνει
μπροστά στα μάτια τους.
Τότε θεωρούν ότι είναι ένας πολύ καλός τρόπος για να βγάλουν έξτρα
χρήματα και να πάρουν τα χρήματα από τη τσέπη του παίκτη.
Όταν όμως η μηχανή της απάτης πάρει μπρος, φεύγουν από τον παπατζή
κυριολεκτικά άφραγκοι....
Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou.gr/edo-o-papas-eki-o-papas-pia-itan-ta-kolpa-ton-papatzidon-ke-ti-rolo-ichan-i-tsiliadori-i-krachtes-ke-i-avantadori-ta-stekia-tis-athinas-ke-ta-macheromata-gia-to-kalitero-posto/
Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou.gr/edo-o-papas-eki-o-papas-pia-itan-ta-kolpa-ton-papatzidon-ke-ti-rolo-ichan-i-tsiliadori-i-krachtes-ke-i-avantadori-ta-stekia-tis-athinas-ke-ta-macheromata-gia-to-kalitero-posto/
«Λευκό, λευκό,
παπάς μαύρος. Που πήγε τώρα; Αγοράζω, παίρνω». «Εδώ παπάς, εκεί παπάς,
που’ ναι ο παπάς ;».
Ο ταχυδακτυλουργός παπατζής ανακατεύει και απλώνει αριστοτεχνικά στο
χαρτόκουτο, τα τρία κυρτωμένα φύλλα της τράπουλας.
Οι προσφορές αρχίζουν. «Όποιος το είδε, ποντάρει και τα παίρνει. Πολλά
βάζετε, πολλά παίρνετε», λέει ο ντήλερ του πεζοδρομίου.
Ο «παπάς» είναι ίσως το πιο γνωστό τζογαδόρικο «παιχνίδι», που παίζεται
στους ελληνικούς δρόμους, για πάρα πολλές δεκαετίες.
Η μέθοδος και το στήσιμο του «παπά», είναι πλέον κλασσικά και έχουν
αποτυπωθεί με μεγάλη επιτυχία, στη μικρή και στη μεγάλη οθόνη, ειδικά
στην ταινία «Η χαρτοπαίχτρα» με την Ρένα Βλαχοπούλου. Η σκηνή μέσα στο
κρατητήριο με την καθωσπρέπει χαρτοπαίχτρα να πείθεται από τους μάγκες
του υπόκοσμου να παίξει τον «παπά» είναι πλέον κλασική.
Προπολεμικά ήταν λίγοι γραφικοί τύποι και μικροαπατεώνες, που καμιά φορά
έφταναν στα άκρα.
Μεταπολεμικά όμως πολλαπλασιάστηκαν και αποτέλεσαν τη «μικρή μαφία» των
μεγάλων πόλεων.
Οι τσιλιαδόροι, οι κράχτες και οι αβανταδόροι papatzis 2
Το «επάγγελμα» του παπατζή είναι σχετικά εύκολο.
Απαιτούνται μόνο τρία τραπουλόχαρτα, καλοί συνεργάτες που ξέρουν το ρόλο
τους, «μαγικά» χέρια από τον παίκτη, απλές τεχνικές παραπλάνησης και
μια…κούτα.
Το υπαίθριο μαγαζάκι είναι πλέον έτοιμο.
«Παιδιά καθαρές δουλειές, εδώ δεν κλέβουμε, όριστε, να ο παπάς, τώρα
εδώ, τώρα εκεί, τώρα που είναι; βάλτε να πάνε», λέει ο παπατζής,
δανειζόμενος ατάκες από τα ζάρια ή οποιοδήποτε άλλο παράνομο τυχερό
παιχνίδι.
Η διαδικασία του «παπά» είναι απλή.
Μόλις στηθεί η χαρτόκουτα που αναποδογυρισμένη χρησιμεύει για τραπέζι,
οι κράχτες πιάνουν πόστα περιμετρικά της.
«Αδερφέ, εδώ δίπλα γίνεται παιχνίδι, ρίχνουν τον παπά», λένε σε
περαστικούς προσπαθώντας να «ψαρέψουν» κορόιδα.
Παλιά το αγαπημένο τους είδος ήταν οι ανυποψίαστοι άνθρωποι που έφταναν
στην Αθήνα από το χωριό.
Στις γωνίες αλλά και κοντά στον παπατζή είναι «στημένοι» οι τσιλιαδόροι.
Μόλις δουν αστυνομικούς, περιπολικά ή «μυριστούν» ασφαλίτες, τότε
«πέφτει σύρμα».
Όταν τα υποψήφια θύματα πλησιάσουν την κούτα και αρχίζουν να παρατηρούν
τα χέρια του παπατζή, τότε οι απατεώνες του «φυτεύουν» μέσα του την
ελπίδα για εύκολο κέρδος.
12633252_10205172365980591_413763283_oΟ παπατζής ρίχνει και ξαναρίχνει
τα τρία φύλλα, λέγοντας το γνωστό ποίημα.
Μέσα σε λίγα λεπτά που κοντοστέκεται το θύμα για να δει τι γίνεται και
να εκτιμήσει την κατάσταση, κοιτάζει συνεχώς τα χέρια του παίκτη.
Είναι σχεδόν βέβαιος ότι γνωρίζει με ακρίβεια κάθε φορά, τη θέση που
βρίσκεται ο παπάς, δηλαδή συνήθως ο Ρήγας της τράπουλας.
Για να τον «βοηθήσουν» οι παπατζήδες να ποντάρει, πιάνει δουλειά ο
πρώτος αβανταδόρος.
«Στη μέση είναι, στη μέση. Ε, ρε να μην έχω ένα πενηντάρικο να του τα
πάρω».
Ο παπατζής προσποιείται ότι τον πήραν χαμπάρι.
«Σε παρακαλώ ρε φίλε, αν θες παίξε να διπλασιάσεις. Μην λες που είναι τα
χαρτιά».
Στην επόμενη παρτίδα το θύμα παρακολουθεί και πάλι, σίγουρος πλέον ότι
έχει καταλάβει που είναι ο παπάς.
Ξαφνικά, ένας άλλος αβανταδόρος ποντάρει εκεί που το θύμα «βλέπει» τον
Ρήγα και κερδίζει.
Η συναλλαγή γίνεται άμεσα και χωρίς προβλήματα.
Η διαδικασία με τους αβανταδόρους επαναλαμβάνεται, μέχρι κάποιος να
«τσιμπήσει».
Το κορόιδο έχει πλέον ετοιμαστεί ψυχολογικά.
Ο παπατζής συχνά στην αρχή τον γλυκαίνει, αφήνοντάς τον να κερδίσει.
Ξαφνικά όμως, αλλάζει παίξιμο.
«Υπάρχουν τουλάχιστον τρεις τρόποι για τις τρεις θέσεις που μπορεί
να ρίξει τον παπά και είναι πανομοιότυποι. Αν κατά τύχη το θύμα επιλέξει
το σωστό χαρτί, ο παπατζής μπορεί με ταχυδακτυλουργικό τρόπο να αλλάξει
τη θέση του Ρήγα, ακόμη και μετά από το ποντάρισμα», λένε όσοι
γνωρίζουν πως παίζεται το παιχνίδι.
Το κόλπο με το τσάκισμα
vaseis_eisagogis_sta_aei_17
Εκτός από μια καλοστημένη απάτη, ο παπάς θεωρούνταν από τις αρχές του
νόμου τεχνικό παιχνίδι. Δηλαδή κάποιος που γνωρίζει τον τρόπο, μπορεί
και γυρίζει υπέρ του τις πιθανότητες για να κερδίσει.
Πριν το θύμα απογοητευτεί πλήρως και φύγει, οι παπατζήδες πρέπει να τον
κρατήσουν για να το «μαδήσουν» κι άλλο.
Μετά από μια παρτίδα, κάποιος από τους θεατές, δηλαδή ένας αβανταδόρος,
παίρνει τον παπά στα χέρια του και θεατρικά κάνει ότι δαγκώνει ή
τσακίζει το φύλλο στην άκρη του.
«Τι κάνεις ρε φίλε, θα μας χαλάσεις την επιχείρηση», του λέει δήθεν
αγανακτισμένος ο παπατζής.
Όσο γίνεται ο διάλογος, όλοι βλέπουν το σημαδεμένο Ρήγα πάνω στην κούτα.
Είναι βέβαιοι ότι στην επόμενη «γύρα», θα τον βρουν με άνεση.
Ο παπατζής ξαναστρώνει τα χαρτιά, αλλά κάνοντας τα μαγικά του, έχει
ξαναϊσιώσει το τραπουλόχαρτο.
Όταν πέσουν τα πονταρίσματα, όλοι χάνουν.
Το ταμείο
Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, πίσω από τον παπατζή περνάει κάποιος,
που παίρνει με τρόπο τα κέρδη.
Η «πάσα» των χρημάτων είναι επιβεβλημένη καθώς ανά πάσα στιγμή μπορεί να
εμφανιστούν αστυνομικοί και να συλλάβουν τον παπατζή.
Καλό θα ήταν λοιπόν να μην έχει επάνω του, τους «κόπους» της ημέρας.
Στον παπά ωστόσο, είναι σχεδόν αδύνατο να κερδίσει κάποιος.
Όταν το θύμα ποντάρει σωστά, πάντα εμφανίζεται ένας αβανταδόρος που
ποντάρει περισσότερα λεφτά σε άλλο φύλλο.
«Παιδιά, το μεγαλύτερο ποντάρισμα μετράει», λέει ο παπατζής και έτσι το
θύμα δεν πληρώνεται.
Αν τυχόν κάποιος καταφέρει να πάρει λεφτά, κανείς δεν του εγγυάται ότι
λίγο παρακάτω δεν θα πέσει «τυχαία» θύμα ληστείας και ξυλοδαρμού.
Τα στέκια των ‘70’ς και 80’ς
Το κυνήγι των παπατζήδων ανήκε για δεκαετίες, στην αρμοδιότητα του
Τμήματος Ηθών και Λεσχών της Γενικής Ασφάλειας.
Τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, περισσότεροι από 1000 παπατζήδες,
έστηναν τα μαγαζάκια τους, σε μερικά από τα πιο πολυσύχναστα σημεία της
Αθήνας.
Ο λόγος ήταν απλός. Στατιστικά, από κει θα περνούσαν και περισσότερα
κορόιδα.
Οι καλύτερες μέρες για δουλειά ήταν εκτός τις γιορτές, οι Παρασκευές που
συνήθως πληρώνονταν πολλοί και η πρώτη του μηνός.
Τότε η Αθήνα γέμιζε με αρτίστες του είδους.
Προνομιακό σημείο ήταν για χρόνια, η οδός Κωνσταντίνου, κοντά στην
πλατεία Καραΐσκάκη.
Προσπαθούσαν να «ξαφρίσουν» ανύποπτους επαρχιώτες που έφταναν στο σταθμό
Λαρίσης με το τρένο, έχοντας μαζί τους κομπόδεμα.
papz5Γνωστά σημεία ήταν επίσης η πλατεία Κουμουνδούρου, η Αθηνάς, η
πλατεία Κάνιγγος, η Ομόνοια, η Μενάνδρου, η Πειραιώς, η Κλεισθένους, η
Ζήνωνος και η περιοχή του δημαρχείου με τα γύρω στενά της. Οι παπατζήδες
είχαν χωρίσει μεταξύ τους τις περιοχές δράσης τους, ώστε να μην
μπλέκεται ο ένας στις δουλειές του άλλου.
Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι χαρτοκλέφτες τραβούσαν ακόμη και μαχαίρια
μεταξύ τους, για τη διεκδίκηση ενός καλού πόστου.
Το 1933, ο αρχηγός μιας συμμορίας του είδους, έπεφτε νεκρός από μαχαίρι
που του έμπηξε στην καρδιά, αρχηγός αντίπαλης ομάδας απατεώνων.
Το 1976 ο γνωστός ποινικός κακοποιός με το ψευδώνυμο «Σαλονικιός»,
μαχαίρωσε και σκότωσε στο κέντρο της πόλης άλλον παπατζή που του είχε
πάρει τη θέση.
Όταν ο κλοιός έσφιξε, ο Σαλονικιός παραδόθηκε μόνος του και ομολόγησε το
έγκλημά του.
Τώρα πια οι καιροί άλλαξαν και δύσκολα «τσιμπάει» ο κόσμος.
Έτσι οι παπατζήδες έχουν στραφεί σε τουριστικά σημεία της Αθήνας.
Οι ξένοι επισκέπτες βρίσκουν πολύ «χαριτωμένο» αυτό που συμβαίνει
μπροστά στα μάτια τους.
Τότε θεωρούν ότι είναι ένας πολύ καλός τρόπος για να βγάλουν έξτρα
χρήματα και να πάρουν τα χρήματα από τη τσέπη του παίκτη.
Όταν όμως η μηχανή της απάτης πάρει μπρος, φεύγουν από τον παπατζή
κυριολεκτικά άφραγκοι....
Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou.gr/edo-o-papas-eki-o-papas-pia-itan-ta-kolpa-ton-papatzidon-ke-ti-rolo-ichan-i-tsiliadori-i-krachtes-ke-i-avantadori-ta-stekia-tis-athinas-ke-ta-macheromata-gia-to-kalitero-posto/
Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou.gr/edo-o-papas-eki-o-papas-pia-itan-ta-kolpa-ton-papatzidon-ke-ti-rolo-ichan-i-tsiliadori-i-krachtes-ke-i-avantadori-ta-stekia-tis-athinas-ke-ta-macheromata-gia-to-kalitero-posto/
Ωωωω τι βλέπω Κική μου ! ξεκινάμε διήγημα ; αυτό είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον. Ειδικότερα αν το θέμα σου εστιάζεται στην Λαογραφία και σε ξεχασμένα επαγγέλματα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΞεκινάς με τον κλασικό "Παπατζή".
Λοιπόν αυτό δεν μπορούμε να το ονομάσουμε "επάγγελμα" με την αυστηρή έννοια του όρου. Αυτό περισσότερο ήταν ένα τυχερό παιχνίδι, φυσικά στημένο από τον διοργανωτή του με σκοπό να ...ξαφρίσει τους δύσμοιρους παίχτες.
Όπως διάβασες στην ιστορία του, αντικείμενο του παιχνιδιού είναι να βρει ο παίχτης την φιγούρα της τράπουλας (Ρήγα). Ο Ρήγας στην τράπουλα ονομάζεται λαϊκά "ΠΑΠΑΣ". Έτσι προκύπτει η ονομασία.
Τώρα αν θες άλλα επαγγέλματα ξεχασμένα μπορώ να σου δώσω πολλά πλανόδια που τα είχα ζήσει στην εποχή μου.
Αν σε ενδιαφέρει να μου το πεις.
Φιλάκια και εύχομαι κάθε σου επιτυχία.
Ναι, όντως! Δεν το λες κ' επάγγελμα αυτό! Μάλλον λαμογιά θα το ονόμαζα εγώ!
ΑπάντησηΔιαγραφή;-)
Στην απάντηση για την ονομασία του "Παπά", έχω καλυφθεί πλήρως από το πρώτο σχόλιο!
Πολύ ενδιαφέρουσα η νέα σου... "ασχολία", Κική μου!
Χαίρομαι πολύ με τις αναζητήσεις σου! Είσαι ανήσυχο πνεύμα και αυτό είναι θαυμάσιο!
ΣΣΣΣΣΜΟΥΤΣ πολλά-πολλά! Καλή εβδομάδα!