Θα 'θελα να ήμουν σπουργίτι, ένα σπουργίτι - πρωταγωνιστής, στις σελίδες ενός ποιήματος. Θα 'θελα να με λέγανε Ανέμη, να δένω αντιθέσεις και αλληλοσπαραγμούς. Να προστατεύω και να προστατεύομαι. Να σε ακολουθώ, χωρίς να μπορείς να με δεις. Να νιώθεις ελεύθερος, να νιώθω φύλλο, που αγκάλιασε ο αέρας. Θα 'θελα να κατοικώ σε ένα σύννεφο, να μιλώ με τις ηλιαχτίδες, να προστατεύω τα αεροπλάνα, να αγκαλιάζω τα αερόστατα, να κάνω αγώνες με τους γλάρους, να παίζω μουσική με τα αστέρια, να φιλάω το φεγγάρι σα να ήταν όνειρο. Θα 'θελα να μην έχω σπίτι, να μην έχω πατρίδα, καμία ρίζα να μη με ακολουθεί, μόνο ένα ελεύθερο πνεύμα και μια ελεύθερη ψυχή, να ζωγραφίζουν το Αιγαίο. Θα 'θελα να παραμείνω άνθρωπος, να μη χάσω την ανθρωπιά μου, την ελπίδα, τα συναισθήματα. Να μπορώ να κοιτώ τη ζωή, χωρίς να ντρέπομαι ή να φοβάμαι, να γυρνάω τη σελίδα της, χωρίς να ξέρω τι επακολουθεί, να την εμπιστεύομαι κι ας ξέρω, πως δεν υπάρχει κανένας όρκος να τηρήσει, καμία τιμή να τιθασεύ...