Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από 2024

Tα δάχτυλα δεν αγγίζουν το πληκτρολόγιο

T α δάχτυλα δεν αγγίζουν το πληκτρολόγιο. Είναι ψέμα. Είναι ψέμα πως γράφονται οι λέξεις με τα χέρια πως πληκτρολογούν τα δάχτυλα, είναι ψέμα.   Άλλοτε με δάκρυα. Άλλοτε με χαμόγελο. Άλλοτε οι αναμνήσεις να ξεπηδούν και οι θύμησες να ζωγραφίζουν.   Θα κλέψω από τ’ ουρανού τα πάθη ένα αστέρι που μιλά στην Ανατολή που καλωσορίζει τις αυταπάτες σαν να είναι η λύτρωση το μόνο λάθος των ανθρώπων που μπορεί να αντικρίζει τον ήλιο σαν μια πέτρα που δεν γεύτηκε το νερό της βροχής ακόμη που το χώμα δεν πατήθηκε από μια εσοχή που βάφτισα «καρδιά».   Είναι ματωμένα τα γόνατα φίλε μου, έχουν μια πληγή από μια αιχμαλωσία όμως η λευτεριά είναι η μόνη φίλη, φίλε μου κι αυτό γιατί η ψυχή μου στάζει συγχώρεση, στάζει καθάριο νερό.   T α δάχτυλα δεν αγγίζουν το πληκτρολόγιο. Είναι ψέμα. Είναι ψέμα πως γράφονται οι λέξεις με τα χέρια πως πληκτρολογούν τα δάχτυλα, είναι ψέμα.   Άλλοτε με δάκρυα. Άλλοτε με χαμόγελο. Άλλοτε οι αναμνήσεις να

Η Μπάμπουσκα στο Storywits

  Έυχαριστούμε Storywits . https://storywits.com/issues/ Μην ξεχάσετε να κατεβάσετε και την εφαρμογή "STORYWITS" στο Android smartphone ή tablet σας για μεγαλύτερη απόλαυση. https://play.google.com/store/apps/details ... Mε χαρά συμμετέχω και εγώ με το διήγημα "Η Μπάμπουσκα". Καλή ανάγνωση!

Νηνεμία

    Μια γλυκιά νοσταλγία την κυνηγούσε, σαν ένα Φθινόπωρο που δεν το έζησε ακόμη. Κανένα χρώμα δεν έμοιαζε εποχής, κανένα συναίσθημα δεν είχε αυτό, της γλυκιάς μελαγχολίας. Τίποτα δεν έμοιαζε με τον τόπο και τον χρόνο της θύμησης, των φευγαλέων χρόνων. Όλα έμοιαζαν ιδανικά μα άγευστα. Άγευστα σαν φαγητό και σαν επετηρίδα. Επετηρίδα, μιας σκληρής μα ευαίσθητης εποχής. Οι αλλεπάλληλες εικόνες έγιναν πραγματικός κόσμος και οι ψίθυροι, έγιναν ώθηση. Ώθηση ψυχής. Σε εκείνη τη λίμνη, κατοικεί ένα αγέλαστο "μπισκότο." Το γάλα με το κακάο, έγιναν μόνιμοι κάτοικοι της ''άνω" περιοχής. Κανείς δεν πρόσεξε τις γκρεμισμένες πέτρες. Όλα, ήταν ένα άλλο, σκηνικό. Άλλο σκηνικό μα το ίδιο σπίτι. Εκείνο το σπίτι, δεν το αγάπησε κανείς. Με τις πλάτες στραμμένες στους τοίχους, μας χαιρετούν οι υποσχέσεις και φεύγουν για τον ακατανόητο βυθό. Σήμερα, εκεί, κατοικεί η νηνεμία. Και η βροχή ακόμα, μας εγκατέλειψε. ~~ Νηνεμία - Κική Κωνσταντίνου

Μνήμες

Και έραβαν τη σάρκα της, οι Άφθαρτες Πεταλούδες. Σαν γινόμενος εραστής, γεννήθηκε ένας πλανόδιος μουσικός. Οι νότες, γεννούσαν τα σχοινιά της. Η τεταμένη τύχη την παρέσυρε σε μία αλλιώτικη πλάνη και υπεκφυγή. Σε εκείνον τον κόσμο οι μέλισσες ήταν κουνούπια. Τα κουνούπια έγιναν προνύμφες και οι λαγοί, παρέμειναν λαγοί μιας ματαιόδοξης και υπεροπτικής Αλίκης. Κάποια βράδια την ακούν να αναμοχλεύει μνήμες και μνήμες, αλλά πάλι, τη νιώθουν να κλαίει και λίγα λεπτά, ελάχιστα, να χαμογελά. Ησύχασε, έρχονται οι φτερωτές Θεές να επιδιορθώσουν τη Φλόγα. Μας έγινε η απώλεια βέλος και μας έμεινε η ανάμνηση της κάθε στιγμής, σαν ένας σκουριασμένος θεσμός. Γέμισαν το ταβάνι με σκόρους, οι Ανθρώποι. Η οικογένεια των Τινεϊδών, μας ξεγέλασε. ~~ Μνήμες - Κική Κωνσταντίνου

Η λησμονιά του ονείρου

    Μην λησμονείς το όνειρο… Μην το σκοτώσεις πριν σου μάθει ότι η ελπίδα είναι μια κόρη που λούζει τα μαλλιά της στην άμμο. Μέσα στα δίχτυα κοιμάται η θέληση μα ο ναυαγός δεν αντικατοπτρίζει την αλήθεια. Η Επιβίωση έγινε ο σύμμαχος και ο οδηγός μας κι αυτό γιατί η αλμύρα αγκαλιάζει καλύτερα τους ταπεινωμένους τους προστατεύει έτσι, από μια αβέβαιη συνενοχή στο λανθασμένο μουράγιο. Στην τσέπη μου κατοικεί ένας αστερίας. Αν τυχόν και γυρίσεις ανάποδα αυτή τη τσέπη, μαζί με το θαλασσινό νερό θα κυλήσουν σαν γαλάζιες κόρες οι αναμνήσεις. Οι αναμνήσεις και τα όνειρα. Τα «θέλω» μου βροντή και τα «πρέπει» πελώρια κύματα που εσωκλείουν την δύναμη της ανομολόγητης λαγνείας. Δεν κατοικούν στο βυθό οι ελπίδες. Κάτι σάπια σκαριά προσπαθούν να επιβληθούν στα όνειρα μα στον βυθό πλέκουν εγκώμια οι γοργόνες και οι ναύτες αναζητούν τη ξηρά να πολεμήσουν. Γιατί μονάχα έτσι τα ακρογιάλια φέρουν πάνω τους τη δύναμη της ξενιτιάς και της αμαρτίας σαν μια κόρη ευάλωτη που λούζει τα μαλλιά της και πλάθει κ

Το Πόμολο

    Το έχω ξαναζήσει αυτό κι όσο κι αν ψάχνω το πόμολο της πόρτας, τόσο εκείνο μ’ αποφεύγει. Θαρρείς και το βλέπω μπροστά μου, θαμπά μα το βλέπω. Ένα βήμα εμπρός κι εκείνο απομακρύνεται πιο μακριά μου, και πιο μακριά μου, σε μια παράλληλη ζωή. Να ανοίγει μια πόρτα που δεν επέλεξα μα ούτε που θέλω να εξερευνήσω. Κι όχι πως δεν έστριψα τον καρπό μου, τον έστριψα έτσι σαν γάντζο, σφιχτά να γραπωθεί κι ας με τραβούσε. Για εμένα, ήταν ένα πόμολο που έπρεπε να κλείσει μα όσο το πλησίαζα, τόσο εκείνο, σχέδιο διαφυγής κατέστρωνε, ροκάνιζε τις βίδες, της πόρτας, που το συντηρούσε. Είχα μια εντολή, αυτοματοποιημένη διάθεση, ονόμασα μα το παιχνίδι των εντολών παρέβλεψε πως οδηγεί σε μία άλλου είδους, «θεία» τιμωρία. Κι οι στρατηλάτες… Κι οι στρατηλάτες… Ήταν οι πύργοι, σε ένα τάβλι εικονικό, μπλε με κόκκινο, που με κρασί πανηγυρίσαν. Ακόμη μία ήττα, μια πόρτας που δεν είχε πόμολο ούτε καν κλειδαριά, ήταν μια πόρτα, μεταμορφωμένη σε θυρίδα. Το έχω ξαναζήσει αυτό και με βυθίζει. Κυνηγώντας ένα πόμο

"H Mπάμπουσκα" στο Storywits

  https://www.facebook.com/storywits Με χαρά σας παρουσιάζουμε το τεύχος Οκτωβρίου όπου μπορείτε να απολαύσετε την συνέντευξη της συγγραφέως Marina Papadopoulou του βιβλίου "Η ΝΕΡΑΙΔΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ" καθώς και διηγήματα και ποιήματα από εξαίρετους δημιουργούς. Μπορείτε να το ξεφυλλίσετε στην ιστοσελίδα μας στην κατηγορία "ΤΕΥΧΗ" ή κάνοντας "κλικ" στον παρακάτω σύνδεσμο. https://storywits.com/issues/ Μην ξεχάσετε να κατεβάσετε και την εφαρμογή μας "STORYWITS" στο Android smartphone ή tablet σας για μεγαλύτερη απόλαυση. https://play.google.com/store/apps/details... Καλή ανάγνωση   Mε χαρά συμμετέχω και εγώ με το διήγημα "Η Μπάμπουσκα" που δημιουργήθηκε πριν λίγο καιρό με την προτροπή/έμπνευση δημιουργίας του αγαπητού μας, Γιάννη Πιταροκοίλη. Μπορείτε να απολαύσετε το τεύχος Οκτωβρίου πατώντας στα λινκ που σας δίνω παραπάνω και στη σελίδα 122 συναντάντε τη "Μπάμπουσκα" . Να είστε καλά και να περνάτε όμορφα!

Οι σιωπές δε νοσούν

    Έδωσα τη ψυχή μου, έδωσα τη ψυχή μου κατοικώντας ανάμεσα σε λευκά τριαντάφυλλα και κόκκινους μανδύες σε ανθηρές σιωπές, φορτωμένες, με δάκρυα ανθρώπων καμία φωνή τη φωνή τους• δε σώζει.   Μέσα μου, μια γλυκόπικρη χαραυγή να κερνάει αγάπη να γλείφει τις πληγές σε ένα σύμπαν αλλοιωμένο να φυσάει ο βοριάς και να γεμίζει η φύση με άνθη που κάνουν την ανάγκη της θύμησης να φωνάζει τη λέξη «ευλογία».   Οι σιωπές που ακούω δε νοσούν, περιμένουν καρτερικά τον κόσμο να ανθίσει.   Κρατώ σφιχτά στην αγκαλιά μου έναν λεμονανθό και ενθυμούμαι πως η ζωή έχει ένα παράπονο χαραγμένο στα χείλη γιατί μονάχα έτσι μπορούν να δούνε οι τυφλοί να ακούσουν οι κωφοί να μιλήσουν οι μουγκοί να λυτρωθούν οι πονεμένοι   Έδωσα τη ψυχή μου σε λόγιους εχθρούς σε σκέψεις ειμαρμένες δεν θέλω να συλλογιστώ ούτε να ψιθυρίσω. το “γιατί” και το “διότι” φεγγάρι στα χείλη μου. Μα πως να απαρνηθείς τ’ άστρα της λησμονιάς και το αντίο της αυταπάτης;   Οι σιωπέ