Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Κυβέλη, το δέρμα που μιλά - Κεφάλαιο 1: Το σώμα που θυμάται

Καλημέρα, εκφραστικοί μου!  Ελπίζω να σας βρίσκω καλά.

Σήμερα, έχω κάτι «ιδιαίτερο» να μοιραστώ μαζί σας. Κάτι που ξεκίνησε πριν καιρό, μια σκέψη που γέννησε λέξεις και συναισθήματα, μια προσπάθεια που έκανα με όλη μου την καρδιά -και ναι, ίσως να μην ολοκληρώθηκε όπως φανταζόμουν- αλλά δεν πειράζει. Το σημαντικό είναι ότι τώρα μπορώ να το μοιραστώ μαζί σας, και αυτό μου αρκεί.

Λοιπόν, εδώ και αρκετό καιρό, έχω γράψει ένα πεζογράφημα με μορφή ημερολογίου ή ίσως ένα λογοτεχνικό ημερολόγιο, όπως μου αρέσει να το λέω. Έχει στοιχεία ποίησης, αυτοβιογραφίας, μονολόγου και λογοτεχνίας. Δεν ξέρω ακριβώς πού να το κατατάξω και τώρα που το σκέφτομαι ίσως τελικά να μην χρειάζεται και να το αφήσουμε ως έχει, δηλαδή ένα εκφραστικό μου ιδίωμα, ένα προσωπικό ταξίδι γραφής με όνειρα, μνήμες, συναισθήματα και στόχους.

Θα ήθελα, όμως, πριν ξεκινήσω, να σας δώσω λίγο ένα πλαίσιο της δημιουργίας του. Να σας μιλήσω για το πώς γεννήθηκε, τι θέλησα να κάνω με αυτό, και πώς σκοπεύω να το μοιραστώ μαζί σας. Έτσι θα έχετε μια ιδέα για το τι ακολουθεί και θα μπορέσετε να το διαβάσετε κατανοώντας καλύτερα.

Από παιδί θυμάμαι οτι δεν είχα ωραίο και λαμπερό δέρμα, εννοώ την άψογη επιδερμίδα που έβλεπα να είχαν οι συνομήλικες μου. Για την ακρίβεια είχα ακμή, δύσκολη ακμή και παραπανίσια κιλά, πολυκυστικές ωοθήκες, διακυμάνσεις του θυρεοειδούς, ανεπιθύμητη τριχοφυΐα και διάφορες ορμονικές αλλαγές που, όσο και αν προσπαθούσα να τις ρυθμίσω, μου δημιουργούσαν συνεχώς προβλήματα. Παρ' όλα αυτά, ποτέ δεν ήμουν άνθρωπος που δεν αγαπούσε τον εαυτό του. Πάντα με αγαπούσα και με αγαπάω.

Φυσικά, υπήρχαν στιγμές που άφηνα κάποιους από τους γύρω μου να με επηρεάζουν, αλλά και αυτό το ξεπερνούσα. Υπήρχε όμως κάτι που με εξόργιζε με τα χρόνια, και που ήθελα να αποτυπώσω μέσα από αυτή την ιστορία.

Η ιστορία δεν είναι εντελώς βιωματική -για αυτό και την αφηγείται η ηρωίδα, η Κυβέλη- αν και μερικά κομμάτια είναι δανεισμένα από προσωπικά μου βιώματα. Τα φαρδιά ρούχα που κάποτε φορούσα, τα μπάνια στη θάλασσα που πριν χρόνια στερήθηκα, η φαγούρα, το τσούξιμο και οι κοκκινίλες στο δέρμα… Όλα αυτά ήταν μικρές και μεγάλες καθημερινές και όχι, δυσκολίες που με σημαδεύουν.

Μεγαλώνοντας, και πηγαίνοντας σε διάφορα καταστήματα κυρίως καλλυντικών, άρχισα να παρατηρώ πώς η κοινωνία και οι άνθρωποι γύρω μου, επηρεάζουν τη σχέση μου με το σώμα και με τον εαυτό μου. Ακόμη κι αν υπήρχαν δυσκολίες, η αγάπη για τον εαυτό μου παρέμενε πάντα το θεμέλιο που με στήριζε. Τι εννοώ όμως... Θα ήθελα λίγο περισσότερο αυτό το σημείο να σας το αναλύσω.

Αυτό που συνάντησα από γυναίκες και με εξόργιζε, ήταν όταν επισκεπτόμουν καταστήματα καλλυντικών και προφανώς για να πουλήσουν τις κρέμες τους, μου έλεγαν με αγένεια:  «Τι κοκκινίλες είναι αυτές στο πρόσωπό σου;» ή «Πω πω, πως έχει γίνει έτσι το πρόσωπό σου» ή «Έχεις έντονη ξηροδερμία, το δέρμα σου διψά για νερό» ή κάτι αντίστοιχο. Μάλιστα, θυμάμαι σε ένα σπίτι με είχαν ρωτήσει αν είμαι αλλεργική και με είχε κάπως πειράξει... Αυτό πιστεύω από ενδιαφέρον έγινε αλλά υπήρχαν στιγμές, εκφραστικοί μου, που εκνευριζόμουν και μάλιστα πολύ, γιατί ήξερα πολύ καλά τι είχα (είχα επισκεφτεί και δερματολόγους άλλωστε) και ενώ δεν ήξεραν, προσπαθούσαν να με πείσουν ότι ξέρουν και πάντα μου πάσαραν  τα προϊόντα τους. Εγώ διανύω περιόδους έξαρσης και ύφεσης, και γνωρίζω πώς να τις διαχειριστώ. Όμως αυτό ειναι κάτι που δεν ήθελα να το μοιραστώ μαζί τους. Στη αρχή, και όταν διέκρινα ευγένεια, φυσικά, δεν απαντούσα απλώς χαμογελούσα και άλλαζα θέμα ή προχωρούσα στο κατάστημα,  αλλά από κάποια στιγμή και μετά έμπαινα στη διαδικασια να εξηγώ και δεν μου άρεσε που το έκανα αυτό, πιεζόμουν που εξηγούσα ενώ δεν ήθελα, οπότε το δούλεψα μέσα μου και σταμάτησα να εξηγώ, όμως μετά είδα οτι άρχισα να απαντώ και να τις βάζω στη θέση τους αλλά πάλι, κάποιες φορές, ήμουν περισσότερο σκληρή απ' ΄οτι έπρεπε και στεναχωριόμουν μετά, οπότε δεν ξέρω πως έφτασα στο σημείο που κανείς πια δεν μου λέει κάτι, οπότε ή με έμαθαν ή μεγάλωσα και δείχνω πιο σίγουρη ή άθελά μου βγάζω άμυνα και κανείς δεν μου μιλάει γι' αυτό. Παρ' όλα αυτά, θέλω να πω οτι πλέον δεν με επηρεάζει όπως τότε, ούτε θα βάλω μεικ απ για να τις κρύψω, ενώ στην ουσία τους κάνω κακό και χειροτερεύουν.

Στην καθημερινή μου ζωή δεν μιλάω πολύ, ( ίσως για αυτό και να γράφω τόσα πολλά), δεν προσβάλλω ανθρώπους, δεν είμαι καχύποπτη,  έχω υψηλή ενσυναίσθηση και μπορώ να παραδεχτώ τις όποιες αδυναμίες μου. Για αυτούς τους λόγους (ενώ ξέρω οτι δεν γίνεται να ειναι όλοι σαν εμένα), θύμωνα και επηρεαζόμουν, να μου λένε για κάτι το οποίο με είχε ταλαιπωρήσει αρκετά και κυρίως με θύμωνε ο τρόπος τους, όταν με έκανε να νιώθω οτι με προσβάλουν και όχι οτι με ρωτάνε ή με συμβουλεύουν από ενδιαφέρον (δεν θέλω να τους βάλω όλους στο ίδιο τσουβάλι, καταλαβαίνεται, έχω θέμα με το να νιώθω οτι αδικώ ανθρώπους), οπότε ένας τρόπος μου, έστω και χρόνια μετά, είναι να μιλήσω και να βγάλω από μέσα μου οτι με βάρυνε στο θέμα αυτό. Και εγώ, έτσι ξέρω να μιλάω...

Σκέφτηκα να γράψω κάτι που θα με βοηθούσε να αλαφρύνω την ψυχή μου από το βάρος που σας περιέγραψα πιο πάνω, αλλά ταυτόχρονα να μπορέσω να βοηθήσω και άλλους ανθρώπους που βιώνουν παρόμοιες καταστάσεις. Η ιδέα μου ήταν να ευαισθητοποιήσω τους συνανθρώπους μου και, γιατί όχι, την κοινωνία γενικότερα, μέσα από την προσωπική μου ιστορία.

Δεν ήταν ο στόχος μου να δημιουργήσω μια καμπάνια κατά του body shaming, αν και κάτι τέτοιο πιθανόν και να μπορούσε να προκύψει στο μέλλον. Σκέφτηκα, όμως, ότι θα μπορούσε να υπάρξει μια συνεργασία με μια εταιρεία φυτικών προϊόντων ομορφιάς, η οποία θα διάβαζε το έργο μου και αν το πίστευε, θα μπορούσαμε μαζί να δημιουργήσουμε μια όμορφη καμπάνια. Η ιδέα ήταν να χρησιμοποιήσουμε τα προϊόντα της εταιρείας σε συνδυασμό με ένα μικρό βιβλίο, δωρεάν για το κοινό, που θα μετέφερε το μήνυμα της αυτοφροντίδας, της αποδοχής και της ενδυνάμωσης. Στο τέλος του βιβλίου είχα φανταστεί λευκές σελίδες, ώστε οι αναγνώστες να μπορούσαν να γράψουν τη δική τους ιστορία, τα δικά τους συναισθήματα, τις σκέψεις τους ή ό,τι τους βοηθούσε να εκφραστούν. Με αυτόν τον τρόπο, το έργο θα γινόταν μια ζωντανή εμπειρία, όπου κάθε φωνή θα μετρούσε και θα προσέφερε δύναμη στους άλλους.

Και κάπως έτσι, η Κυβέλη μου, θα γινόταν μια γέφυρα ανάμεσα στην προσωπική εμπειρία και την κοινωνική ευαισθητοποίηση, ενώ ταυτόχρονα θα μπορούσε να προσφέρει κάτι πρακτικό και όμορφο στον κόσμο. Αυτή ήταν η σκέψη μου λοιπόν, με βάση αυτό πορεύτηκα και το προσπάθησα με όλη μου τη δύναμη.

Δεν ξέρω τι τελικά φταίει... Οι εταιρείες που προσέγγισα, ο τρόπος που προσπάθησα να παρουσιάσω το έργο μου ή ίσως οι συγκυρίες. Παρόλο που με μία από αυτές είχαμε κάνει πολλές συζητήσεις και έδειχναν πραγματικό ενδιαφέρον, στο τέλος η συνεργασία δεν προχώρησε. Δεν θα κρύψω ότι στεναχωρήθηκα… ένιωσα το βάρος της απογοήτευσης, εκείνο το μικρό κενό που αφήνει η ελπίδα όταν μοιάζει να χάνεται.

Κι όμως, αυτή η απογοήτευση δεν με νίκησε. Αντί να περιμένω ξανά κάποια “ευκαιρία από έξω”, αποφάσισα να μοιραστώ την ιστορία μου με τον δικό μου τρόπο, τον τρόπο που ξέρω καλύτερα, τον τρόπο που είναι αληθινά δικός μου, μέσα από το εκφραστικό μου σπιτάκι, μέσα από τα social media μου, με τη φωνή μου καθαρή και ανεπηρέαστη.

Ο στόχος μου παραμένει ο ίδιος. Να μοιραστώ την αλήθεια μου, να μιλήσω για αυτά που ένιωσα και να δώσω δύναμη σε όποιον ταυτίζεται μαζί μου. Δεν θα έχει την ίδια μαζική απήχηση όπως ένα βιβλίο-δώρο σε συνεργασία με μια εταιρεία, αλλά η αλήθεια της ιστορίας μου θα μείνει ίδια, αυθεντική και ζωντανή.

Και αυτή η αλήθεια, αυτή η ελπίδα, είναι αρκετή για μένα. Γιατί ακόμα κι αν δεν φτάσει μακριά όσο θα ήθελα, θα φτάσει σε εκείνους που χρειάζονται να την ακούσουν. Και ίσως αυτό είναι τελικά το πιο σημαντικό.

Αυτά θα συναντήσετε στα κεφάλαια της Κυβέλης που θα ακολουθήσουν, εκφραστικοί μου, και θα τα ανεβάσω σε συνέχειες, όπως έκανα παλιά. Πιστεύω και εύχομαι να αγγίξουν όσους τα διαβάσουν, να τους κάνουν να νιώσουν λιγότερο μόνοι με τις δικές τους σκέψεις και συναισθήματα και, ίσως, να ανακαλύψουν λίγη δύναμη και έμπνευση για να συνεχίσουν τον δικό τους δρόμο. Κάθε λέξη, κάθε εξομολόγηση αν θέλετε, είναι ένα μικρό φως που προσκαλεί τον καθένα μας να μοιραστεί, να εκφραστεί και να βρει την αλήθεια του μέσα στην καθημερινότητα.

Καλή  σας ανάγνωση!

Α, τη φωτογραφία που βλέπετε παρακάτω, την έφτιαξα με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης για να συνοδέψω το έργο μου.
Κι όταν λέω την έφτιαξα, εννοώ πως περιέγραψα τα πάντα: το κυκλάμινο που αγγίζει, τα φυτά, τα μαλλιά της, το φόρεμα, κάθε λεπτομέρεια.
Περιέγραψα τα σύννεφα πίσω, τα βουνά, κάθε μικρή εικόνα που μπορείτε να φανταστείτε, ακόμη και τον τρόπο που έχει πιασμένα τα μαλλιά της, την ομοιομορφία στα χαρακτηριστικά του προσώπου της ώστε να αποδ΄ώσω έτσι μια γαλήνια θλίψη, το χρώμα των μαλλιών και του φορέματος, το κόψιμό του, ακόμη και τα φύλλα του κυκλάμινου, όλα δηλαδή, οτι μπορείτε να δείτε και να φανταστείτε.

Βέβαια, αυτό το κάνω σε κάθε εικόνα που δημιουργώ, απλώς θέλω να το επισημάνω, για να καταλάβετε πόση αγάπη έχω βάλει σε αυτό το εγχείρημα.
Αμέριστη αγάπη, θα έλεγα!



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Το σώμα που θυμάται


Υπάρχουν σώματα που μιλούν.
Το δικό μου… θυμάται!

Θυμάται που πληγώθηκε, όχι μόνο τις ουλές που βλέπω, αλλά και εκείνες που ένιωσα να δημιουργούνται μέσα μου, στα σκοτεινά, αθέατα σημεία της ψυχής μου.
Θυμάται ποιος είπε "μην το ξύνεις" και πόσο δυνατά το έξυσα από αγωνία, από την ανάγκη να εξαφανίσω τον πόνο με τα ίδια μου τα χέρια.

Θυμάται τις φορές που ένιωσα ντροπή, ακόμα κι όταν δεν είχα φταίξει.
Όταν το βλέμμα των άλλων με έκανε να αμφιβάλλω για τον εαυτό μου.
Θυμάται και τις σιωπές, εκείνα τα βαριά, ακατανόητα κενά, γεμάτα φόβο και αμηχανία.

Το δέρμα μου είναι ένας χάρτης.
Όχι όμορφος με την πρώτη ματιά.
Όχι λαμπερός ή αψεγάδιαστος.
Αλλά αληθινός.
Σαν παλιός δρόμος, σκονισμένος, γεμάτος χαρακιές και σημάδια από βήματα που έζησαν.

Έμαθα να το κρύβω πριν μάθω να το αγαπώ.
Έμαθα να μη δείχνω τα μπράτσα μου,
να φοράω μανίκια που ήταν πιο άνετα από την ειλικρίνεια,
να αποφεύγω το καλοκαίρι, που για τους άλλους ήταν γιορτή, για ’μένα δοκιμασία.
Να χαμηλώνω το φως, να σβήνω το βλέμμα μου, να εξαφανίζομαι μέσα στο πλήθος.

Προσπαθούσα να γίνω σκιά ανάμεσα σε σκιές.

Να γλιτώσω από την ερώτηση που πάντα με τρόμαζε: «Τι είναι αυτό;»

Κάθε φορά που κάποιος με ρωτούσε, ένιωθα πως ξεριζωνόταν κάτι μέσα μου.
Όχι γιατί ρώτησε, αλλά γιατί εγώ δεν ήξερα πώς να απαντήσω χωρίς να απολογηθώ, χωρίς να κρυφτώ πίσω από ψέματα ή δικαιολογίες.

Δεν ήξερα πώς να μιλήσω για το δέρμα μου με αγάπη.
Ούτε πώς να σταθώ απέναντι στον καθρέφτη χωρίς ντροπή.

Κάποια μέρα, μπροστά στον καθρέφτη,
δεν ένιωσα απέχθεια.
Ούτε λύπηση.
Ένιωσα κόπωση.
Κόπωση από τον αδιάκοπο αγώνα, από την προσπάθεια να κρύψω κάτι που ήταν δικό μου.
Το δέρμα μου. Η ιστορία μου.

Και τότε σκέφτηκα: «Αν αρχίσω να του μιλώ σαν σε παιδί, μήπως σταματήσει να φοβάται;»
Αν το φροντίσω όπως φροντίζεις κάτι ευαίσθητο, που πονούσε αλλά θέλει να γιατρευτεί, μήπως μπορέσουμε να ξαναγνωριστούμε;

Να αφήσω την οργή, τη ντροπή, και τη μοναξιά στην άκρη.
Και να κάνω χώρο για κάτι νέο: μια αγάπη που δεν απαιτεί τελειότητα, αλλά αποδοχή.

Έμαθα πως το δέρμα μου δεν είναι εχθρός.
Είναι η σάρκα των αναμνήσεών μου, η φυλακή και η απελευθέρωσή μου.

Κι αν το αφήσω να μιλήσει, ίσως μου πει την αλήθεια που έψαχνα χρόνια.
Την αλήθεια που κρύβεται πίσω από τα σημάδια.

Το δέρμα μου θυμάται τα πρώτα καλοκαίρια, όταν το φως ήταν ακόμα αθώο και δεν ήξερα τον φόβο.

Θυμάται τη ζεστασιά του ήλιου που έπεφτε σαν χάδι πάνω του, πριν τα σημάδια αρχίσουν να σφραγίζουν την επιφάνειά του.
Θυμάται το παιχνίδι με τους φίλους στην αυλή, τα γέλια που αντηχούσαν σαν μουσική, και το άγγιγμα της μητέρας που έστελνε προστασία και ασφάλεια.

Αλλά θυμάται και τη στιγμή που όλα άλλαξαν.
Την πρώτη φορά που το βλέμμα κάποιου ξένου στάθηκε πάνω του και το σχόλιο, σιωπηρό ή φωναχτό, έκανε τον χρόνο να παγώσει.

Την αμηχανία που ένιωσα όταν προσπαθούσα να εξηγήσω κάτι που ούτε εγώ μπορούσα να καταλάβω πλήρως.

Το δέρμα μου θυμάται την απομόνωση, εκείνες τις μέρες που έκλεινα το σώμα μου σε φαρδιά ρούχα και κλειστές πόρτες, σαν να προσπαθούσα να θάψω το ίδιο μου το είναι.
Θυμάται τις νύχτες που ξάπλωνα ξύπνια, ακούγοντας τους χτύπους της καρδιάς μου να μετρούν τον χρόνο που περνούσε και δεν έφερνε απάντηση στην ερώτηση: «Γιατί το δικό μου δέρμα;»

Θυμάται τις φορές που έκλαιγα μυστικά, χωρίς να τολμώ να το πω σε κανέναν, μήπως και γίνω βάρος.

Και θυμάται εκείνη τη μέρα, μοναδική, που αποφάσισα να σταματήσω να πολεμάω το σώμα μου.
Να το αγκαλιάσω όπως είναι.
Να το φροντίσω.
Να το ακούσω.

Γιατί το δέρμα μου δεν είναι μόνο μια επιφάνεια.

Είναι ο χάρτης του ταξιδιού μου.
Κάθε σημάδι μια στάση, κάθε ουλή μια μάχη που έδωσα.

Και κάθε αφήγηση κρύβει μέσα της τη δύναμη να θεραπεύσει.

Αλλά μαζί με τις αναμνήσεις, έρχονται και οι σκέψεις, βαριές και φωτεινές ταυτόχρονα.

Τι σημαίνει να ζεις σε ένα σώμα που φοβάται;
Πόσο βάρος κουβαλάει η επιφάνεια όταν μέσα της κρύβει πόνο, αγωνία, αλλά και ελπίδα;

Πόσες φορές έχουμε την τάση να κρίνουμε μόνο το εξωτερικό, αγνοώντας το ταξίδι που κρύβεται από πίσω;

Κοιτάζω τα σημάδια μου πια, όχι με ντροπή, αλλά με σεβασμό.

Δεν είναι οι πληγές που καθορίζουν ποια είμαι, αλλά ο τρόπος που τις αντιμετωπίζω.

Και το σώμα μου, που θυμάται, μου θυμίζει ότι κάθε ιστορία αξίζει να ειπωθεί.

Αναρωτιέμαι πόσοι ακόμα κρύβονται πίσω από τις μάσκες τους, φοβούμενοι να δείξουν την αλήθεια τους.
Κι εσύ; Πόσο συχνά κρύβεσαι πίσω από μάσκες;

Και σκέφτομαι πως ίσως το δέρμα μας είναι το πρώτο και πιο αληθινό βιβλίο που έχουμε... Εκεί που η ψυχή αφήνει τα σημάδια της, εκεί που η μνήμη γίνεται υφή και χρώμα.

Αποφασίζω να σταματήσω να κρύβομαι.
Να αφήσω το δέρμα μου να μιλήσει.
Να αφηγηθεί.
Να γίνω συνοδοιπόρος του εαυτού μου.

Το σώμα μου θυμάται.
Κι εγώ τώρα το ακούω.

 

 __________ Συνεχίζεται____________

 

Αυτό ήταν το πρώτο κεφάλαιο, εκφραστικοί μου.

Εύχομαι να σας αρέσει και να ταξιδέψετε μαζί του.

Σας φιλώ και σας εύχομαι ένα όμορφο ΠΣΚ.

Να περνάτε όμορφα! 


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Ευτυχία, η Κλόουν

  Την λέγανε Ευτυχία. Όχι ειρωνικά. Αυτό της είχαν δώσει για όνομα κι ας μην τα έφερε εύκολα η ζωή της. Είχε περάσει πολλά. Είχε χάσει ανθρώπους, είχε κλείσει πράγματα μέσα της, είχε κλάψει σιωπηλά αλλά ποτέ της δεν τα ξέχασε. Δεν έκανε πως δεν υπάρχουν. Τα κράτησε! Όχι για να την βαραίνουν, αλλά για να τα γυρίσει ανάποδα και να τα κάνει κάτι άλλο, κάτι το αναγεννητικό. Μια μέρα αποφάσισε να γίνει Κλόουν . Όχι για να κάνει την αστεία. Δεν της ταίριαζε αυτό, το έκανε γιατί ήθελε να είναι κοντά σε παιδιά που πονούσαν. Να τους δώσει κάτι απλό, κάτι καθαρό, κάποιου είδους μαγεία. Κάτι που της είχε λείψει όταν ήταν εκείνη μικρή. Λίγη χαρά χωρίς ερωτήσεις. Έραψε μόνη της τη στολή της. Ζωγράφισε στο μάγουλο ένα μικρό φεγγάρι. Πήρε μια σακούλα, την γέμισε μπαλόνια και πήγε σε παιδικά νοσοκομεία. Όμως τα μπαλόνια της δεν ήταν απλά ούτε μονότονα. Ήταν πολύχρωμα. Κόκκινα, μπλε, πράσινα, κίτρινα, ροζ. Και το καθένα είχε ζωγραφισμένο πάνω του ένα  δάκρυ . Όχι όπως το φαντάζεσαι. Όχι...

Κάδος Εξομολόγησης

Στη γωνία μιας παλιάς γειτονιάς της Χαλκίδας, ανάμεσα σε δυο ξεθωριασμένα φανάρια και κάτω από μια γέρικη νεραντζιά, ζούσε ένας κάδος σκουπιδιών. Όχι από αυτούς τους καινούριους, τους πράσινους με τα ροδάκια που τρίζουν. Όχι! Αυτός ήταν παλιός, μεταλλικός, με βαθουλώματα και σημάδια από βροχές, κλωτσιές και καλοκαιρινές φωτιές. Τον έλεγαν Στέφανο. Ο Στέφανος δεν ήταν απλά ένας κάδος. Ήταν παρατηρητής. Ήξερε ποιος πετάει σκουπίδια στις δέκα το πρωί και ποιος στις τρεις τα ξημερώματα. Ήξερε ποια παιδιά κάνουν κοπάνα και κρύβουν τις τσάντες τους πίσω του, ποιος πετάει χαρτιά γεμάτα τύψεις αλλά και ποιος με ευχαρίστηση, ποιος πετάει το φαγητό του χωρίς να ενδιαφέρεται για όσους πεινούν αλλά και ποιοι φροντίζουν σε ειδική σακούλα, να κρεμάνε στο πλάι του φαγητά για τους άπορους.  Ένα βράδυ, καθώς η πόλη έβγαζε τις ρυτίδες της στο φως των δρόμων, ένας νεαρός στάθηκε μπροστά του. Κρατούσε ένα μικρό πακέτο χρώματος καφέ, το οποίο δεν έμοιαζε με σκουπίδι, αλλά ούτε και με σακούλα. Ο νεαρός ...