Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Μέρα

 


Λαχάνιασα!

Ούτε κι εγώ ξέρω πόσους λόφους πέρασα για να βρεθώ χαμένη στην έρημο που μοιάζει να ανήκει σε κάποιο χαμένο νησί Παραδείσου!

 

Χρειάζομαι νερό!

Ζαλίζομαι!

Ιδρώνω!

Νοιώθω πως θα λιποθυμήσω!

Χάνω τις αισθήσεις μου!

Ανασυγκροτούμαι στο καφέ χώμα που μοιάζει με κόκκους ακατέργαστης ζάχαρης.

 

Ο ήλιος καίει την επιδερμίδα και τα μάγουλά μου νιώθω πως θα εκραγούν!

Καυτές αχτίδες τρυπάνε το σώμα μου, λιώνουν τις άμυνές μου! Θαρρώ πως στοχεύουν κατευθείαν στην ψυχή μου! Νιώθω πως θέλουν να τη λεηλατήσουν! Είμαι σίγουρη πως αυτόν τον τρόπο βρήκαν για να λιώσουν τη σιδερένια της κλειδωνιά.

 

Τα νύχια μου μπήγονται στους αμμόλοφους και μικροί κόκκοι που μοιάζουν με έμβρυο διεισδύουν στα νύχια των δαχτύλων μου.

Αυτή τη στιγμή τα δάχτυλά μου ζεματάνε.

 

Η ζέστη είναι αφόρητη!

Θεωρώ πως κάποιος με εκδικείται!

Αναζητώ σημάδια κρυφής μελανίνης στο σώμα μου μα εκείνη με «χλευάζει» κοιτώντας με απο μακριά.

 

Το κεφάλι μου πονάει δυνατά!

Σα να αντηχούν χιλιάδες θόρυβοι στο μυαλό μου.

Η όρασή μου θαμπώνει και ο λαιμός μου ξεραίνεται.

Το αίμα στραγγίζει από το σώμα μου και οι αισθήσεις με εγκαταλείπουν.

 

Και ξάφνου εκεί,

κάπου στου δευτερολέπτου ενός ξεχασμένου ονείρου,

ένα δροσερό αεράκι φυσά και με κρατά στη ζωή.

 

Το αεράκι δυναμώνει και γίνεται μια μικρή αμμοθύελλα.

Στροβιλίζεται αργά μα δυνατά.

Υψώνει και ξάφνου σχηματίζεται μια πόρτα.

 

Ανοίγει!

Προσπαθώ να δω τι συμβαίνει μα κόκκοι άμμου που ξεπηδούν σα ζωηρά ζιζάνια με δυσκολεύουν.

 

Το χέρι καλύπτει τα μάτια και η έμφυτη περιέργεια του ανθρώπου με κάνει να το κατεβάσω.

Κοιτάζω με δυσκολία και φόβο.

 

Βλέπω κάτι να αχνοφαίνεται πίσω της, όμως δεν μπορώ να καταλάβω τί είναι.

Μοιάζει με ανθρώπινη φιγούρα αλλά με άυλη μορφή.

 

Κάπου ανάμεσα στις πιθανές μου σκέψεις εισβάλλεις στον κόσμο μου και η πόρτα πίσω σου κλείνει.

Ο αέρας εχει ήδη κοπάσει.

 

Με πλησιάζεις με αργά, καταιγιστικά βήματα.

Η εκτυφλωτική, χρυσαφιά σου λάμψη με ζαλίζει!

 

Χρειάζομαι λίγα λεπτά ώστε να συνηθίσω στο δυνατό φως που σαν φακός εκπέμπεις.

Παρατηρώ τη μορφή και τα ρούχα σου!

 

Κανονικό, γυναικείο ύψος.

Πλούσιες αναλογίες σώματος.

Μακριά, ανοιχτόχρωμα, λεπτά φρύδια.

Γαλαζοπράσινα, γατίσια μάτια που δίνουν μια αέρινη δυναμική στο υπόλοιπο καλυμμένο με πολλούς χρωματισμούς της άμμου και του κεχριμπαριού πρόσωπό σου και πυρόξανθα φουντωτά μαλλιά που καταλήγουν σε μια μακριά, πλουμιστή κοτσίδα που κοσμεί τη δεξιά πλευρά του κορμιού σου.

Πολύ μακριά μαλλιά!

Θαρρώ πως λίγο ακόμη και θα αγγίξουν τα γόνατά σου!

 

Φοράς ένα ένδυμα που παραπέμπει σε παραδοσιακή, γυναικεία φορεσιά της Ινδίας.

Το σάρι που τυλίγει την ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα σου έχει χρώμα χρυσοκίτρινο και μικρές, κρυστάλλινες, πορτοκαλί πέτρες το κοσμούν δίνοντάς του έτσι μια έντονα δυναμική χάρη.

 

Σε βλέπω να διαβαίνεις ξυπόλητη την άμμο και απορώ που δείχνεις να μην επηρεάζεσαι απο την καυτή λάβα που ξεχειλίζει.

Σκέφτομαι πως έχω παραληρήσει.

Δεν μπορώ να εξηγήσω διαφορετικά όλο αυτό που εκτυλίσσεται μπροστά μου.

Στέκεσαι αγέρωχη και με κοιτάς στα μάτια.

Ανοιγοκλείνω τα βλέφαρα και είσαι ακόμη εκεί!

Σε κοιτώ προσεκτικά!

Προσπαθώ να κερδίσω χρόνο για να σκεφτώ τι πρέπει να κάνω.

 

Να φοβηθώ ή να μακαρίσω;

Νιώθω την ανάσα σου και ρίγη τρυπούν το κορμί μου.

 

Σκύβεις για να με μελετήσεις.

Απλώς σε κοιτάζω.

 

Παρατηρώ πως τα μαλλιά σου τα στολίζουν χρυσές αλυσίδες σε σχήμα τριγωνικών λουλουδιών.

Το ίδιο και το σώμα σου.

Χρυσά κοσμήματα είναι παντού διάσπαρτα πάνω του.

Ακόμη και στα γυμνά δάχτυλα των ποδιών σου μπορώ να δω δαχτυλίδια.

 

Μόλις διαπίστωσα πως το μέτωπό σου το κοσμεί ένα πορτοκαλοκόκκινο «τρίτο» μάτι.

Αφυπνίζει την ψυχή σκέφτομαι και αρχίζω να αναρωτιέμαι τι δουλειά έχεις στην έρημο και μάλιστα ντυμένη έτσι.

 

Σκύβεις, μου ψιθυρίζεις κάτι στο αυτί και κάνω πως το ακούω, αν και έχω ακούσει ελάχιστα απ’ όσα μου είπες.

 

Κουνάω το κεφάλι δήθεν πως συμφωνώ μα η αλήθεια είναι πως δεν έχω βγάλει συμπέρασμα για το τι μου είπες.

 

Φυσάς απαλά στο δεξί μου αφτί και ξαφνικά ακούω τρεχούμενο νερό να αντηχεί ξεκάθαρα στα άδυτα βάθη του μυαλού μου.

 

Ότι άκουσα το βλέπω να γίνεται εικόνα μπροστά μου.

Καταρράκτες με γάργαρο νερό με «χαιρετούν»!

Πρασινάδα και ζώα βλέπω να με κοιτάζουν!

 

Περίεργο! Δεν βλέπω ούτε έναν άνθρωπο!

Δεν μπορώ να σκεφτώ όμως! Το μόνο που θέλω είναι νερό!

 

Σε ένα λεπτό έχω γίνει ένα με το όραμά μου!

Είμαι μέσα του! Το ζω! Το απολαμβάνω!

Πίνω νερό και είμαι καλά! Ανασαίνω πάλι!

 

Τώρα που ξεδίψασα και ηρέμησα μπορώ να ψάξω για ανθρώπους!

Τους αναζητώ παντού! Σε όλο το νέο τοπίο μα δε βρίσκω κανέναν!

Κανένα σημάδι ανθρώπινης ζωής δεν υπάρχει γύρω!

 

Ίσως γι’ αυτό να είναι τόσο όμορφα και καθαρά σκέφτομαι!

Λείπει ο άνθρωπος, θεριεύει μεγαλειωδώς το περιβάλλον!

 

Πλησιάζω τους καταρράκτες και απλώνω το χέρι μου προσεκτικά! Παγωμένο, τρεχούμενο νερό! Μοιάζει σαν όμορφο όνειρο ανάμεσα σε χιλιάδες εφιάλτες!

 

Αιχμαλωτίζω λίγες σταγόνες νερού στη χούφτα μου και όταν τις κοιτάζω μου θυμίζουν λάμψη από διαμάντια!

Τις κλείνω ευλαβικά μέσα της και όταν την ανοίγω οι σταγόνες έχουν πολλαπλασιαστεί. Ένα μικρό ποταμάκι κυλάει επάνω της.

Μέσα του  μπορώ να καθρεφτίσω το εαυτό μου!

Χαμογελάω στην όψη του!

Νιώθω πως είχα ξεχάσει την ανθρώπινη μορφή μου!

Φέρνω τη χούφτα μου κοντά και βρέχω με το νερό το πρόσωπό μου!

Δροσίζομαι! Κλείνω τα μάτια και απολαμβάνω! Όταν τα ανοίγω έχω ήδη φύγει από εκεί!

 

Βρίσκομαι μισολιπόθυμη στην καυτή έρημο και ένας θάμνος παραπέρα μου «κλείνει» το «μάτι» συνωμοτικά.

Ταράζομαι! Προσπαθώ να καταλάβω τι συμβαίνει!

 

Ξαφνικά είσαι πάλι μπροστά μου και με κοιτάς εκδικητικά!

Αισθάνομαι στα χείλη μου σταγόνες νερού να υπάρχουν και προσπαθώ να τις σκουπίσω. Όταν παίρνω τα χέρια από τα χείλη, κόκκινοι λεκέδες μαρτυρούν πως είναι αίμα.

 

Τα χαρακτηριστικά του προσώπου σου αλλοιώνονται, δείχνουν πόνο, οργή, θυμό και τα ρούχα σου μετατρέπονται σε χρώμα λευκό! Και ξέρω πως το λευκό συμβολίζει θάνατο στις χώρες που η φορεσιά σου παραπέμπει.

Τα κοσμήματα μεμιάς εξαφανίζονται!

 

Σε κοιτάζω και προσπαθώ να καταλάβω!

Τείνεις το χέρι σε ευθεία γραμμή και κοιτάζω τί μου δείχνεις!

 

Έντρομη βλέπω μια νέα εικόνα στην οποία υπάρχει ένα σκοτεινό δωμάτιο με μόνο έπιπλο ένα ντιβάνι και μια μαυροφορεμένη, γυναικεία φιγούρα επάνω που τα αναφιλητά της σχίζουν στη μέση την καρδιά μου.

 

Γυρίζω να σε δω και δεν υπάρχεις πια! Έχεις εξαφανιστεί!

Μένω στη θέση μου! Δε ξέρω πλέον τι να κάνω!

 

Το κλάμα της μαυροφορεμένης γυναίκας δυναμώνει και μοιάζει με κάλεσμα!

Θέλω να πάω να βοηθήσω μα φοβάμαι! Δεν το κάνω!

 

Ξαφνικά η γη τρίζει! Τρομοκρατούμαι και τρέχω κοντά στην εικόνα που σαν σωστική λέμβος έχει απλωθεί μπροστά μου! Για ένα λεπτό σκέφτομαι αν θέλω να γίνω μέρος της αλλά η έρημος που ανοίγει διάπλατα πίσω μου με κάνει να μη σκεφτώ και να «πηδήσω» μέσα στο νέο, ουτοπικό μου κόσμο.

 

Είμαι τόσο κοντά στη γυναίκα που κλαίει και η ανάσα μου κόβεται!

Κάνω ένα βήμα εμπρός!

Σκέφτομαι!

Κάνω ένα βήμα πίσω και νιώθω τοίχο!

Κοιτάζω πίσω μου και το πέρασμα που είχα δει νωρίτερα μπροστά μου έχει γίνει ένας σκληροτράχηλος τοίχος.

 

Δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο!

Ή θα μείνω εκεί ή θα σε πλησιάσω.

Η στασιμότητα σίγουρα δε με βοηθά! Η γενναιότητα όμως, μπορεί να οδηγήσει σε μια εφικτή λύση.

 

Σε πλησιάζω και βλέπω την πλάτη σου! Πάει πάνω κάτω από τα αναφιλητά σου.

Σε ακουμπάω μα εσύ συνεχίζεις απτόητη να κλαις.

 

Σε χαϊδεύω απαλά προσπαθώντας να απαλύνω τον πόνο σου μα διακρίνω πως χιλιάδες πληγές υπάρχουν κάτω από τη μαύρη νυχτικιά σου.

Σα να σε έχουνε χτυπήσει με βούρδουλα νιώθω και παγώνω στη θέση μου.

 

Σταματάς να κλαις! Η πλάτη σου δεν κουνιέται πια.

Βλέπω το μαύρο μαντήλι του κεφαλιού σου να κουνιέται και καταλαβαίνω πως γυρνάς εμπρός.

 

Στην όψη σου τα χάνω!

Είσαι η γυναίκα της ερήμου μα με άλλα ρούχα και σε άλλη ηλικία. Δείχνεις να έχεις μεγαλώσει και τα χαρακτηριστικά του προσώπου σου έχουν αγριέψει πολύ.

 

Τρανταχτά γέλια ειρωνείας αντιλαλούν στο χώρο!

Σηκώνομαι ευθύς και τρέχω στον τοίχο.

Γίνομαι ένας μικρός μπόγος και τυλίγομαι σαν κουβάρι στη γωνιά του.

 

Μοιάζεις να έχεις θεριέψει.

Σηκώνεσαι όρθια και γελάς τόσο δυνατά που νομίζω πως θα πέσει το ταβάνι να μας πλακώσει.

Ήδη κάποια κομμάτια του έχουν αρχίσει να ξεκολλούν!

 

Φοβάμαι τόσο πολύ που αρχίζω να κλαίω από το φόβο μου!

Οσμίζομαι τη σαπίλα των μπάζων που πέφτουν πάνω μου και κλείνω τα μάτια σε μια προσπάθεια να κάνω όσο ανώδυνο γίνεται τον θάνατό μου.

 

Και ξαφνικά ησυχία!

 

Κάποια γέλια μικρών παιδιών με ξυπνούν από τον προσωπικό μου λήθαργο.

Σηκώνω με δυσκολία το καταχωνιασμένο κάτω από τους αγκώνες μου κεφάλι και αδυνατώ να πιστέψω αυτό που βλέπω.

 

Κάπως έτσι έχω φανταστεί τον Παράδεισο!

Πράσινο! Με ζωηρά χρώματα! Με πολύχρωμες πεταλούδες! Με πολλών ειδών ζώα και λουλούδια! Με μια ηρεμία που μπορεί να ταράζει τα πάντα γύρω της!

Και σύννεφα! Πολλά λευκά σύννεφα που «ζουν» ανάμεσά μας! Διαβαίνουν το χωροχρόνο δίπλα μας και μπορούμε να τοποθετήσουμε τον εαυτό μας εντός τους.

Μα τί όμορφη γαλήνη απορρέει από τον τόπο!

 

Κάποια χαχανητά μικρών παιδιών με κερδίζουν!

Τρέχω πίσω από ξεφτισμένους παιδικούς απόηχους προσπαθώντας να ανακαλύψω τους κατόχους τους.

 

Διαβαίνω μέρη που δεν προσέχω γιατί η λαχτάρα μου να συναντήσω τους μικρούς αγγέλους είναι τόση μεγάλη που μου αποσπά εξ ολοκλήρου την προσοχή!

 

Πίσω από μια μεγάλη πρασινάδα με μελένιους καρπούς βλέπω κάποιες ξανθές μπούκλες να χορεύουν.

Με προσοχή παρατηρώ δυο κοριτσάκια να παίζουν αμέριμνα.

Μοιάζουν σαν δίδυμες αδερφές.

Η μια φοράει ροζ μακρύ και φαρδύ φόρεμα, ενώ η άλλη λευκό.

Μοιάζουν σα νεράιδες ή πριγκίπισσες. Δεν ξέρω. Δεν μπορώ να υποθέσω σίγουρα.

 

Μια ευφορία πλημμυρίζει το χώρο και η γαλήνη σα να έχει αύρα και ενέργεια θετική «εξαπλώνεται» παντού και κάνει το τοπίο να μοιάζει σαν το παιδικό δωμάτιο που είχα μικρή. Το είχαν επιμεληθεί οι γονείς μου με τόση αγάπη!

Η παιδική νότα που απορρέει και τυλίγει το χώρο μοιάζει με μεθυστική παραζάλη.

Μου αρέσει αυτή η αίσθηση! Μου αρέσει τόσο πολύ!

 

Τα κοριτσάκια γελάνε και αρχίζουν να τρέχουν αμέριμνα!

Θέλω να συμμετάσχω στο παιχνίδι τους μα φοβάμαι πως είμαι αρκετά μεγάλη για να με δεχτούνε!

 

Ένας λαγός στέκεται δίπλα μου και με κοιτά.

Τον κοιτάζω προσπαθώντας να καταλάβω.

Γιατί θεωρώ πως με κοιτάζει υποτιμητικά;

 

Ξάφνου δίνει μια δυνατή ώθηση στα πίσω πόδια του και φεύγει!

Επιμένω να πιστεύω πως με κοίταξε υποτιμητικά.

 

Μένω εκεί με ένα κλωνάρι να εμποδίζει την πλήρη όρασή μου.

Το παραμερίζω και με μεγάλη δυσαρέσκεια συνειδητοποιώ πως τα κοριτσάκια λείπουν!

 

Ξαφνικά, η καρδιά μου πάγωσε.

Η ευφορία που ένιωθα εξαφανίστηκε.

Απογοητεύομαι!

Ο ουτοπικός κόσμος στον οποίο μεταφέρθηκα σκοτεινιάζει και όλη η χάρη και η ομορφιά που είχε, μετατρέπεται σε ένα σκηνικό που μου θυμίζει κατεδάφιση κτηρίου.

Απότομη λύπη φωλιάζει στην καρδιά μου και η στεναχώρια μου είναι τόση που θέλω να κλάψω!

Αρχίζω να φοβάμαι πολύ!

Θέλω να μείνω μόνη, να κλάψω και να προσευχηθώ στο Θεό!

 

Κλείνω τα μάτια και εύχομαι να επιστρέψω εκεί που βρισκόμουν πριν ξεκινήσει αυτό το περίεργο και ακατανόητο για μένα ταξίδι.

Θέλω να βρεθώ και πάλι στην καυτή έρημο.

Τουλάχιστον εκεί ήταν η πραγματικότητά μου!

Ας βρεθώ εκεί κι ας μην έχω καμιά σανίδα σωτηρίας!

Θα έχω τουλάχιστον τη δυνατότητα να ψάξω για νερό και να προσπαθήσω να επιβιώσω.

Εδώ όμως τί μπορώ να κάνω, ιδίως όταν δεν ξέρω που βρίσκομαι;

 

Κι έπειτα είναι και το άλλο.

Η έρημος ήταν δική μου επιλογή. Τα υπόλοιπα μέρη όμως δεν ήταν.

Και δεν είναι πως δε μου άρεσε, είναι που δεν κατάλαβα τον κύριο λόγο του να γίνουν.

 

Πανικοβάλλομαι!

Γνώριμη στάση αυτή για μένα

 

«Κυρία!»

Ακούω μια ψιλή,  ελαφρώς τσιριχτή φωνή.

Ψάχνω τριγύρω μα δεν βλέπω κάτι!

 

«Κυρία!»

Επαναλαμβάνει.

Κοιτάζω εξονυχιστικά μα ο χώρος είναι άδειος!

 

Ξαφνικά νιώθω σαν κάτι να με σκουντάει στο κάτω μέρος του παντελονιού μου.

Σκύβω και έκπληκτη συναντώ έναν νεαρό και όμορφο νάνο που είναι ντυμένος σε χρυσοποίκιλτες αποχρώσεις.

Το κουστούμι του αστράφτει. Το πρόσωπό του έχει μια ιδιαίτερα φωτεινή λάμψη.

 

«Ορίστε.» Μονολογώ μουδιασμένη.

«Είναι η αδερφή της» Ψιθυρίζει!

«Ποια;» Ρωτάω με αγωνία.

Μου δείχνει με το χέρι!

 

Μια μαυροφορεμένη γυναίκα κλαίει σε ένα ντιβάνι λίγα μέτρα πιο πέρα από εμάς. Γνώριμη φιγούρα και σκηνικό. Οικείο επίσης το σκούρο, δαντελένιο νυχτικό της.

Η γυναίκα της ερήμου, η κοπέλα με τις χρυσοκαφετιές αποχρώσεις και τα πολλά χρυσά κοσμήματα,  την πλησιάζει ευλαβικά, ξαπλώνει δίπλα της, την αγκαλιάζει σα να θέλει να τη σκεπάσει και ακουμπά το κεφάλι της στοργικά στον πονεμένο ώμο.

Ένας ώμος αναστενάζει! Μαζί και κάποια πυρόξανθα μαλλιά!

 

Γυρίζω το βλέμμα προς την πλευρά που ακούω έντονα παιδικά κλάματα και βλέπω το κοριτσάκι με το ροζ φουστάνι να έχει πέσει μέσα σε ένα λάκκο με λάσπη!

Το φόρεμά της λερώθηκε! Προσπαθεί να βγάλει το μαύρο και το καφέ από πάνω του μα δεν μπορεί! Τρίβει με όλη της τη δύναμη μα ο λεκές αντί να φύγει εξαπλώνεται, θεριεύει.

Το μικρό κοριτσάκι πανικοβάλλεται, απελπίζεται, κλαίει!

Το δίδυμο αδερφάκι του, το κοριτσάκι με το λευκό φόρεμα που παίζει πέρα μακριά σε μία ξεχαρβαλωμένη κούνια, μόλις αντιλαμβάνεται τι έχει συμβεί, τρέχει και το αγκαλιάζει!

Το σφίγγει τόσο δυνατά που νιώθω τη δυσκολία του να αναπνεύσει.

Ακούγονται παιδικοί, χαριτωμένοι ψίθυροι που ξέρω πως είναι λόγια παρηγοριάς και δεν μπορώ να μη δακρύσω στη θέα μικροσκοπικών, παιδικών χεριών να αγκαλιάζουν και να παρηγορούν τον άγγελο που κλαίει με αναφιλητά.

 

Θέλω να τρέξω να βρεθώ κοντά τους, να βοηθήσω όσο μπορώ μα συνειδητοποιώ πως ένας κισσός που άξαφνα άνθισε έχει τυλιχθεί στο δεξί μου πόδι, κρατώντας με έτσι δέσμιά του.

Για κάποιον ανεξήγητο λόγο καταλαβαίνω πως πρέπει να μείνω μακριά από τα δύο κορίτσια.

Υπακούω το ένστικτό μου!

 

Περνάνε λίγα λεπτά και καταλαβαίνω πως ο άγγελος με το λευκό φόρεμα σκαρφίζεται κάποια ιδιαίτερη σκανδαλιά για να χαρίσει και πάλι χαμόγελο στα χείλη της αδερφής του.

Το πρόσωπο του κοριτσιού με το λευκό φόρεμα μαρτυρά πως η σκέψη είναι έτοιμη να υλοποιηθεί.

Πριν προλάβω να υποθέσω τι σκέφτεται το βλέπω να πέφτει μέσα στο λάκκο με τη λάσπη και να κολυμπάει γελώντας!

Το αδερφάκι του κοιτάζει και τα δάκρυα στερεύουν στο πρόσωπό του.

Μέσα σε λίγα λεπτά μιμείται την κίνηση της αδερφής του και μέσα στο λάκκο υπάρχουν δυο μικρά κοριτσάκια που δείχνουν να παίζουν και να χαμογελάνε!

Πιάνω τον εαυτό μου να χαίρεται μαζί τους! Να συγκινείται!

 

Μετά από λίγα λεπτά τα κοριτσάκια βγαίνουν έξω και γελάνε δυνατά βλέποντας τα λερωμένα τους ρούχα!

Βλέπω δυο μικρούς αγγέλους που γέμισαν λεκέδες!

Αντικρίζω δυο μικρούς αγγέλους να απολαμβάνουν τους λεκέδες τους και ξαφνικά αναζητώ τους λεκέδες που έβαψαν τη ζωή μου!

 

Έπειτα θυμάμαι τις δύο γυναίκες!

Γυρίζω και ο δικός τους χώρος δεν υπάρχει πια!

Είναι εξαφανισμένες! Υπάρχει μόνο χώμα στη θέση τους.

 

Γυρίζω το βλέμμα στις δυο δίδυμες αδερφές και παρατηρώ πως τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους μου θυμίζουν τις δυο γυναίκες που για άλλη μια φορά απλώς εξαφανίστηκαν!

 

Πριν προλάβω να τελειώσω τις σκέψεις μου ακούω μικρές πατούσες να τρέχουνε σε ένα πράσινο λιβάδι και ξαφνικά το σκηνικό που είμαι αλλάζει και μεταφέρεται στον Παράδεισο που αντίκρισα ερχόμενη εδώ!

Όλα είναι ίδια με τότε!

 

Τα κοριτσάκια τρέχουν ανέμελα προς τη γαλάζια λίμνη που είναι λίγο μακριά μου και τα γάργαρα νερά της ταράζονται με τέτοιον τρόπο που μοιάζει να τα καλεί να ξεπλυθούνε!

Οι μικρές αδερφές βρίσκουν καταφύγιο μέσα της και μοιάζουν πλέον με έφηβες νεράιδες που απολαμβάνουν το απογευματινό τους μπάνιο!

Το νερό δε λασπώνεται!

Περίεργο!

Παραμένει το ίδιο γάργαρο αν και θυμάμαι καλά πως τα κορίτσια όταν μπήκαν μέσα ήταν αρκετά λερωμένα.

 

Προσπαθώντας να καταλάβω τί γίνεται και να σκεφτώ το τί μπορεί να συνέβη ακούγεται ένας εκκωφαντικός κρότος και τα τύμπανα του αυτιού μου πιέζονται τόσο πολύ που μπορώ να πάρω όρκο πως εχουν ματώσει.

Ένα τεράστιο πορφυρό φως που εμφανίστηκε από το πουθενά με κάνει να τρομάξω και να θαμπωθώ.

Το εκτυφλωτικό φως με ζαλίζει και αρχίζω να νιώθω κουρασμένη τόσο σωματικά όσο και ψυχικά!

 

Το μόνο που θέλω πια είναι να κοιμηθώ!

Νοιώθω τόσο κουρασμένη που με δυσκολία μπορώ να επιτρέψω στο φόβο να με κρατήσει ξύπνια.

Τα βλέφαρα κλείνουν αργά αργά και νοιώθω το κορμί μου να παραδίδεται κάπου που απλώς δε μπορώ να παραβλέψω και να αντισταθώ.

 

Ξυπνάω!

 

Λαχανιασμένη!

Έντρομη!

Χαμένη σε έναν χώρο που κοιτάζω εξονυχιστικά για να καταλάβω που βρίσκομαι.

 

Δεν είμαι στην έρημο!

Είμαι σπίτι μου!

 

Δεν ξέρω αν είναι μέρα!

Αν είναι νύχτα!

Ξέρω όμως πως είναι κάποιο αναπόσπαστο κομμάτι ζωής! Κι αυτό μου αρκεί!

 

Νομίζω πως οι δίδυμες αδερφές που συνάντησα είναι κάπου «ψηλά» και μου χαμογελάνε!

Αυτή  την αίσθηση έχω δηλαδή και πειθώ τον εαυτό μου να την κάνει βεβαιότητα.

 

Η βρύση της κουζίνας τρέχει νερό!

Σηκώνομαι από το κρεβάτι και τρέχω μέσα!

Ο νεροχύτης έχει γεμίσει με λάσπες!

 

Χαμογελώ γιατί ξέρω!

Βοήθησα τους «λεκέδες» να καθαρίσουν!

 

Ατενίζω το βλέμμα στον ουρανό που ξέρω πως υπάρχει κι ας μην τον βλέπω επειδή ένα ταβάνι μου τον έχει φυλακίσει!

 

Χαμογελώ και κάνω την ευχή!

Σε ένα αστέρι που ξέρω πως έπεσε, δίνοντας φως σε ένα αέναο σκοτάδι ακόμα!

 

~~ Μέρα - Κική Κωνσταντίνου

(Τα λάφυρα της ψυχής μου)

Σχόλια

  1. Κική μου, καλό σου μήνα, καλή μου φίλη. Με όλη μου την καρδιά. Ο Μάρτης να έχει τη γλυκύτητα της γραφής σου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να

Η Σοφίτα

  Κεντρική Ιδέα Πλοκής Το παλιό οικογενειακό σπίτι στο ορεινό χωριό, έχει την αγάπη σας αλλά περιμένει και τη φροντίδα σας. Η κατάστασή του είναι κακή και εσείς σχεδιάζετε να το ανακαινίσετε. Βρίσκεστε ήδη εκεί αλλά ένα αναπάντεχο πρόβλημα καθιστά άμεσα αναγκαία την επίλυσή του. Ο μοναδικός / μοναδική, από τη γειτονική κωμόπολη, που θα ανέβει στο σπιτικό προκαλεί πραγματικό σοκ με την άφιξή του / της. Ίσως να μη περιμένατε ποτέ να βρεθεί απέναντί σας. Η ξαφνική χιονοθύελλα έχει τα δικά της σχέδια και θα σάς αναγκάσει να μείνετε εκεί, στον ίδιο κλειστό χώρο μέχρι να απεγκλωβιστείτε. Η νύχτα και το παρελθόν έρχεται ξανά. Τι μπορεί άραγε να κουβαλάει αυτό το πρόσωπο; Είχατε ποτέ σχέση μαζί του; ή μήπως προκύπτει μια έμμεση σχέση μαζί του; Τι μπορεί να φέρει; Τι μπορεί να αλλάξει; Μπορείτε να το αφήσετε στην άκρη;      Καθώς έκλειναν οι πόρτες του λεωφορείου πίσω της, ο καθαρός παγωμένος αέρας την καλωσόρισε, κάνοντας τα μάγουλά της να κοκκινίσουν ελαφρώς. Κοίταξε τριγύρω τ

ΔΙΑΦΟΡΑ ΝΕΑ ΤΗΣ ΜΠΛΟΚΟΓΕΙΤΟΝΙΑΣ ΜΑΣ

Κρατώ στα χέρια μου το Λογοτεχνικό Ημερολόγιο 2020 απο το Λογοτεχνικό Περιοδικό της Κεφαλλονιάς "Κέφαλος" , όπου συμμετέχω με τρία έργα μου. Ξεφυλλίζοντας το, ανάμεσα σε τόσους δημιουργούς και έργα, νιώθω υπερήφανη και ευγνώμων. Τα συγχαρητήρια μου, σε όλους! Eπίσης, ΕΔΩ, μπορειτε να διαβασετε μια υπέροχη συνέντευξη του δικού μας "Σκρουτζάκου"  Giannis Koutris !! Συγχαρητήρια αγαπημένε μου φίλε! Ακόμη, σας έχω δύο εξαιρετικές προτάσεις, δικών μας πάλι, αγαπημένων προσώπων! "Στα παπούτσια των άλλων¨" το νέο βιβλίο της Μαρίας Κανελλάκη, εκδ. 24γραμματα Ανατομικές ιστορίες παντός καιρού και εδάφους, σε ποικιλία δερμάτων και χρωμάτων, για όλες τις (χ)ώρες και για όλα τα πέλματα. Η νέα τάξη υποδημάτων θέλει έντονες αντιθέσεις και άτολμους βηματισμούς. Σ’ αυτό το καλαπόδι κατασκευάστηκαν και οι ιστορίες του βιβλίου. Ψηλοτάκουνες γόβες για «φλατ» ήρωες και παπούτσια γδαρμένα για ανθρώπους-λουστρίνια. Ολοκαίνουργια