Σήμερα θα σας καλημερίσω
με ένα παλιό αγαπημένο παραμύθι, το οποίο μου το έλεγε όταν ήμουνα μικρή ο μπαμπάς
μου και πολύ μου άρεσε.
Δυστυχώς δε ξέρω ποιός είναι ο
δημιουργός του και δε το θυμάμαι πολύ καλά
αλλά επειδη θέλω πολύ να το μοιραστώ μαζί σας είπα να προσπαθήσω και να αποτυπώσω
εδώ πέρα μόνο όσα θυμάμαι.
Θα μπορούσα βέβαια να ψάξω στο google μιας
και που είναι πιθανό να υπάρχει και να το βάλω ολόκληρο εδώ μέσα αλλα για εμένα
δε θα έχει την ίδια αξία, αφήστε που το πιο πιθανό είναι να το βρω παραποιημένο.
Το μόνο που έκανα ηταν να ψάξω για το δημιουργό του αλλα δε τα κατάφερα και λογικό
μιας και που δεν είμαι σίγουρη καν για το τίτλο του αλλα εγώ παρόλα αυτά θα σας
το παρουσιάσω και ελπίζω να σας αρέσει.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν:
«Μια φορά κι ένα καιρό, μέσα σε ένα μικρό
αλλα όμορφο ορεινό χωριό ζούσε μια γιαγιά με πολύ καλή ψυχή, η οποία αγαπούσε
τους ανθρώπους και όλα όσα μας έχει χαρίσει ο Θεός. Μια μέρα λοιπόν του Φθινοπώρου
και ενώ ο Χειμώνας φαινόταν πως θα είναι αρκετά εξαγριωμένος αποφάσισε να πάει επάνω
στο δάσος στο βουνό για να μαζέψει ξύλα για το τζάκι της. Αφού πήρε μαζί της
ένα μεγάλο τσουβάλι έφυγε για το βουνό. Δεν είχε προλάβει να φτάσει ακόμη στο προορισμό
της όταν μπροστά της συνάντησε έναν νεαρό κύριο.
-
Πού πας γιαγιά; Τη ρώτησε.
-
Πού να πάω παιδί μου, πάω να μαζέψω ξύλα γιατί ο
Χειμώνας φέτος θα είναι πολύ κρύος και εγώ δεν έχω χρήματα για να τα αγοράσω, απάντησε
η γλυκιά γριούλα
-
Θέλω να σε ρωτήσω κάτι γιαγιά, αποφάνθηκε ο νεαρός.
-
Ναι παιδί μου, απάντησε.
-
Θέλω να μάθω γιαγιά πως τα περνάτε εκεί κάτω στο χωριό.
Αν είστε ευχαριστημένοι.
-
Ε πώς να τα περνάμε παιδάκι μου. Πολλοί παραπονιούνται
αλλα εγώ είμαι πολύ ευχαριστημένη . Έχουμε και τις καλές μας αλλα έχουμε και
τις κακές μας στιγμές ως άνθρωποι αλλα παρόλα αυτά αγαπιόμαστε και βοηθιόμαστε μεταξύ
μας και έτσι κυλάει όμορφα η ζωή στο χωριό. Έχουμε τα ζώα μας, τις σοδειές μας
και ο χρόνος κυλάει ήρεμα.
-
Χαίρομαι γιαγιά που αισθάνεσαι έτσι αλλα θέλω να σε ρωτήσω
και κάτι άλλο, αποκρίθηκε το παλικάρι.
-
Ναι παιδί μου ότι θέλεις, είπε η γιαγιά.
-
Είστε ευχαριστημένοι από τις εποχές του χρόνου; Τη γνώμη
έχεις εσύ για τις εποχές; Σας βοηθάνε ή σας κουράζουν;
-
Α παιδί μου για να τους φτιάξει ο Θεός ξέρει πολύ καλά
τι κάνει. Έρχεται το Φθινόπωρο και σπέρνουμε τα χωράφια μας, έρχεται η Άνοιξη
και μας τα ποτίζει, έρχεται το Καλοκαίρι κάνει καλό καιρό και τα θερίζουμε και έπειτα
έρχεται ο κρύος Χειμώνας και μας δίνει τη δυνατότητα να μείνουμε σπίτι και να ξεκουραστούμε
μετα από τη σκληρή δουλειά που κάνουμε μέχρι να μαζέψουμε τη σοδειά μας. Ένα έχω
να πω για τους μήνες. Όλοι καλοί, χρυσοί και άγιοι.
-
Μπράβο γιαγιά. Της είπε ο νεαρός με μάτια να ξεχειλίζουν
από ευτυχία.
Κι εκείνη τη στιγμή ξετρυπώνει από πίσω του ένα ασφαλισμένο τσουβάλι και
της το προσφέρει λέγοντάς της πως δε χρειάζεται να πάει πια να μαζέψει ξύλα και
πως ότι έχει χρειάζεται για το Χειμώνα της υπάρχει μέσα στο τσουβάλι. Τη παρακάλεσε
όμως να ανοίξει το τσουβάλι μόνο όταν πάει σπίτι της και να μη τη δει κανένας
στο δρόμο.
Πράγματι η καλή γιαγιά αφού ευχαρίστησε το νεαρό άντρα πήρε το τσουβάλι
που της έδωσε και επέστρεψε στο χωριό. Μόλις
μπήκε μέσα στο σπίτι της άνοιξε το τσουβάλι και θαμπώθηκε όταν διαπίστωσε
πως χρυσές λίρες είχαν κάνει πλέον την
εμφάνισή τους στο πάτωμα του φτωχικού σπιτιού της. Δάκρυσε από ευτυχία. Τώρα
πια δε χρειαζόταν να πηγαίνει στο δάσος και να κουράζεται για να φέρει ξύλα για
το τζάκι της, τώρα πια μπορούσε να αγοράσει όσα ξύλα χρειαζόταν.
Μια γριά πονήρω όμως που κατοικούσε δίπλα στο δικό της σπίτι και κατασκόπευε
τους γείτονες της έτυχε να δει το περιστατικό και τότε πήγε τρέχοντας στο σπίτι
της καλής γιαγιάς για να ενημερωθεί για το τι ακριβώς της είχε συμβεί.
Πράγματι η καλή γιαγιά της άνοιξε τη πόρτα και όταν τη ρώτησε που βρήκε
τις λίρες εκείνη της απάντησε πως της έδωσε ένα νεαρό παλικάρι που συνάντησε ανεβαίνοντας
στο δάσος να κόψει ξύλα. Τότε η γριά πονήρω δίχως να την αφήσει να της εξηγήσει
πρώτα το διάλογο που είχανε έτρεξε κατευθείαν στο σπίτι της, πήρε ένα τσουβάλι
και κατευθύνθηκε βιαστικά προς το δάσος, δήθεν για να κόψει ξύλα και αυτή.
Καθώς ανέβαινε λοιπόν συνάντησε μπροστά της το παλικάρι.
-
Καλώς τη γιαγιά. Πού πας γιαγιά; Ρώτησε ο νεαρός.
-
Πού να πάω παιδί μου, δε με βλέπεις; Γριά γυναικά τώρα,
βασανισμένη και πάω στο δάσος να μαζέψω ξύλα για το Χειμώνα που θα ρθει. Δεν έχω
λεφτά και κουράζομαι τώρα ενώ δε πρέπει στην ηλικία μου. Αποκρίθηκε με φωνή
πονεμένη που όμως δεν έπειθε.
-
Να σε ρωτήσω κάτι γιαγιά πριν μπεις στο δάσος ;
-
Ναι παιδί μου ρωτά με ότι θέλεις.
-
Πώς τα περνάτε εκεί κάτω στο χωριό;
-
Πώς να τα περνάμε παιδί μου. Δύσκολα. Οι άνθρωποι είναι
κακοί, ζηλιάρηδες και κουτσομπόληδες και δε μου αρέσει να ζω μαζί τους αλλα αναγκαστικά
τους υπομένω. Και από την άλλη είναι δύσκολη η ζωή στο χωριό με τόσα ζώα και τόσες
σοδειές. Και ο καιρός κάνει ακόμη δυσκολότερη την ήδη άσχημη ζωή μας.
-
Μα γιατί γιαγιά; Τόσο άσχημη είναι η ζωή εκεί κάτω;
-
Ναι παιδί μου. Πολύ άσχημη.
-
Και ο καιρός γιατί πιστεύεις ότι κάνει πιο δύσκολη τη ζωή
σας εκεί κάτω;
-
Γιατί παιδί μου το Χειμώνα κάνει πολύ κρύο, ρίχνει χιόνι
και μας κλείνει στα σπίτια μας, το Φθινόπωρο πέφτουν τα φύλλα και γεμίζει η αυλή
μου βρωμιές, η Άνοιξη έχει αλλεργίες και το Καλοκαίρι ανυπόφορη ζεστή.
-
Δηλαδή γιαγιά εσένα δε σου αρέσει καμιά εποχή του χρόνου;
-
Καμιά παιδί μου! Όλοι οι μήνες είναι κακοί, ψυχροί κι ανάποδοι.
-
Εντάξει γιαγιά ακούστηκε η φωνή του νεαρού άντρα και ξαφνικά
ξεπρόβαλλε από πίσω του ένα ασφαλισμένο τσουβάλι το οποίο της το πρόσφερε και
της ζήτησε να το ανοίξει μόνο όταν φτάσει στο σπίτι της.
Πράγματι, η γριά πονήρω πήρε το τσουβάλι δίχως καν να ευχαριστήσει το
νεαρό άντρα και άρχισε να κατευθύνεται γοργά προς το χωριό κρατώντας καμαρωτή
καμαρωτή το τσουβάλι που της είχε προσφέρει νωρίτερα.
Μόλις έφτασε στο σπίτι της, μπήκε μέσα βιαστικά και κλειδαμπαρώθηκε για
να ανοίξει, μόνο που αυτό που τη περίμενε δεν ηταν αυτό που η ίδια πίστευε.
Ανοίγοντας το τσουβάλι της διαπίστωσε πως αντί για χρυσές λίρες είχε μέσα
φίδια. Εκατοντάδες άκακα φίδια άρχισαν να σέρνονται στο πάτωμα της και εκείνη
μη μπορώντας να πιστέψει τι της είχε συμβεί άνοιξε τη πόρτα του σπιτιού της και
άρχισε να τρέχει μέσα στο χωριό σα παλαβή ζητώντας τη βοηθεια των συγχωριανών
της, αυτούς που πριν λίγο είχε αποκαλέσει κακούς, ζηλιάρηδες και
κουτσομπόληδες.»
Αυτό λοιπόν ηταν το παραμύθι ή ότι θυμόμουνα εγώ από αυτό! Ελπίζω να σας
άρεσε. Όσο για τα συμπεράσματα δικά σας, δε νομίζω πως πρέπει να πω κάτι
περισσότερο. Εύχομαι απλώς να το απολαύσατε!
Όμορφο οτι καλύτερο να διαβάσω ενα παραμυθάκι παρέα με το καφεδάκι μου στο γραφείο...μου θυμίζει παιδικά χρόνια....να έχεις ένα γλυκό σαββατοκύριακο.....
ΑπάντησηΔιαγραφήχαιρομαι που σου αρεσε! σ ευχαριστω πολυ, το ιδιο ευχομαι και για σενα!
Διαγραφήπολυ αγαπημενο!!παντα μαρεσει να το διαβαζω...
ΑπάντησηΔιαγραφήκαι μου θυμιζει την εκπομπη...
με τις μαριονετες,,,καπου..καπως...καποτε...
σευχαριστουμε.....
καλο ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ ΜΙΚΡΗ ΜΟΥ!!!
το ηξερες ιριδουλα μου; ελπιζω να το εγραψα σωστα. ξερεις ποιός το εχει γραψει να το αναφερουμε;
Διαγραφήτην εβλεπα αυτη την εκπομπη που ειπες! :) φιλακια πολλα! καλο σκ και σε σενα!
γνωστό και αγαπημένο το παραμύθι που μοιράστηκες μαζί μας σήμερα! πολύ πολύ όμορφο!!
ΑπάντησηΔιαγραφήγλυκο μου μαρακι καλημερα. χαιρομαι που το ξερετε τοσοι πολλοι αλλα κανενας μας να μη γνωριζει το δημιουργο του; αν τον ξερεις πες το μου να το αναφερουμε. φιλακια πολλα!
Διαγραφήτο απόλαυσα όπως το διηγήθηκες εσύ με το δικό σου τρόπο!
ΑπάντησηΔιαγραφήόχι γκρίνιες λοιπόν παντού υπάρχει ομορφιά, ένα από τα δικά μου συμπέρασματα...
καλημερούδια!
γλυκο μου μυστηριο κοριτσι! :)
Διαγραφήχαιρομαι πολυ που το απολαυσες! φιλακια πολλα!
Αγαπημένο παραμύθι...Το έλεγα κι εγώ στα παιδιά μου όταν ήταν κουτσινάκια!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλό Σαββατοκύριακο καλή μου!
καλο σκ και σε σενα γλυκια κι αγαπημενη μου ευαγγελια!
ΔιαγραφήΠαλιό και γνωστό το παραμυθάκι. Η καλή γριά και η κακιά. Ας ελπίσουμε ότι μέσα μας θα επικρατεί η καλή γιαγιά που κρύβουμε (δεν κρύβουμε μόνο ένα παιδί, ε;) και ας μην κερδίζουμε λίρες (ή ευρώ). Το κέρδος είναι πιο μεγάλο από τις λίρες...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλά να περνάς.
δικιο εχεις φιλε μου, το κερδος ειναι πραγματι μεγαλυτερα απο αυτο που αφαρα καθαρα τα χρηματα. ειναι το κερδος της ψυχης, που δε μετριεται απλως αισθανεται. :)
Διαγραφήκαλημερα
δεν το είχα ξαναδιαβάσει το παραμύθι!!
ΑπάντησηΔιαγραφήπανέμορφο!!
χαιρετισμούς!
χαιρομαι που σου αρεσε! τη καλημερα μου :)
ΔιαγραφήMoυ το ΄λεγε και μένα η γιαγια μου!Αλλά λίγο διαφοροποιημένο. Να 'σαι καλά που μου το θύμησες :D
ΑπάντησηΔιαγραφήκαι μενα δε μου το λεγανε ετσι ακριβως, οτι θυμομουνα κουτσα στραβα εγραψα. χιχιχιχιχ
Διαγραφήχαιρομαι που το θυμηθηκαμε μαζι! :)
Το έχω διαβάσει πολύ παλιά αλλά μου άρεσε που το διάβασα τώρα εδώ και για κάποιο περίεργο λόγο κατάλαβα γιατι δεν μπορώ να λυπηθώ εκείνους που κλαίγονται και παραπονιούνται για όλα στην ζωή τους ... για εκείνους που δεν βρίσκουν καμία ευχαρίστηση πουθενά και το κάθε τι που έρχεται μόνο με αρνητικό μάτι μπορούν να το δουν!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα είσαι καλά κοριτσάκι μου
σε φιλώ
αγαπημενη μου λεβινα πραγματι οι ανθρωποι που δεν εκτιμουνε τιποτα στη ζωη τους αργα η γρηγορα θα λαβουν κι εκεινοι το σακο με τα "φιδια" που τους αναλογει.
Διαγραφήφιλακια πολλα κι απο μενα.
Τι όμορφο παραμύθι!...ακόμα και τα παραμυθια ήταν αλλιώς...
ΑπάντησηΔιαγραφήμια όμορφη Κυριακή να περάσεις!
ευχαριστω πολυ γλυκια μου και εσυ να εχεις μια υπεροχη εβδομαδα ευχομαι!
ΔιαγραφήΤέλεια η αλληγορία του παραμυθιού για όσους δεν έχουν καλό λόγο για κανέναν! :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΥΓ: Έχεις βραβειάκι στο μπλογκ μου !
Φιλιά!
αααα τι ωραια. σ ευχαριστω πολυθ. ερχομαι σε λιγο να το παραλαβω. τα φιλια μου.
ΔιαγραφήHello there! Do you use Twitter? I'd like to follow you if that would be okay. I'm absolutely enjoying your blog
ΑπάντησηΔιαγραφήand look forward to new updates.
Feel free to surf to my webpage: jump Training