Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Είμαστε ποιήματα

 

«Ένα ποίημα δεν τελειώνει ποτέ, μόνο εγκαταλείπεται».

-Πωλ Βαλερύ (1871-1945)

 

Είμαστε ποιήματα

Είμαστε ποιήματα.
Οι άνθρωποι, ανολοκλήρωτες σκέψεις
γυρεύουν λέξεις – να δουν την αλήθεια.

Τα συναισθήματα, στίχοι.
Σειρές λέξεων με μέτρο και ρυθμό, που στόχο έχουν,
να αγγίξουν τη ψυχή μας.

Αδάμαστες εικόνες, πνευματικοί αφορισμοί
σε σπρώχνουν σε μια ακαθόριστη θύελλα
με κοινό γνώμονα, την αγωνιώδη ελευθερία.

Πολέμαρχος και λιποτάχτης.
Αφέντης και δούλος.
Σκληρός και εύπλαστος.
Άγγελος και δαίμονας.
Άνθρωπος και πάγος.

Όπως κυλάνε τα νερά και πετάνε οι πεταλούδες,
έτσι η μυστική μελωδία των φυτών
σε οδηγεί σε απρόσμενες χίμαιρες,
σε θύμησες,
που δεν μπορείς να κατανοήσεις αν ήσουν μέρος τους
ή τις δημιούργησες για ’σένα, για να θυμάσαι:

τα πάθη,
τα λάθη,
τις ζωές,
τις μόνιμες προφυλάξεις,
τις γνώριμες προσταγές,
τις λανθασμένες πεποιθήσεις,
τις προτάσεις που δεν απέδωσαν καρπούς,
ανθοφόρησαν όμως.

Είμαστε ποιήματα.
Μια μήτρα που σκορπά ζωή και πεθαίνει,
σκοτώνοντας το γόνιμο μέσα της.

Άλλων ζωές,
άλλων όνειρα,
άλλες υπάρξεις,
άλλες ψευδαισθήσεις,
άλλων ευκαιρίες,
άλλων ανθρώπων οράματα
διεξοδικά ιδίων, των δικών μας.

Οι αριθμοί και η επιστήμη,
μάνες έρημες, παιδιά ορφανά
μας κοιτούν στα μάτια και ζητούν να μάθουν
την αιτία και την ώρα του θανάτου.

Όμως εμείς,
ακούραστοι φρουροί της συμπόνιας,
πώς να λαβώσουμε το αύριο;

Πώς από την άδεια από τον πόνο ψυχή σου,
να στάξεις βάλσαμο στα άγευστα χείλη των ανθρώπων
που κράτησαν ναυάγιο στα δόντια τους,
ηφαίστειο στις καρδιές τους,
κομήτες στο προσκέφαλό τους
και οβίδες στα δάκτυλά τους;

Πώς να μιλήσεις σε έναν νεκρό για ζωή
και πώς η ζωή να πει στον νεογέννητο άνθρωπο
πως χρήζει αθανασία;


Είμαστε ποιήματα.
Αγκαλιάζουμε κουρελιασμένα ρούχα
και πλάθουμε μεταξωτά φουλάρια
που κρύβουν πληγές από πνιγμό.

Αναζητούμε το αύριο επειδή το τώρα,
μοιάζει οικτρό.
Λανθασμένα αγγίζουμε το χώμα
που έσκαψε η μοναξιά μας.

Τα ζώα, η δύναμή μας 

σε αυτό που ορίζει η αγάπη
κι η αγάπη· δώρο,
ανταμοιβή στο τίποτα,
που σαν θηλιά στο λαιμό
μας χαρίστηκε.

Είμαστε ποιήματα.
Εκδιωγμένοι, να ζήσουμε αιώνια.
Εξόριστοι, να ξεσκεπάσουμε την απάτη.
Λιποτάκτες, να ανακαλύψουμε τη ζωή.
Ενδόμυχοι, να προσκυνήσουμε τη σιωπή.


~~ Είμαστε ποιήματα - Κική Κωνσταντίνου



Σχόλια

  1. Είμαστε ποιήματα; Είμαστε εύπλαστη ουσία τέχνης; Ένα πρόπλασμα, που μπορεί να γίνει όμορφο, δημιουργικό; Είμαστε αν καλλιεργήσουμε σωστά τα εργαλεία μας.
    Καλησπέρα Κική μου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Ευτυχία, η Κλόουν

  Την λέγανε Ευτυχία. Όχι ειρωνικά. Αυτό της είχαν δώσει για όνομα κι ας μην τα έφερε εύκολα η ζωή της. Είχε περάσει πολλά. Είχε χάσει ανθρώπους, είχε κλείσει πράγματα μέσα της, είχε κλάψει σιωπηλά αλλά ποτέ της δεν τα ξέχασε. Δεν έκανε πως δεν υπάρχουν. Τα κράτησε! Όχι για να την βαραίνουν, αλλά για να τα γυρίσει ανάποδα και να τα κάνει κάτι άλλο, κάτι το αναγεννητικό. Μια μέρα αποφάσισε να γίνει Κλόουν . Όχι για να κάνει την αστεία. Δεν της ταίριαζε αυτό, το έκανε γιατί ήθελε να είναι κοντά σε παιδιά που πονούσαν. Να τους δώσει κάτι απλό, κάτι καθαρό, κάποιου είδους μαγεία. Κάτι που της είχε λείψει όταν ήταν εκείνη μικρή. Λίγη χαρά χωρίς ερωτήσεις. Έραψε μόνη της τη στολή της. Ζωγράφισε στο μάγουλο ένα μικρό φεγγάρι. Πήρε μια σακούλα, την γέμισε μπαλόνια και πήγε σε παιδικά νοσοκομεία. Όμως τα μπαλόνια της δεν ήταν απλά ούτε μονότονα. Ήταν πολύχρωμα. Κόκκινα, μπλε, πράσινα, κίτρινα, ροζ. Και το καθένα είχε ζωγραφισμένο πάνω του ένα  δάκρυ . Όχι όπως το φαντάζεσαι. Όχι...

ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΗΣ.

Τα μάτια της είναι δυο άντρα όπου σπινθηρίζει αόριστα το μυστήριο, και το βλέμμα της φωτίζει σαν αστραπή: είναι μια έκρηξη μέσα στα σκότη… Υπάρχουν γυναίκες που εμπνέουν την επιθυμία να τις νικήσεις και να τις απολαύσεις… αλλά αυτή εδώ σου γεννάει τον πόθο να πεθάνεις αργά κάτω απ’ το βλέμμα της (Σαρλ Μπωντλαίρ, από το ποίημα «Η επιθυμία της περιγραφής»)