Εκφραστικοί μουυυυυυυ...
Καλημέρα και καλή εβδομάδα να έχουμε.
Υποθέτω πως σας έχει επηρεάσει και εσάς το σκηνικό του καιρού, που μετά τη χθεσινή ηλιοφάνεια, τουλάχιστον στη Χαλκίδα, τσουπ, εμφανίστηκε και πάλι αυτή η περίεργη, χλωμή μουντάδα.
Ομολογώ πως κουράστηκα και θέλω να αλλάξει ο καιρός, να έρθει πίσω η Άνοιξη. Με ακούει κανείς; (και κάπου εδώ χαζεύω τον ουρανό αλλά δεν πέρνω απάντηση).
Όπως καταλαβαίνεται, αν και ενοχλημένη από το καιρό, έχω διάθεση για πειράγματα και αστειισμούς.
Για σήμερα, σας έχω λουλουδάτες και όχι μόνο, φωτογραφίες, που έρχονται από την Βόρεια Εύβοια και τις έχω βγαλει εγώ, όχι όλες, αλλά ήμουν παρούσα τουλάχιστον. χεχεχε
Εμ, λέω τόσες φώτο των Λαφύρων έχω από τόσο αγαπημένο κόσμο, να μη του βγάλω και εγώ μερικές;
Κι επειδή και καιρός με πάει κόντρα, θα τον πάω κι εγώ σήμερα, έτσι πείσμα για αλλαγή.
Αφού κύριε δε μου αφήνεις να απολαύσω την Άνοιξη, θα σε κάνω εγώ να την απολαύσεις!
Καλά δε λέω, φίλοι; (όχι, θα κάτσω να σκάσω) :P
Ίσως να είχαν δίκιο που έβαλαν την αγάπη στα βιβλία. Ίσως επειδή δεν θα μπορούσε να ζει πουθενά αλλού.
William Faulkner, 1897-1962 , Αμερικανός συγγραφέας, Νόμπελ 1949
William Faulkner, 1897-1962 , Αμερικανός συγγραφέας, Νόμπελ 1949
Εσβήναν τα χρυσάνθεμα σαν πόθοι
στον κήπον όταν ήρθες. Εγελούσες
γαλήνια, σα λευκό χαμολουλούδι.
Αμίλητος, τη μέσα μου μαυρίλα
την έκανα γλυκύτατο τραγούδι
κι απάνω σου το λέγανε τα φύλλα.
Όταν Ήρθες – Κώστας Καρυωτάκης
Δημοσιεύτηκε στον «Νουμά» (650), 21 Σεπτεμβρίου 1919
στον κήπον όταν ήρθες. Εγελούσες
γαλήνια, σα λευκό χαμολουλούδι.
Αμίλητος, τη μέσα μου μαυρίλα
την έκανα γλυκύτατο τραγούδι
κι απάνω σου το λέγανε τα φύλλα.
Όταν Ήρθες – Κώστας Καρυωτάκης
Δημοσιεύτηκε στον «Νουμά» (650), 21 Σεπτεμβρίου 1919
Τα σώματά μας θα χαθούν θα σβήσουν
από μας θα μείνει μέχρι της συντελείας των αιώνων αυτό το “σε αγαπώ” που σου ψιθύρισα στις ώρες τις πιο κρυφές.
Νίκος Εγγονόπουλος, 1910-1985, Έλληνας ποιητής
από μας θα μείνει μέχρι της συντελείας των αιώνων αυτό το “σε αγαπώ” που σου ψιθύρισα στις ώρες τις πιο κρυφές.
Νίκος Εγγονόπουλος, 1910-1985, Έλληνας ποιητής
Η αγάπη είναι ο φόβος που μας ενώνει με τους άλλους
Όταν υπόταξαν τις μέρες μας και τις κρεμάσανε σα δάκρυα
Όταν μαζί τους πεθάνανε σε μιαν οικτρή παραμόρφωση
Τα τελευταία μας σχήματα των παιδικών αισθημάτων
Και τι κρατά τάχα το χέρι που οι άνθρωποι δίνουν;
Ξέρει να σφίγγει γερά εκεί που ο λογισμός μας ξεγελά
Την ώρα που ο χρόνος σταμάτησε και η μνήμη ξεριζώθηκε
Σα μιαν εκζήτηση παράλογη πέρα από κάθε νόημα;
(κι αυτοί γυρίζουν πίσω μια μέρα χωρίς στο μυαλό μια
ρυτίδα
βρίσκουνε τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους μεγάλωσαν
πηγαίνουνε στα μικρομάγαζα και στα καφενεία της συνοικίας
διαβάζουνε κάθε πρωί την εποποιία της καθημερινότητας.)
Πεθαίνουμε τάχα για τους άλλους ή γιατί έτσι νικούμε τη ζωή
Ή γιατί έτσι φτύνουμε ένα-ένα τα τιποτένια ομοιώματα
Και μια στιγμή στο στεγνωμένο νου τους περνά μιαν ηλιαχτίδα
Κάτι σα μια θαμπή ανάμνηση μιας ζωικής προϊστορίας.
Φτάνουμε μέρες που δεν έχεις πια τι να λογαριάσεις
Συμβάντα ερωτικά και χρηματιστηριακές επιχειρήσεις
Δε βρίσκεις καθρέφτες να φωνάξεις τ’ όνομά σου
Απλές προθέσεις ζωής διασφαλίζουν μιαν επικαιρότητα
Ανία, πόθοι, όνειρα, συναλλαγές, εξαπατήσεις
Κι αν σκέφτομαι είναι γιατί η συνήθεια είναι πιο προσιτή από την τύψη.
Μα ποιός θά ’ρθει να κρατήσει την ορμή μιας μπόρας που πέφτει; Ποιός θα μετρήσει μια μια τις σταγόνες πριν σβήσουν στο χώμα.
Πριν γίνουν ένα με τη λάσπη σαν τις φωνές των ποιητών;
Επαίτες μιας άλλης ζωής της Στιγμής λιποτάχτες.
ητούνε μια νύχτα απρόσιτη τα σάπια τους όνειρα.
Γιατί η σιωπή μας είναι ο δισταγμός για τη ζωή και το θάνατο.
Μανώλης Αναγνωστάκης, Η αγάπη είναι Ο φόβος.
ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, εκδόσεις ΣΤΙΓΜΗ.
Όταν υπόταξαν τις μέρες μας και τις κρεμάσανε σα δάκρυα
Όταν μαζί τους πεθάνανε σε μιαν οικτρή παραμόρφωση
Τα τελευταία μας σχήματα των παιδικών αισθημάτων
Και τι κρατά τάχα το χέρι που οι άνθρωποι δίνουν;
Ξέρει να σφίγγει γερά εκεί που ο λογισμός μας ξεγελά
Την ώρα που ο χρόνος σταμάτησε και η μνήμη ξεριζώθηκε
Σα μιαν εκζήτηση παράλογη πέρα από κάθε νόημα;
(κι αυτοί γυρίζουν πίσω μια μέρα χωρίς στο μυαλό μια
ρυτίδα
βρίσκουνε τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους μεγάλωσαν
πηγαίνουνε στα μικρομάγαζα και στα καφενεία της συνοικίας
διαβάζουνε κάθε πρωί την εποποιία της καθημερινότητας.)
Πεθαίνουμε τάχα για τους άλλους ή γιατί έτσι νικούμε τη ζωή
Ή γιατί έτσι φτύνουμε ένα-ένα τα τιποτένια ομοιώματα
Και μια στιγμή στο στεγνωμένο νου τους περνά μιαν ηλιαχτίδα
Κάτι σα μια θαμπή ανάμνηση μιας ζωικής προϊστορίας.
Φτάνουμε μέρες που δεν έχεις πια τι να λογαριάσεις
Συμβάντα ερωτικά και χρηματιστηριακές επιχειρήσεις
Δε βρίσκεις καθρέφτες να φωνάξεις τ’ όνομά σου
Απλές προθέσεις ζωής διασφαλίζουν μιαν επικαιρότητα
Ανία, πόθοι, όνειρα, συναλλαγές, εξαπατήσεις
Κι αν σκέφτομαι είναι γιατί η συνήθεια είναι πιο προσιτή από την τύψη.
Μα ποιός θά ’ρθει να κρατήσει την ορμή μιας μπόρας που πέφτει; Ποιός θα μετρήσει μια μια τις σταγόνες πριν σβήσουν στο χώμα.
Πριν γίνουν ένα με τη λάσπη σαν τις φωνές των ποιητών;
Επαίτες μιας άλλης ζωής της Στιγμής λιποτάχτες.
ητούνε μια νύχτα απρόσιτη τα σάπια τους όνειρα.
Γιατί η σιωπή μας είναι ο δισταγμός για τη ζωή και το θάνατο.
Μανώλης Αναγνωστάκης, Η αγάπη είναι Ο φόβος.
ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, εκδόσεις ΣΤΙΓΜΗ.
Μεσ’ από το βάθος των καλών καιρών
οι αγάπες μας πικρά μάς χαιρετάνε.
Δεν αγαπάς και δε θυμάσαι, λες.
κι αν φούσκωσαν τα στήθη κι αν δακρύζεις
που δεν μπορείς να κλάψεις όπως πρώτα,
δεν αγαπάς και δεν θυμάσαι, ας κλαις.
Ξάφνου θα ιδείς δυο μάτια γαλανά
— πόσος καιρός! — τα χάιδεψες μια νύχτα·
και σα ν’ ακούς εντός σου να σαλεύει
μια συφορά παλιά και να ξυπνά,
Θα στήσουνε μακάβριο το χορό
οι θύμησες στα περασμένα γύρω·
και θ’ ανθίσει στο βλέφαρο σαν τότε
και θα πέσει το δάκρυ σου πικρό.
Τα μάτια που κρεμούν — ήλιοι χλωμοί —
το φως στο χιόνι της καρδιά και λιώνει,
οι αγάπες που σαλεύουν πεθαμένες
οι πρώτοι ξανά που άναψαν καημοί…
Νοσταλγία, Κ. Γ. Καριωτάκης, Ποιήματα και πεζά, εκδ. Γράμματα
οι αγάπες μας πικρά μάς χαιρετάνε.
Δεν αγαπάς και δε θυμάσαι, λες.
κι αν φούσκωσαν τα στήθη κι αν δακρύζεις
που δεν μπορείς να κλάψεις όπως πρώτα,
δεν αγαπάς και δεν θυμάσαι, ας κλαις.
Ξάφνου θα ιδείς δυο μάτια γαλανά
— πόσος καιρός! — τα χάιδεψες μια νύχτα·
και σα ν’ ακούς εντός σου να σαλεύει
μια συφορά παλιά και να ξυπνά,
Θα στήσουνε μακάβριο το χορό
οι θύμησες στα περασμένα γύρω·
και θ’ ανθίσει στο βλέφαρο σαν τότε
και θα πέσει το δάκρυ σου πικρό.
Τα μάτια που κρεμούν — ήλιοι χλωμοί —
το φως στο χιόνι της καρδιά και λιώνει,
οι αγάπες που σαλεύουν πεθαμένες
οι πρώτοι ξανά που άναψαν καημοί…
Νοσταλγία, Κ. Γ. Καριωτάκης, Ποιήματα και πεζά, εκδ. Γράμματα
Εξάλλου εξαγνισμός δεν είναι ο Έρωτας;
Ευφορία και πίστη δεν είναι η Αγάπη;
Ας μείνει για πάντα εκεί ψηλά, σαν Ύψιστος που βρήκε τον δρόμο του επάνω σε ένα και μοναδικό αστέρι.
Ένα αστέρι, λυχνάρι και οδηγός για όσους έχασαν το δρόμο τους παρακινούμενοι από ψεύτικους και άκαρπους χάρτες.
Ώρες ώρες θα ’θελα να «κλέψω» ένα διθέσιο αεροπλάνο και να ’ρθω να σε βρω και να σε φέρω πίσω, όμως η καρδιά μου σφίγγετε όταν ξέρει πως στην ουσία το μόνο που θέλω είναι να σε αιχμαλωτίσω.
Θέλω να σε κάνω το προσωπικό μου περιστέρι, τον αποκλειστικό μου «ταχυδρόμο», εκείνον που θα γράφω ραβασάκια και δένοντάς τα με λεπτή, κόκκινη κλωστή στο λεπτοκαμωμένο, μικροσκοπικό σου πόδι θα τα αφήσω να ταξιδέψουν και «ραντιστούν» από τις στάλες του Αιγαίου, του Ουρανού και ενός βαθιού πελάγους που ο άνθρωπος δεν εχει ακόμη ανακαλύψει!
Τι εγωιστικό Θεέ μου! Να θέλω να κάνω «ταχυδρόμο» την Αγάπη όταν ακόμη δεν έμαθα να «γράφω»! Να τη βάζω να ταξιδεύει σε πολιτείες μακρινές, αψηφώντας όλους τους κινδύνους μεταφέροντας τα γράμματά μου, όταν μόλις εχθές έμαθα να κρατώ την πένα.
Γιατί ναι, για να μάθεις να γράφεις πρέπει πρώτα να μάθεις να μιλάς και εγώ είχα την απαίτηση να προλαβαίνεις ότι θέλω να σου πω πριν καν αρθρώσω λέξη.
Αλλά έτσι είμαστε οι άνθρωποι. Άρπαγες όλων, όπως πάντα!
Είμαστε ένας βαθύς λάκκος από άμμο που το μόνο που θέλει δίπλα του είναι μια γούρνα με νερό, αδιαφορώντας αν η γούρνα αυτό πού αποζητάει είναι ένα φυλλοβόλο και ένα αειθαλές δέντρο.
Αχ! Αχ και να μπορούσα να σε φέρω πίσω!
Αχ και να ήμουνα σαν όλη τη συνήθη μάζα!
Να είχα απαιτήσεις από ’σένα μα υποχρέωση καμία!
Ίσως μόνο όσες είχα τολμήσει να δημιουργήσω και να διεκπεραιώσω εγώ!
Να το πάλι το Εγώ!
Ίσως αν δεν υπήρχε αυτό το καταραμένο «Ε», να μη μου είχες φύγει!
Ίσως τότε η φυγή να ήταν ένα όνειρο που με το πρώτο φως τυλίχθηκε στο πέπλο μιας άλλης ομιχλώδους μέρας.
Ίσως αν είχα μάθει το Εμείς να το γράφω με μικρό το αρχικό του γράμμα και να μην το προφέρω κραυγαλέα, να ήσουνα εδώ και να μου κράταγες το χέρι σφιχτά, σαν την πρώτη φορά που μου είπες έλα στον κόσμο, στη ζωή μου.
Μα, αν τα είχα κάνει όλα αυτά θα ήσουνα άραγε ’κει πάνω για να με φωτίζεις τώρα; Θα ήσουνα ’κει πάνω να με λούζεις με μια διάφανη, χρυσή οπτασία που δεν μπορώ να περιγράψω μα νοιώθω τόσο ευγνώμων που αγγίζει και αγγαλιάζει το σώμα μου;
Ίσως να ήσουνα εδώ να μου χάιδευες την πλάτη μα τώρα ξέρω πως κανένα ανθρώπινο σημείο του σώματος δεν μας ανήκει και μάλιστα για πάντα.
Ίσως τα αγνά και άδολα συναισθήματα να πρέπει να εξιλεώνονται στον ουρανό πριν τα μολύνει και τα μετατρέψει σε κάτι αδιάφορο και κακό η κοινωνία και η ματαιοδοξία των ανθρώπων.
Ίσως αν έμενες εδώ να διαρκούσες λίγο. Όσο θα ζούσα, όσο θα ζούσες! Κι αν αυτό είναι πολύ για κάποιους ξέρω πως η Αγάπη οφείλει να ζει και να τιθασεύει ανά αιώνες! Με τη βοήθειά μας! Την διάδοσή της σε έναν πιο φιλεύσπλαχνο, ειρηνικό και ανθρώπινο κόσμο!
Το μόνο που με παρηγορεί ειναι που ξέρω πως εκεί που πας δε θα ξεφτίσεις! Αυτό είναι το φάρμακο στον πόνο της ψυχής μου! Εκεί ψηλά που πήγες, που πας, ξέρω πως θα μείνεις για πάντα! Το νιώθω κάπου αριστερά στο στήθος μου, που σπαρταρά σα να παίρνει για πρώτη φορά ανάσα!
Κι επειδή σήμερα βρίσκομαι. εκτός όλων των άλλων, σε τρυφερή διάθεση, είπα να "κλείσω" αυτόν τον κύκλο γνωμικών - στίχων - ποιημάτων, με ένα δικό μου απόσπασμα από το ποίημα σε ελεύθερο στίχο "Η Φυγή", της πρώτης μου ποιητικής συλλογής "Τα Λάφυρα της Ψυχής μου".
Να είστε όλοι καλά και να αγαπάτε με όλη σας τη ψυχή.
Ευφορία και πίστη δεν είναι η Αγάπη;
Ας μείνει για πάντα εκεί ψηλά, σαν Ύψιστος που βρήκε τον δρόμο του επάνω σε ένα και μοναδικό αστέρι.
Ένα αστέρι, λυχνάρι και οδηγός για όσους έχασαν το δρόμο τους παρακινούμενοι από ψεύτικους και άκαρπους χάρτες.
Ώρες ώρες θα ’θελα να «κλέψω» ένα διθέσιο αεροπλάνο και να ’ρθω να σε βρω και να σε φέρω πίσω, όμως η καρδιά μου σφίγγετε όταν ξέρει πως στην ουσία το μόνο που θέλω είναι να σε αιχμαλωτίσω.
Θέλω να σε κάνω το προσωπικό μου περιστέρι, τον αποκλειστικό μου «ταχυδρόμο», εκείνον που θα γράφω ραβασάκια και δένοντάς τα με λεπτή, κόκκινη κλωστή στο λεπτοκαμωμένο, μικροσκοπικό σου πόδι θα τα αφήσω να ταξιδέψουν και «ραντιστούν» από τις στάλες του Αιγαίου, του Ουρανού και ενός βαθιού πελάγους που ο άνθρωπος δεν εχει ακόμη ανακαλύψει!
Τι εγωιστικό Θεέ μου! Να θέλω να κάνω «ταχυδρόμο» την Αγάπη όταν ακόμη δεν έμαθα να «γράφω»! Να τη βάζω να ταξιδεύει σε πολιτείες μακρινές, αψηφώντας όλους τους κινδύνους μεταφέροντας τα γράμματά μου, όταν μόλις εχθές έμαθα να κρατώ την πένα.
Γιατί ναι, για να μάθεις να γράφεις πρέπει πρώτα να μάθεις να μιλάς και εγώ είχα την απαίτηση να προλαβαίνεις ότι θέλω να σου πω πριν καν αρθρώσω λέξη.
Αλλά έτσι είμαστε οι άνθρωποι. Άρπαγες όλων, όπως πάντα!
Είμαστε ένας βαθύς λάκκος από άμμο που το μόνο που θέλει δίπλα του είναι μια γούρνα με νερό, αδιαφορώντας αν η γούρνα αυτό πού αποζητάει είναι ένα φυλλοβόλο και ένα αειθαλές δέντρο.
Αχ! Αχ και να μπορούσα να σε φέρω πίσω!
Αχ και να ήμουνα σαν όλη τη συνήθη μάζα!
Να είχα απαιτήσεις από ’σένα μα υποχρέωση καμία!
Ίσως μόνο όσες είχα τολμήσει να δημιουργήσω και να διεκπεραιώσω εγώ!
Να το πάλι το Εγώ!
Ίσως αν δεν υπήρχε αυτό το καταραμένο «Ε», να μη μου είχες φύγει!
Ίσως τότε η φυγή να ήταν ένα όνειρο που με το πρώτο φως τυλίχθηκε στο πέπλο μιας άλλης ομιχλώδους μέρας.
Ίσως αν είχα μάθει το Εμείς να το γράφω με μικρό το αρχικό του γράμμα και να μην το προφέρω κραυγαλέα, να ήσουνα εδώ και να μου κράταγες το χέρι σφιχτά, σαν την πρώτη φορά που μου είπες έλα στον κόσμο, στη ζωή μου.
Μα, αν τα είχα κάνει όλα αυτά θα ήσουνα άραγε ’κει πάνω για να με φωτίζεις τώρα; Θα ήσουνα ’κει πάνω να με λούζεις με μια διάφανη, χρυσή οπτασία που δεν μπορώ να περιγράψω μα νοιώθω τόσο ευγνώμων που αγγίζει και αγγαλιάζει το σώμα μου;
Ίσως να ήσουνα εδώ να μου χάιδευες την πλάτη μα τώρα ξέρω πως κανένα ανθρώπινο σημείο του σώματος δεν μας ανήκει και μάλιστα για πάντα.
Ίσως τα αγνά και άδολα συναισθήματα να πρέπει να εξιλεώνονται στον ουρανό πριν τα μολύνει και τα μετατρέψει σε κάτι αδιάφορο και κακό η κοινωνία και η ματαιοδοξία των ανθρώπων.
Ίσως αν έμενες εδώ να διαρκούσες λίγο. Όσο θα ζούσα, όσο θα ζούσες! Κι αν αυτό είναι πολύ για κάποιους ξέρω πως η Αγάπη οφείλει να ζει και να τιθασεύει ανά αιώνες! Με τη βοήθειά μας! Την διάδοσή της σε έναν πιο φιλεύσπλαχνο, ειρηνικό και ανθρώπινο κόσμο!
Το μόνο που με παρηγορεί ειναι που ξέρω πως εκεί που πας δε θα ξεφτίσεις! Αυτό είναι το φάρμακο στον πόνο της ψυχής μου! Εκεί ψηλά που πήγες, που πας, ξέρω πως θα μείνεις για πάντα! Το νιώθω κάπου αριστερά στο στήθος μου, που σπαρταρά σα να παίρνει για πρώτη φορά ανάσα!
Κι επειδή σήμερα βρίσκομαι. εκτός όλων των άλλων, σε τρυφερή διάθεση, είπα να "κλείσω" αυτόν τον κύκλο γνωμικών - στίχων - ποιημάτων, με ένα δικό μου απόσπασμα από το ποίημα σε ελεύθερο στίχο "Η Φυγή", της πρώτης μου ποιητικής συλλογής "Τα Λάφυρα της Ψυχής μου".
Να είστε όλοι καλά και να αγαπάτε με όλη σας τη ψυχή.
Το ότι τις φωτογραφίες, τις συνοδεύω, όσο μπορώ, ανάλογα, το βλέπετε υποθέτω, δε χρειάζεται να σας το αναλύσω, πάντως νιώθω ιδιαίτερα όμορφα γι΄αυτό. Εύχομαι να το απολαμβάνεται κι εσείς..
Καλή συνέχεια στη μέρα σας εκφραστικοί μου.
Να είστε όλοι καλά.
Υπέροχη ανάρτηση !!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜοναδικά τα λάφυρα της ψυχής σου, προσφέροντάς τα σε μας τόσο απλόχερα !!
Καλή συνέχεια ευγενική μας φίλη!!
Την καλημέρα μου !!
Μέσα στα κείμενα κατατίθενται τα σχέδια για το πώς θ' ανθίσουν και θα εξελιχθούν οι Ψυχές, αναρριχώμενες..
ΑπάντησηΔιαγραφήΜετά την ολοκλήρωση του σχεδίου, ξεκινά η μεγάλη πρόκληση της ΥλοΠοίησης...
Εκεί χτίζεται η Άνοιξη που ψάχνουμε, όχι στον περιβάλλοντα χώρο!!...
;))
(Υπέροχες οι φωτογραφίες!..)
Θα πω για πολλοστή φορά ότι η Βόρεια Εύβοια είναι ακαταμάχητη, αν και λόγω ανωτέρας βίας επισκέπτομαι τα τελευταία χρόνια μόνο τη Νότια που έχει κι εκεί πολλές ομορφιές.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα Λάφυρα της Ψυχής σου αξίζουν σίγουρα τη θέση ανάμεσα στα λουλούδια κι οι υπέροχες ανθισμένες εικόνες ταίριαξαν θαυμάσια με τα ποιήματα!
Να είσαι κι εσύ πάντα καλά!
Σε φιλώ εκφραστικό μου κορίτσι!
Το απολαμβανω! Οι στιχοι που επιλεγεις καθε φορα ειναι μοναδικοι!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΛουλούδι μέσα στα λουλούδια το βιβλίο σου καλή μου και αγαπητή μου φίλη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝάσαι καλά.
Πολύ όμορφα το τίμησες το βιβλιο σου. Του αξίζει! Τριαντάφυλλο μέσα στα τριαντάφυλλα αν και χωρίς αγκάθια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜας έφτιαξες τη διάθεση Κικίτσα μου
Φιλάκια πολλά
Λατρεύω βόρεια Εύβοια! Φιλάκια φίλη μου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠανέμορφες φωτο και τα τραινταφυλλα υπέροχα!!
ΑπάντησηΔιαγραφή