Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

HΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑΤΑ ΜΩΡΟ ΜΟΥ, ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑΤΑ.




Ήλιε, σαν φλογερός κύκνος που λούζεσαι
Στο πέλαο, καμαρώνω τη δροσιά σου!
Απ' το γυμνό σου σώμα είναι που χύθηκε
Το μύρο σταγεράκι του έρμου δάσου,
Που οι κρίνοι πίνοντας το έγλυκομέθησαν;
Στάσου, να βυθιστώ κ' εγώ μαζί σου!
Ταστεριά, στα στρωτά νερά που πλέουνε,
Ριγμένα σαν ανθοί απ' την κορυφή σου,
Πα στο άρρωστό μου σώμα να γλιστρήσουνε
Κι απ' το χρυσό ανατρίχιασμα πιο νέος
Ίσως στον ίδιο δρόμο που με λέρωσε
Νάβγω και πιο καθάριος και πιο ωραίος!...
Μα ως να σε φτάσω, η νύχτα με προσπέρασε
Και μόνο ιδρός και μια πληγή μεγάλη
Μου βρέχουν τα μαλλιά και την καρδούλα μου…
Είναι μακριά πολύ το περιγιάλι!...
Του κόσμου η θύρα εκλείστηκε από πίσω σου·
Νεράιδες με το στήθος τους το ολάσπρο
Σου κλειούν τα μάτια εσέ στα βάθη τάδυτα
Κ' εγώ στις αγκαθιές πέφτω σαν άστρο!...

Hλιοβασίλεμα, Κώστας Βάρναλης




Πίσω από μακρινές κορφές ο ήλιος βασιλεύει,
και τ’ ουρανού τα σύνορα χίλιες βαφές αλλάζουν,
πράσινες, κόκκινες, ξανθές, ολόχρυσες, γαλάζες,
κι ανάμεσά τους σκάει λαμπρός λαμπρός ο Αποσπερίτης.
Την πύρη του καλοκαιριού την σβηεί γλυκό αγεράκι
που κατεβάζουν τα βουνά, που φέρνουν τ’ ακρογιάλια.
Ανάρια τα κλωνάρια του κουνάει ο γερο-πεύκος,
και πίνει και ρουφάει δροσιά κι αχολογάει και τρίζει,
η βρύση η χορταρόστρωτη δροσίζει τα λουλούδια,
και μ’ αλαφρό μουρμουρητό γλυκά τα νανουρίζει·
θολώνει πέρα η θάλασσα, τα ριζοβούνια ισκιώνουν,
τα ζάλογκα μαυρολογούν, σκύβουν τα φρύδια οι βράχοι,
κι οι κάμποι γύρου οι απλωτοί πράσινο πέλαο μοιάζουν.

Απ’ όξω, από τα οργώματα, γυρνούνε οι ζευγολάτες,
ηλιοκαμένοι, ξέκοποι, βουβοί, αποκαρωμένοι,
με τους ζυγούς, με τα βαριά τ’ αλέτρια φορτωμένοι,
και σαλαγούν από μπροστά τα δυο καματερά τους,
τρανά, στεφανοκέρατα, κοιλάτα, με μακριά τραχηλιά τραχηλάτα,
«Oώ! φωνάζοντας, οώ! Μελισσηνέ, Λαμπίρη»·
κι αργά τα βόδια περπατούν και πού και πού μουγκρίζουν.
Γυρνούνε από τα έργα τους οι λυγερές, γυρνούνε
με τα ζαλίκια αχ τη λογγιά, με τα σκουτιά αχ το πλύμα,
με τες πλατιές των τες ποδιές σφογγίζοντας τον ίδρω·
και σ’ όποιο δέντρο κι αν σταθούν, σ’ όποιο κοντρί ακουμπήσουν,
εις το μουρμούρι του κλαριού, εις τη θωριά του βράχου
γλυκόν γλυκό και πρόσχαρον χαιρετισμό ξανοίγουν:
«Γεια και χαρά στον κόσμο μας, στον όμορφό μας κόσμο!»

Ηλιοβασίλεμα, Κώστας Κρυστάλλης





Μου βάσταξες τις σκαλωσιές του ήλιου – ώσπου αναλήφθηκα.
Είδα τον κόσμο από το ύψος του τελευταίου φωτός.
Είσαι συ, που με βοήθησες ν' ανακαλύψω λοιπόν
πως ο κόσμος γυρίζει έξω απ' τη νύχτα.
Πως ο άνθρωπος είναι ένα σύστημα ήλιου. Πως όλα
τα κύτταρά μου είναι λίμνες που αναδίνουνε φως.
Κι είσαι συ που με βοήθησες ν' ανακαλύψω πως τ' αστέρια είναι
πεντάγραμμα,
πως τ' αυτιά δεν ακούν, πως δε νιώθουν τα δάχτυλα
τη μωβ απόχρωση της πέτρας όταν δύει ο ήλιος.
Και πως ο ήλιος αυτός είναι ο μέγας εξουσιοδοτημένος του στερεώματος,
να 'ναι ο πανταχού παρών – σ' όλα τα βάθη του.
Να βρίσκει χιλιάδες φλεβίτσες και να διακλαδίζεται μες στο γρανίτη,
να φορεί στέφανο χρυσό στο κεφαλάκι του βρέφους
που περιμένει το πλήρωμά του στο σκοτάδι της μήτρας,
ν' αναβλύζει απ' τα βάθη των θαλασσών,
να κυκλοφορεί μες στα χρώματα των ζωγράφων
και μες στους στίχους των ποιητών
και μες στα πόδια που χορεύουν
και μες στους ήχους του «αλληλούια».

Κι η σιωπηλή παρουσία σου μ' έμαθε πως σιωπή δεν υπάρχει.
Άκουσα να θροΐζει η ψυχή σου όπως ένας πευκώνας το καλοκαίρι.
Τα δάχτυλά σου μ' αγγίξαν σαν ένα σμήνος πουλιών.
Κι όταν χαμογελάς ακούω μιαν άρπα.
Κι όταν σκέφτεσαι ακούω που σκέφτεσαι.
Κι όταν αγαπάς τα παιδιά που ευλόγησεν ο Ιησούς, πάλι, ακούω.
Κι ακούω το ρόδινο σύννεφο όταν ακουμπάει στο βουνό.
Κι ακούω το στάχυ όταν πίνει μια σταγόνα νερού.
Κι όταν τη νύχτα κοιτάζεις τον ουρανό
ακούω τ' αστέρι που πλέει μες στο βλέμμα σου.

Κι είναι αυτό που ακούω πολύ δυνατότερο
απ' αυτό που γράφω κι απ' αυτό που μπορώ να σου ειπώ.
Όλα είναι γραμμένα. Αρκεί να μπορεί να διαβάζει η καρδιά
τα ψηφία της κτίσεως. Οι στίχοι είναι αντίλαλοι.
Απόψε τελειώσανε όλες οι λέξεις μου.
Ακούω το ποτάμι ζητώντας να ξεκλέψω τα λόγια του.
Αφουγκράζομαι στο άπειρο το χαίρε των κόσμων
που παραπλέουν ο ένας τον άλλο – χαιρετιώνται κι αποχωρίζονται.
Αλλά η γλώσσα του σύμπαντος έχει μια μόνο λέξη.
Όλα λένε: «Αγάπη». Κι όταν γράφω «αγάπη» δεν έχω πια άλλο.
Αλλά εγώ σ' αγαπώ. Και γι' αυτό κομματιάζω
τη λέξη «αγάπη» σε χιλιάδες ρινίσματα
και ζυμώνω τα χρώματα, όχι σα να 'ναι να ειπώ ή να γράψω,
αλλά
σα να 'μαι ο παντοκράτορας ενός μεγάλου περβολιού
και να θέλουν τα χέρια μου να υφάνουνε κρίνα.

Είσαι εσύ, που με φύσηξες σαν ένας αγέρας απ' τα ανοιχτά του Θεού.
Το νερό σου περίσσεψε κάτω στις ρίζες μου κι έκαμε
ν' ανοίξει η ψυχή μου σαν μια φωτεινή φυλλωσιά,
κι είμ' εγώ που σου ετοίμασα στέγη.
Το Μάρτη σε στεφάνωσα με χελιδόνια.
Κι έκαμα να φυτρώσουνε κάτω στο γύρο του φουστανιού σου αγριολούλουδα,
που κυνηγιούνται σαν φώτα πολύχρωμα όταν χορεύεις
ή όταν ονειρεύεσαι πως χορεύεις και τινάζεσαι ανάλαφρα
σα να ζητάς να πιαστείς απ' το υπέρτατο φως.

Δεν ξέρω τι θα 'πρεπε να σου γράψω, τι να σου ειπώ.
Πρέπει να 'ναι μεγάλος ο κήπος που θα σε περπατήσω.
Κι ευτυχώς που είναι ο κόσμος απέραντος και τον έχουμε όλοι μαζί
και μπορεί να διαλέξει κανείς ό,τι θέλει.
Θα τυλίξω στα δάχτυλά μου τα νήματα του νερού,
θα ξεδιαλέξω το μετάξι του ήλιου απλώνοντάς τον πάνω σε άνθη
αχλαδιάς,
θα βγάλω το μπρισίμι απ' το ζέφυρο,
να σου φτιάξω ένα ένδυμα γάμου.
Απόψε σε παντρεύω με την αιωνιότητα.
Περνώ το χρυσό δαχτυλίδι της ποίησής μου στο δάχτυλό σου.
Περνώ στα μαλλιά σου ένα στέφανο λεμονιάς
που στάζει χαραυγή και δροσιά, που στάζει αγάπη.
Το 'χω κομμένο από την παιδική αστροφεγγιά της καρδιάς μου.
Ο ουρανός μοναχά το' χει αγγίξει. Σ' το πρόσφερα σήμερα.
Περπάτησα όλο το Μάη μ' ανοιγμένα τα χέρια μου.
Η ψυχή μου ξεχείλιζε και τη μάζευα
όπως ξεχειλίζει μια κούπα νερό,
όπως ξεχειλίζει το φως σ' έναν κόρφο ξεκούμπωτο.
Δίπλωσα στην παλέτα μου το ουράνιο τόξο,
ανάλυσα της δύσης το βυσσινί μέσα στη φούχτα μου,
να σε φτιάξω να ταιριάζεις με τη δημιουργία του Θεού.

Κι όχι όπως μοιάζει το ένα αστέρι με το άλλο.
Να ξεχωρίζεις στην παγκόσμια τάξη.
Και πάντοτε να χορεύεις μ' ένα φουστάνι ουρανό,
μ' έναν θύσανο ήλιου ολόγυρα στα μαλλιά σου,
με τα χέρια σου ν' ανεβαίνουν ανάλαφρα, όμοια
με δυο κρίνους που προσφέρονται στην Παναγία την άνοιξη.

Ο Χορός του Κορυδαλλού, Νικηφόρος Βρεττάκος - «Ο Χρόνος και το Ποτάμι» [1957].
 
Εντάξει, με αυτούς τους στίχους ειδικά, ερωτεύομαι:

"Όλα λένε: «Αγάπη». Κι όταν γράφω «αγάπη» δεν έχω πια άλλο.
Αλλά εγώ σ' αγαπώ. Και γι' αυτό κομματιάζω
τη λέξη «αγάπη» σε χιλιάδες ρινίσματα
και ζυμώνω τα χρώματα, όχι σα να 'ναι να ειπώ ή να γράψω,
αλλά
σα να 'μαι ο παντοκράτορας ενός μεγάλου περβολιού
και να θέλουν τα χέρια μου να υφάνουνε κρίνα."

Καλό Σαββατοκύριακο να έχετε εκφραστικοί μου!
Να περάσετε όμορφα! 

 Οι φωτογραφίες από την αγαπημένη μου, Αλεξάνδρα Μουριοπούλου από την Καστοριά..!

Σχόλια

  1. Αγαπημένα τα ηλιοβασιλέματα, πάντοτε μαγικά - πώς να μην τα εξυμνήσει κανείς; Κι οι στίχοι που παρέθεσες υπέροχοι.
    Καλό Σ/Κ, Κική μου, φιλιά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ωραία τα ηλιοβασιλέματά σου!! Καλό σαββατοκύριακο Κική μου!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ηλιοβασιλεματα ποιητικα πραγματικα... Ελλη μου με όλη την σημασία της λέξεως μικρή μου σε ευχαριστούμε που τα μοιράστηκες μαζι μας.. να περασεις ενα ομορφο Σαββατοκυριακο.. φιλακιαααα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Πανέμορφα και ρομαντικά, ο,τι πρέπει για ιδανικά ανοιξιάτικα απογεύματα.. Καλό σ/κ Κικάκι :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Κική μου πάντα το Ηλιοβασίλεμμα ήταν η στιγμή της μέρας η πιο χιλιοτραγουδισμένη από την ποίηση αλλά και την τέχνη γενικότερα.
    Και φυσικά δεν χρειάζονται να αναφερθούν οι λόγοι αυτής της βαρύτητας της στιγμής αυτής που είναι τόσο μα τόσο σημειολογική όσο ακριβώς και αυτή της αυγής.
    Πολύ όμορφες οι επιλογές σου.
    Καλή συνέχεια να έχεις κορίτσι μου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Πανέμορφα τα ηλιοβασιλέματά σου!!!
    Καλό σ/κ!!!
    Φιλάκια

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Ωραίο το ηλιοβασίλεμα .. ειδικα οταν εισαι με ανθρωπους που αγαπάς!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Τα ηλιοβασιλέματα στην Ελλάδα είναι μοναδικά, οπότε δεν θα μπορούσαν παρά να εμπνεύσουν τον ποιητικό οίστρο! Άνοιξη έχουμε και τα ηλιοβασιλέματα παραπέμπουν σε ρομαντισμό και ερωτισμό!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Θα μπορούσε να είναι ανάρτηση για την Κοινωνία Ώρα αγάπης κατά κάποιο τρόπο :))
    Το ηλιοβασίλεμα (ειδικά δίπλα στη θάλασσα) είναι για μένα η καλύτερη στιγμή της μέρας! Η πιο γαλήνια!
    Πολλά φιλιά κοριτσάρα μου και καλή εβδομάδα να έχεις ! :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Υπέροχα Ηλιοβασίλεματα με τα τόσα όμορφα λόγια.
    Κική μου, ευχαριστούμε για αυτή την ανάρτηση!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Κάδος Εξομολόγησης

Στη γωνία μιας παλιάς γειτονιάς της Χαλκίδας, ανάμεσα σε δυο ξεθωριασμένα φανάρια και κάτω από μια γέρικη νεραντζιά, ζούσε ένας κάδος σκουπιδιών. Όχι από αυτούς τους καινούριους, τους πράσινους με τα ροδάκια που τρίζουν. Όχι! Αυτός ήταν παλιός, μεταλλικός, με βαθουλώματα και σημάδια από βροχές, κλωτσιές και καλοκαιρινές φωτιές. Τον έλεγαν Στέφανο. Ο Στέφανος δεν ήταν απλά ένας κάδος. Ήταν παρατηρητής. Ήξερε ποιος πετάει σκουπίδια στις δέκα το πρωί και ποιος στις τρεις τα ξημερώματα. Ήξερε ποια παιδιά κάνουν κοπάνα και κρύβουν τις τσάντες τους πίσω του, ποιος πετάει χαρτιά γεμάτα τύψεις αλλά και ποιος με ευχαρίστηση, ποιος πετάει το φαγητό του χωρίς να ενδιαφέρεται για όσους πεινούν αλλά και ποιοι φροντίζουν σε ειδική σακούλα, να κρεμάνε στο πλάι του φαγητά για τους άπορους.  Ένα βράδυ, καθώς η πόλη έβγαζε τις ρυτίδες της στο φως των δρόμων, ένας νεαρός στάθηκε μπροστά του. Κρατούσε ένα μικρό πακέτο χρώματος καφέ, το οποίο δεν έμοιαζε με σκουπίδι, αλλά ούτε και με σακούλα. Ο νεαρός ...

Οι κουρτίνες της γιαγιάς Χρυσάνθης

  Πηγή Η γιαγιά Χρυσάνθη ξύπνησε πολύ πρωί. Ο ήλιος  είχε αρχίσει να φωτίζει δειλά το σαλόνι της. Οι σκιές πάνω στα έπιπλα έλιωναν αργά και το φως χάιδευε τις λευκές κουρτίνες της, εκείνες με το κέντημα που είχε φτιάξει η ίδια, χρόνια πριν. Δεν ήταν απλές κουρτίνες. Τις είχε φτιάξει η ίδια, ώρες ατέλειωτες στα χέρια της, βελονιά τη βελονιά, τότε που είχε υπομονή και τα χέρια της δεν έτρεμαν. Τότε που οι μέρες ΄ήταν διαφορετικές. Τότε που όλα γίνονταν πιο αργά, πιο απλά, πιο ήρεμα. Χωρίς πίεση, χωρίς ρολόγια και προθεσμίες. Οι κουρτίνες της κρέμονταν σαν ανάλαφρα σύννεφα μπροστά στα παράθυρα. Ήταν σχεδόν διάφανες. Άφηναν το φως να μπει αλλά κρατούσαν για τον εαυτό τους τη σιωπή και τη λαχτάρα της. Εκεί στεκόταν κάθε τόσο, τραβούσε λίγο τη μία και μετά λίγο την άλλη, με τα λεπτά της δάχτυλα, εκείνα που πια κουράζονται γρήγορα, και κοίταζε έξω. Ο δρόμος ήταν ήσυχος. Που και που περνούσε ένα αυτοκίνητο και έσπαγε για λίγο την ησυχία. Τίποτα ακόμα. Αλλά ήξερε ότι θα έρθουν. Της ...