«Μα τι τη θέλω τόσο μεγάλη τσάντα», αναρωτήθηκα ψάχνοντας τα κλειδιά του σπιτιού μου, τουλάχιστον επί δέκα λεπτά έξω από την πόρτα.
Λίγο η υπερωρία στο γραφείο, λίγο η αυξημένη κίνηση στο δρόμο, λίγο η ανυπόφορη ζέστη και λίγο του ότι σήμερα έκλεινα τα τριάντα μου χρόνια, με έκαναν να αισθάνομαι νευρική και θυμωμένη.
«Επιτέλους». Αναφώνησα σα μικρό παιδί που του προσφέρουν το αγαπημένο του γλειφιτζούρι καθώς ξεκλείδωνα βιαστικά τη πόρτα του σπιτιού μου.
Μπαίνοντας μέσα, έτρεξα κατευθείαν στο γραφείο μου, πέταξα με μανία τις γόβες μου κάτω από τη ξύλινη βιβλιοθήκη και σαν εξαρτημένο άτομο, έτρεξα να παραλάβω τη «δόση» μου. Ναι, τη «δόση» μου! Στην αγαπημένη μου εξάρτηση, το διαδίκτυο.
Συνδέθηκα μονομιάς και με τα πέντε προφίλ που διατηρούσα σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης και άρχισα να διαβάζω με λαχτάρα τα e-mails και τα σχόλια ευχών που είχα δεχτεί από τους αγαπημένους, ηλεκτρονικούς μου φίλους. Και πιστέψτε με, ήταν τόσοι πολλοί, που τουλάχιστον επί δύο συνεχόμενες ώρες διάβασα και απαντούσα, στα ηλεκτρονικά τους μηνύματα.
Κάπου εκεί λοιπόν, χαμένη ανάμεσα στα ηλεκτρονικά μηνύματα, άκουσα το κινητό μου να χτυπάει δυνατά, μέσα από τη πεταμένη στο πάτωμα, τσάντα μου.
Με δυσαρέσκεια διέκοψα την επικοινωνία μου με τους άλλους χρήστες του διαδικτύου, για να απαντήσω στην κλήση της μητέρας μου, που ήθελε να ευχηθεί για τα γενέθλιά μου.
Κλείνοντας το τηλέφωνο, για λίγα μόνο δευτερόλεπτα, πέρασε φευγαλέα, η σκέψη από το μυαλό μου πως πριν από περίπου τρία χρόνια δε σταματούσα λεπτό να απαντάω σε κλήσεις και μηνύματα στο κινητό μου από γνωστούς, φίλους και συναδέλφους, ενώ εκείνη την ημέρα ζήτημα να επικοινώνησαν πιο «προσωπικά», πέντε άτομα μαζί μου.
Δυσαρεστήθηκα με αυτή τη σκέψη και μη θέλοντας να πληγώσω τον εαυτό μου μια τέτοια μέρα αναφώνησα δυναμικά: «Σιγά, εγώ έχω τους διαδικτυακούς μου φίλους» και επέστρεψα πάνω από το αγαπημένο μου πληκτρολόγιο σα να μη συμβαίνει τίποτα. Προσποιήθηκα όμως, μιας και η αλήθεια είναι ότι η προηγούμενη σκέψη μου, καρφώθηκε σαν αγκάθι στη καρδιά μου.
Η αλήθεια είναι πως είχα χιλιάδες διαδικτυακούς φίλους και δε σταματούσα λεπτό να λαμβάνω e-mails με ευχές, κάρτες γενεθλίων και διαδικτυακά δώρα μέσα από διάφορες εφαρμογές των ιστοσελίδων που χρησιμοποιούσα, όμως η παραπάνω σκέψη είχε σφηνώσει για τα καλά στο μυαλό μου και το ταλαιπωρούσε.
«Όχι! Σήμερα έχω γενέθλια και δε θα σου επιτρέψω να μου χαλάσεις τη μέρα», απευθύνθηκα στο μυαλό μου, χτυπώντας δυνατά το χέρι επάνω στο γραφείο.
Έκλεισα βιαστικά τον υπολογιστή, δίχως να αποχαιρετήσω κανέναν από τους ηλεκτρονικούς μου φίλους και αποφάσισα να κάνω ένα μπάνιο για να χαλαρώσω από τη ταραχή που ένοιωθα εξαιτίας όσων είχαν εισβάλλει για τα καλά στο μυαλό και στη ψυχή μου.
Βγαίνοντας από τη ντουζιέρα, φόρεσα το αγαπημένο μου ροζ μπουρνούζι και αφού σκούπισα τους υδρατμούς από το καθρέπτη του μπάνιου κοιτάχτηκα με τέτοιο τρόπο στο καθρέπτη που ήταν σα να με εξερευνούσα.
«Δε θα σου περάσει! Εγώ σήμερα θα περάσω τα ομορφότερα γενέθλια της ζωής μου». Φώναξα με μανία στο είδωλο που καθρεπτιζόταν και αποχώρησα.
Αυτή τη φορά πήγα στη κρεβατοκάμαρά μου και παίρνοντας «αγκαλιά» το laptop στο κρεβάτι, άνοιξα όλα τα προφίλ που διατηρούσα και ενημέρωσα πως στις δέκα η ώρα ακριβώς θα διοργάνωνα ένα διαδικτυακό πάρτι γενεθλίων στη πιο δημοφιλή σελίδα δικτύωσης που υπάρχει, μιας και που στη συγκεκριμένη είχαμε όλοι οι χρήστες προφίλ.
Έπειτα σηκώθηκα βιαστικά από το κρεβάτι και άρχισα να ετοιμάζομαι για το διαδικτυακό μου πάρτι.
Στέγνωσα και ίσιωσα τα μαλλιά μου, μακιγιαρίστηκα ελαφρά, φόρεσα το καλό μου κόκκινο φουστάνι που το συνόδευσα απαραιτήτως με τις αγαπημένες μου μαύρες γόβες, μου σέρβιρα ένα κοκτέιλ που έφτιαξα και αφού «φόρεσα» το πιο πλατύ μου χαμόγελο κατευθύνθηκα προς το γραφείο μου.
Μπαίνοντας μέσα, εστίασα τους δείκτες του ξύλινου ρολογιού αντίκα που στόλιζαν τον εκρού τοίχο μου. Σε ένα μόλις λεπτό η ώρα θα ήταν δέκα.
«Ακριβώς στην ώρα μου», σκέφτηκα και έπιασα τον εαυτό μου να χαμογελάει μηχανικά την ώρα που συνδεόταν με το αγαπημένο του προφίλ στο internet.
Πράγματι ήταν όλοι τους εκεί, ή μάλλον, σχεδόν όλοι. Οι περισσότεροι, αυτοί δηλαδή που μιλούσαμε τακτικά, ήταν εκεί για να γιορτάσουμε μαζί τα γενέθλιά μου.
Και τα γιορτάσαμε! Ήπιαμε τα ηλεκτρονικά μας ποτά, τα ηλεκτρονικά μας σφηνάκια, σβήσαμε τα ηλεκτρονικά μας κεράκια, απολαύσαμε την ηλεκτρονική μας τούρτα, κάποιοι μάλιστα ζήτησαν και δεύτερο κομμάτι που φυσικά τους προσέφερα σα καλή οικοδέσποινα που ήμουν και στη συνέχεια ακούσαμε τα ηλεκτρονικά μας τραγούδια, «ρίξαμε» τους ηλεκτρονικούς μας χορούς και στο τέλος, μετά την ηλεκτρονική μας καληνύχτα, αρχίσαμε να διαλύουμε το ηλεκτρονικό μας παρτάκι.
Έπιασα τον εαυτό μου να μελαγχολεί τη στιγμή που έκλεισε η οθόνη του υπολογιστή και μονομιάς αφέθηκα στις σκέψεις του.
Είχα γενέθλια σήμερα και παρόλο που τα γιόρτασα με εκατοντάδες φίλους, στην ουσία ήμουν μόνη, μέσα σε ένα άδειο και κρύο δωμάτιο.
Η ματιά μου εξονυχιστική. Έψαχνε σπιθαμή προς σπιθαμή το δωμάτιο, μα πουθενά δεν υπήρχε δείγμα, ότι είχε μόλις πραγματοποιηθεί ένα πάρτι γενεθλίων. Δεν αντηχούσαν φωνές ανθρώπων, γέλια, χαμόγελα, πειράγματα. Δεν ακουγόταν μουσική, δεν υπήρχαν στο χώρο μπαλόνια, άπλυτα πιάτα, ποτήρια και όλα τα συναφή.
Ήμουν μόνη με τη μοναξιά μου! Όλη αυτή η φασαρία ενός πάρτι, καθώς επίσης και το καθάρισμα της επόμενης μέρας, είχαν αρχίσει να μου λείπουν αφάνταστα!
Θυμήθηκα πως κάποτε διοργάνωνα τα καλύτερα πάρτι γενεθλίων που κρατούσαν ως το ξημέρωμα και τώρα, αυτό, με είχε βρει μόνη και έρημη σε ένα αφιλόξενο πια δωμάτιο.
Έπιασα τον εαυτό μου να λυγίζει και να θέλει να κλάψει αλλά αποφάσισα να μη του επιτρέψω να χαλάσει το μύθο της δυναμικής γυναίκας που με δυσκολία τόσα χρόνια είχα χτίσει. Αντ’ αυτού λοιπόν, αποφάσισα να του κάνω ένα δώρο, ένα δώρο σπάνιο και οικονομικό.
Τι δώρο ήταν αυτό;
Μια υπόσχεση! Μια απλή υπόσχεση πως του χρόνου θα του οργανώσω το ομορφότερο πάρτι που μπορεί να φανταστεί, μόνο που αυτή τη φορά θα ήταν ολοζώντανο και θα περιλάμβανε κανονικούς φίλους, με σάρκα και οστά και ποιος ξέρει, ίσως μέσα σε αυτούς να συγκαταλέγονταν και κάποια άτομα που είχε τύχει να γνωρίσει μέσα από τον κόσμο του διαδικτύου.
Εκείνο το βράδυ, κοιμήθηκα γαλήνια μετά από καιρό, συντροφιά με τη σκέψη πως υπάρχει χώρος για ανθρώπους στη ζωή μου.
~~ Το Πάρτι - Κική Κωνσταντίνου
Κική μου, ίσως από τα καλύτερά σου διηγήματα, αγαπημένη μου φίλη. Ξεχωρίζει, λάμπει, συγκινεί, βάζει θέματα. Δοσμένο με υπέροχο τρόπο όπως εσύ ξέρεις. Μπράβο με την καρδιά μου. Συγκινητικό.
ΑπάντησηΔιαγραφή¨Όμορφο! Βγάζει συναίσθημα και αναδεικνύει ένα σοβαρό θέμα που αντιμετωπίζουν πολλοί άνθρωποι σήμερα. Την αποξένωση από τον αληθινί κόσμο, εμμένοντας στον άλλο, τον διαδικτυακό, μόνο που είναι ψεύτικος αυτός!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην Καλημέρα μου, Κική!
Πολύ ωραίο Κική μου. Ανατριχιαστικά αληθινό. Αυτός έγινε ο κόσμος για τους περισσότερους, ο κόσμος του διαδικτύου που σε αφήνει στη μοναξιά σου αλλά την καμουφλάρει τόσο όσο να περνάει η ώρα. Πολύ ωραία μηνύματα πέρασες και ναι υπάρχει χώρος για ανθρώπους στη ζωή μας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΦιλάκια πολλά
Καλησπέρα Κική. Χαίρομαι όταν επισκέπτομαι το μπλογκ σου! έχει κάτι μοναδικό!
ΑπάντησηΔιαγραφή