Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Εκείνο το Κορίτσι

 

 

Εκείνο το κορίτσι…
δεν γνώριζε τίποτα, δεν ήξερε τίποτα.
Συνεχώς έψαχνε, πάντα έψαχνε.
Κάτι αναζητούσε…

Δεν ξέρω γιατί το έκανε αυτό. Κάνω υποθέσεις αλλά δεν είμαι σίγουρη..
Φοβόταν να πει ευθέως στον άλλον, τι είναι αυτό που έψαχνε, που τόσο λαχταρούσε.
Δεν μου είπε ποτέ. Γιατί γίνεται όλο αυτό, δεν μου είπε ποτέ, δεν εξήγησε κάτι.

Έτσι έφυγε. Σιωπηλά.

Με κοιτούσε πάντα με δυο μάτια όπου μέσα τους, καθρεπτίζονταν ένα αλλιώτικο ερωτηματικό.
Ένιωθα σαν μια δασκάλα που δεν είχε καμία απάντηση στις άγραφες ερωτήσεις, επειδή εκείνο το παιδί, τη φοβόταν.
Πολλές φορές, καθώς την κοιτάζω, βλέπω μια χαμένη ψύχη που προσπαθεί ανεπιτυχώς να βρει τον δρόμο της, μα πάντα εδώ καταλήγει, να παίζει κρυφτό με την κάθε παράφορη ανομία.

Είναι παράλογο να αγαπάς ανιδιοτελώς τους ανθρώπους και πόσο μάλλον αυτούς που κρύβουν μέσα τους παιδιά. Παιδιά, ως ένα σύμπαν παράλληλο.

Θέλοντας να «μαλακώσω» τον εγωισμό μου – έναντι των μη απατηθέντων ερωτήσεων του κοριτσιού – λέω πως δεν φταίω εγώ. Πως εκείνο το κορίτσι δεν ήθελε να μάθει, δεν είχε την ανάγκη να δει την αλήθεια, την προσμονή. Πείθω τον εαυτό μου πως όλα αυτά ήταν μια συμπεριφορά αναίτια του κοριτσιού με τα μεγάλα μάτια. Με το φεγγάρι καρφωμένο στα δόντια της. Με τα άστρα να λούζουν τις φλέβες της, άργιλο.

Εκείνο το κορίτσι, έπλεκε παραμύθια αναζητώντας μια προσοχή, την οποία​, δεν είχε και ποτέ της. Εκείνο το κορίτσι, ξαφνικά, θυμήθηκα πως το αγαπώ.

Εκείνο το κορίτσι λοιπόν, είχε πορτοκαλί, μακριά, σγουρά μαλλιά. Ατίθασα.
Είχε πράσινα μάτια. Είχε φακίδες, έντονες βλεφαρίδες. Πολύ έντονες, νόμιζες πως λίγο ακόμα και θα σε αγκαλιάσουν. Κι είναι αστείο, αλλά πράγματι μπορούσαν να σε αγκαλιάσουν.

Τα χείλη της ήταν πορτοκαλί χωρίς να είναι βαμμένα, χωρίς ίχνος κραγιόν έμοιαζαν στολισμένα με ένα ηλιοβασίλεμα που ζήλεψε η πλάση.

Μου λείπει κάποιες φορές εκείνο το κορίτσι.
Νιώθω πως δεν το βοήθησα, καταλαβαίνεις;
Και δεν ξέρω αν είναι αργά, αν ακόμη χρειάζεται τη βοήθειά μου ή αν έχει ήδη λυτρωθεί.

Μου λείπει εκείνο το κορίτσι.
Νιώθω πως κάτι ακόμα, κάτι… κάτι… του χρωστάω.
Μια δύναμη μέσα μου, μια αλλιώτικη φωνή - ένας οδυρμός κάποιες φορές - μου δείχνει πως κάτι του χρωστάω. Σαν κάτι να ήθελε να μου πει, να μου δείξει μα ηθελημένα το παρέβλεπα.

Αυτά τα ερωτηματικά στα μάτια του… σκέφτομαι πολλές φορές, μήπως ήταν οι απαντήσεις.

~~ Εκείνο το Κορίτσι – Κική Κωνσταντίνου

Σχόλια

  1. Μού άρεσε η αναζήτηση αυτή, Κική μου. Αυτό το παράξενο κορίτσι με τις αναπάντητες ερωτήσεις.
    Η γραφή σου πάντα κάτι αγγίζει. Καλησπέριζω, καλή μου φίλη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Καλή χρονιά Κική.
    Πάντα εμπνευσμένη σου εύχομαι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Οι κουρτίνες της γιαγιάς Χρυσάνθης

  Πηγή Η γιαγιά Χρυσάνθη ξύπνησε πολύ πρωί. Ο ήλιος  είχε αρχίσει να φωτίζει δειλά το σαλόνι της. Οι σκιές πάνω στα έπιπλα έλιωναν αργά και το φως χάιδευε τις λευκές κουρτίνες της, εκείνες με το κέντημα που είχε φτιάξει η ίδια, χρόνια πριν. Δεν ήταν απλές κουρτίνες. Τις είχε φτιάξει η ίδια, ώρες ατέλειωτες στα χέρια της, βελονιά τη βελονιά, τότε που είχε υπομονή και τα χέρια της δεν έτρεμαν. Τότε που οι μέρες ΄ήταν διαφορετικές. Τότε που όλα γίνονταν πιο αργά, πιο απλά, πιο ήρεμα. Χωρίς πίεση, χωρίς ρολόγια και προθεσμίες. Οι κουρτίνες της κρέμονταν σαν ανάλαφρα σύννεφα μπροστά στα παράθυρα. Ήταν σχεδόν διάφανες. Άφηναν το φως να μπει αλλά κρατούσαν για τον εαυτό τους τη σιωπή και τη λαχτάρα της. Εκεί στεκόταν κάθε τόσο, τραβούσε λίγο τη μία και μετά λίγο την άλλη, με τα λεπτά της δάχτυλα, εκείνα που πια κουράζονται γρήγορα, και κοίταζε έξω. Ο δρόμος ήταν ήσυχος. Που και που περνούσε ένα αυτοκίνητο και έσπαγε για λίγο την ησυχία. Τίποτα ακόμα. Αλλά ήξερε ότι θα έρθουν. Της ...

Η μπάντα με το κόκκινο φόρεμα

  Στην άκρη της πόλης, εκεί που δεν πατάνε πολλοί, υπήρχε ένα υπόγειο μπαρ. Από εκείνα που αν δεν σου πουν να πας, δεν θα τα βρεις ποτέ. Το φως του δρόμου δεν έφτανε ως την πόρτα του, μόνο μια ταμπέλα ξεχαρβαλωμένη κρεμόταν πάνω από τα σκαλιά. Έγραφε απλά «ανοιχτά». Μου είχαν μιλήσει για τη μπάντα με το κόκκινο φόρεμα. Δεν ήταν όνομα, ήταν φήμη. Έλεγαν πως κάθε βράδυ στη σκηνή ανέβαινε μια γυναίκα. Πάντα άλλη. Αλλά όλες φορούσαν το ίδιο φόρεμα. Κόκκινο, σαν κραυγή μέσα στο σκοτάδι. Κι όσοι ρωτούσαν παραπάνω, δεν ξαναγύριζαν. Κατέβηκα τα σκαλιά ένα βράδυ με κρύο. Το μπαρ είχε λίγα τραπέζια, παλιά, γεμάτα σημάδια. Ο αέρας μύριζε καπνό και ποτό χυμένο. Οι μουσικοί δεν μίλησαν σε κανέναν. Άρχισαν κατευθείαν. Σαξόφωνο, κιθάρα, πιάνο. Κι ύστερα εκείνη. Ψηλή, με μαλλιά δεμένα πίσω πρόχειρα, σαν να μην την ένοιαζε. Το κόκκινο φόρεμα έμοιαζε πιο ζωντανό από την ίδια. Τραγούδησε. Δεν ήξερα τη γλώσσα. Κι όμως καταλάβαινα. Έλεγε για ανθρώπους που χάθηκαν, για βράδια που δεν ξανα...