Πόσες;
Πόσες κορδέλες σέρνεις μαζί σου και τις κάνεις νύφες για πεταλούδες;
Πες μου!
Πες μου, πόσες;
Γιατί;
Γιατί δε μιλάς;
Γιατί;
Πες μου!
Πες μου!
Πόσα ξερόκλαδα κρατάς στο χέρι και τα κάνεις κλωνάρια μιας ζωής;
Πόσα;
Πες μου, πόσα;
Κοίτα με
Κοίτα με για λίγο μόνο!
Κοίτα με!
Γιατί στρέφεις πάντα το βλέμμα στον ουρανό;
Γιατί;
Πες μου!
Πες μου!
Πόσες στάχτες μαζεύεις κάθε χρόνο από το τζάκι και τις κάνεις φωλιά για χελιδόνια;
Πόσες;
Ε;
Πες μου, πόσες;
Μη μου γυρνάς την πλάτη.
Όχι, όχι, μη μου τη γυρνάς…
Πες μου!
Μόνο πες μου!
Πόσα;
Πόσα χρώματα συγκεντρώνεις όλο το χρόνο για να συνθέσεις την αναγέννηση της μάνας Γης;
Πές μου!
Πόσο χρόνο διαθέτεις για να ανασάνεις, να φυσήξεις και να σκορπίσεις στον κόσμο μας με την ανάσα σου ελπίδα και ζωή;
Πες μου!
Θέλω να μάθω!
Πες μου!
Γιατί;
Γιατί δε μιλάς;
Γιατί;
Πες μου!
Μα πως μπορείς να εξαπλώνεις τόσο πράσινο κάτω από τον έναστρο ουρανό και να τον κάνεις να μοιάζει με γήπεδο ποδοσφαίρου που σφύζει από κόσμο και αδρεναλίνη;
Πες μου!
Θέλω να μάθω, πες μου!
Πάλι δε με κοιτάς;
Γιατί δε με κοιτάς;
Που στρέφεις τώρα το βλέμμα;
Πες μου!
Στη θάλασσα το στρέφεις;
Σε αυτόν τον απέραντο γαλάζιο πίνακα ζωγραφικής που μοιάζει να μη στεγνώνει ποτέ από τις μπογιές του;
Πες μου!
Τίποτα δε μου λες
Μα εγω θέλω να μάθω τα πάντα, όλα!
Πες μου! Έστω κάτι μικρό, πες μου.
Θέλω να μάθω πως μπορείς να παράγεις μουσική από τα οστρακοειδή και εικόνα από ένα σβησμένο φάρο.
Πες μου!
Που είσαι;
Που κοιτάς;
Που στρέφεις το βλέμμα, πάλι;
Τόσες προσδοκίες
Τόσες αναμονές
Τόσες υποσχέσεις άλλων!
Τρέχεις ε;
Ξυπόλητη τρέχεις επάνω σε χρυσοποίκιλτους τόνους καφέ άμμου.
Όλο τρέχεις!
Δε σε προλαβαίνω!
Ποτέ δε σε προλαβαίνω.
Σ' ακολουθώ!
Τρέχω ξοπίσω σου, τρέχω!
Απλώνω το χέρι να σε πιάσω, θέλω τόσα να σου πω!
Στάσου για λίγο μόνο,
μη φεύγεις!
Στάσου!
Φεύγεις, χάνεσαι!
Κρύβεσαι πίσω από τόνους πράσινου, γαλάζιου, κόκκινου, καφέ.
Μα που πας;
Που πας;
Στάσου για λίγο μόνο!
Δε θα ρωτήσω,
Δε θα πω, τίποτα δε θα ζητήσω εγώ να μάθω
Το μόνο που θέλω είναι να μ’ αφήσεις να σε δω.
Για λίγο μόνο, μου αρκεί.
Δε θα ζητήσω τίποτε άλλο.
Μόνο στάσου!
Σε κούρασα; Συγνώμη να ζητήσω;
Είναι η χαρά, ο ενθουσιασμός, ο στόχος νέας κατευθυντήριας πορείας.
Είναι που μπορείς να με λούζεις με χρυσό και να δείχνω το δρόμο για το αστέρι.
Τι;
Πάλι θα φύγεις;
Πάλι;
Μα στάσου!
Πάλι μόνη θα μ' αφήσεις να τρέχω ξοπίσω σου;
Κουράστηκα να τρέχω.
Στάσου, ένα λεπτό κι ας είναι για τόσο μόνο.
Στάσου!
Το λαχάνιασμα δεν επιτρέπει άλλο κυνηγητό.
Τα πόδια τρέμουν, η αναπνοή μουγκρίζει.
Αυτό ήταν!
Χάνομαι κάπου στο άπειρο.
Η καρδιά πάλλεται, θέλει να βγει από το σώμα.
Μένω ακούνητη, ασάλευτη εκεί,
μιλιά δε βγάζω.
Ανάσα!
Ανάσα!
Ακανόνιστοι χτύποι καρδιάς!
Ανάσα!
Ανάσα!
Ακανόνιστοι χτύποι καρδιάς!
Ξάφνου ηρεμία.
Η καρδιά επιστρέφει στο σώμα της.
Η αναπνοή ρυθμίζεται!
Τα πόδια μου γυρίζουν κατεύθυνση,
Ο δρόμος της επιστροφής χαράζεται ευθύς μπροστά μου.
Προχωρώ και η θύμησή σου μου φέρνει μια μελαγχολία.
Όσο συνεχίζω να προχωρώ όμως η διάθεσή μου ανεβαίνει.
Βλέπω γαλάζιο, χρυσαφί, ακούω τραγούδια από την άμμο και
Χαίρομαι!
Ναι! Αρχίζω να χαίρομαι!
Ωχ!
Κάτι με ενοχλεί στο διάβα μου!
Κάποιο μικρό εμπόδιο.!
Σκύβω έκπληκτη!
Τι να δω!
Ένα στεφάνι με λουλούδια!
Ναι!
Το ξέρω αυτό το στεφάνι!
Το ξέρω, είναι δικό σου!
Θυμάμαι!
Στεφάνωνε το καστανόχρωμο, πλεκτό μαλλί σου!
Έπεσε!
Έπεσε σκέφτομαι!
Της έπεσε!
Γυρίζω πίσω!
Είσαι ήδη πολύ μακριά!
Για άλλους τόπους ταξιδεύεις!
Το κρατώ μες στα δυο μου χέρια ευλαβικά και νιώθω ασφάλεια.
Το κοιτώ και θέλω να στο ξαναδώσω.
«Θα ξανάρθει!» Ακούω μια φωνή αγορίστικη, νεανική.
Γυρίζω, τι να δω;
Ένα αγόρι.
Ένα αγόρι ντυμένο με ξερόχορτα.
Έχει κι αυτός στεφάνι!
Ναι έχει!
Καφέ, μα είναι γυμνό, έχει μόνο ξερά κλωνάρια!
Με πλησιάζει,
με κοιτά στα μάτια και χάνομαι!
«Θα ξανάρθει», επαναλαμβάνει!
«Είναι της Άνοιξης», ομολογώ!
«Θα της το δώσω!» Υπόσχεται!
«Να τη στεφανώσεις» Τον παρακαλώ!
Κουνάει το κεφάλι,
μου χαμογελά,
με αποχαιρετά και φεύγει!
Όχι, δεν είναι όνειρο!
Είναι ροή, είναι κύκλος, είναι οι επισκέπτες μας
Και πάνω απ' όλα είναι τα παιδιά του χρόνου.
Κι ο χρόνος θυμάται!
Φέρσου καλά στο «κυνήγι»
Πριν σε πιάσει πρώτος αυτός!
Σσσσσουτ!
Βήματα, βήματα πάλλονται επάνω στην άμμο.
Σσσσσσουτ!
Άκου!
Έφτασε!
~~ Το Κυνήγι - Κική Κωνσταντίνου
(Τα Λάφυρα της Ψυχής μου)
Καλησπέρα, Κική μου με την αύρα της όμορφης ποίησής σου.
ΑπάντησηΔιαγραφή