Ντύθηκε θάλασσα, όχι για να εντυπωσιάσει — αλλά γιατί δεν άντεχε πια να είναι στεριά. Άφησε πίσω της τους δρόμους, τα χαρτιά με τις εκκρεμότητες, τις λέξεις που δεν ειπώθηκαν ποτέ. Έπλεξε τα μαλλιά της με φύκια, φρόντισε να μπλέξει μέσα κι έναν μικρό ιππόκαμπο. Κανείς δεν τον είδε να κρύβεται, παρά μόνο ο άνεμος, που της μιλούσε σαν παλιός εραστής. Αστερίες για πιάστρες. Λευκά, χρυσά, κοκκινωπά — έστεκαν ήσυχα πάνω στους κυματισμούς των μαλλιών της, σαν να ήξεραν πως εκεί ανήκουν. Το φόρεμά της από διάφανο νερό. Στιγμές που κυλούν, λάμψεις ήλιου, μυστικά που άκουσαν τα βράχια και κράτησαν. Στο λαιμό της κρεμόταν ένα κοχύλι. Αν το πλησίαζες, θα άκουγες τη φωνή της — όχι να λέει λόγια, αλλά να τραγουδά παλιούς αποχαιρετισμούς. Περπατούσε ξυπόλυτη στην άμμο. Τα πόδια της δεν άφηναν ίχνη, λες και η γη δεν ήθελε να την κρατήσει, λες και της έδινε την ελευθερία να φεύγει όποτε το θελήσει. Πίσω της, τα παιδιά την φώναζαν "θεά", οι γέροι την κοιτούσαν με τα μάτ...
Μακαρι να μπορουσα να παιξω και εγω! Οταν θα αποφασισω να κανω και εγω αυτη την αναρτηση θα σε ειδοποησω
ΑπάντησηΔιαγραφήοπως μπορεσεις Γιωτακι μου!
Διαγραφήφιλακια πολλα!
Κική μου, μπήκα κι εγώ στο παιχνίδι...
ΑπάντησηΔιαγραφήΕάν θες, μπορείς να επισκεφτείς το blog μου...
Πολλά φιλιά!!!
ευχαριστω πολυ Σοφακι!
Διαγραφήφιλακια πολλα!