Μην με ακολουθείς,
δεν σε φοβάμαι.
Κρύβω τις σκέψεις μου στο φως.
Το φεγγάρι με νανουρίζει,
σαν μια παλάμη ανθρώπινη· γίνεται θέλγητρο και εγώ,
αναζητώ σκόρπιες σκέψεις … να τις ζεστάνω.
Μια φωλιά η καρδιά μου, και οι χτύποι της, έρμαιο.
Ένας ανέγγιχτος κόσμος, ηθικά πλασμένος, με προκαλεί.
Πονάω!
Οι χρυσαλλίδες στα μαλλιά μου, μοιάζουν
με παγωμένα φωτάκια ενός χριστουγεννιάτικου δέντρου, που σε κάποιο
Πάσχα, το φωταγώγησαν οι Λεύτεροι Πατέρες. Και είδα τις καμένες οάσεις
να με χαιρετούν, μα κανένας Άγιος Βασίλης, δεν ήρθε
να σώσει την ελπίδα. Κανείς δεν μας έφερε δώρα, αναφαίρετο δικαίωμα
έγινα. Ένας λύχνος καιόμενος, και μια παραλλαγή, γεμάτη λύτρωση και
αγέρα. Αγέρα, ασύμφορο.
Με πονάνε τα μαλλιά μου.
Με πονάνε οι ρίζες, οι παράλογες.
Φτύνω χώμα και πατάω αίμα.
Υψώνω το βλέμμα στον ουρανό και αντικρίζω, μια πράσινη χαίτη.
Μαράθηκαν οι Πλουμέριες και εγώ ακροβατώ, ανάμεσα σε δύο, αλησμόνητους δρόμους. Έξι λέξεις αποζητώ μα καμία δεν έρχεται.
Με ευθυγραμμίζουν οι αβάσταχτες, εσωτερικές μου, επιθυμίες.
Με κάνουν να νοσταλγώ, οι ανείπωτες παρενθέσεις των-
εκ βαθέων – αναστεναγμών μου.
Τρέφομαι με σάρκα βασανισμένη και μπήγω τα κρύα δάχτυλά μου, σε μία γη, γεμάτη πίσσα.
Το σκοτάδι είναι κυνηγημένο από το φως, μα αυτό, μας ξεγέλασε.
Τα υγρά μάτια κοιμούνται φοβισμένα στο σκοτάδι.
Στο φως όμως, γίνονται δύναμη.
Κακή δύναμη, ανταριασμένη, μια δύναμη που ζητάει να καταπιεί την αλήθεια.
Τούτο το φως, δεν μας αγαπά, δεν μας
προσέχει. Μας ξεγελά και θέλει να μας παρασύρει στο δικό του σπήλαιο,
της ψεύτικης ευτυχίας.
Τούτο το φως, μας παιδεύει.
Κι αυτό μας αξίζει. Πατάξαμε
την ελευθερία. Νομίζαμε πως ήταν κι αυτή μια μπόρα, αμέθυστη. Κανείς
δεν σκέφτηκε να προσευχηθεί για λίγο νερό στην εσωτερική μας, έρημο.
Όλοι αναζητούσαν μια απαίδευτη θάλασσα, μα κανείς δεν είδε πως τα ψάρια, ήσαν νεκρά.
Με τσούζουν τα μηλίγγια μου.
Η γλώσσα, με τραβάει σαν μια γραβάτα σφιχτή. Με πνίγει. Το σάλιο μου, μοιάζει με τραχιά σέλα αλόγου.
Το κουστούμι των ανθρώπων, μας έκανε παλιάτσους.
Σε εκείνους πουλήσαμε το χαμόγελό μας και μας ζωγράφισαν το πιο όμορφο δάκρυ. Είχε τα χρώματα του ουράνιου τόξου και βρωμούσε!
Βρωμούσε τόσο πολύ που σε κατάπινε η ίδια η μυρωδιά σου.
Μούσκεψε μέσα μας το σκοτάδι και κυνήγησε το φως.
Το υπερασπιστήκαμε με τη ζωή μας και θυσιαστήκαμε για ’κείνο το χρυσό μειδίαμα.
Μας ξεγέλασε. Αυτό να θυμάσαι.
Μας συστήθηκε σαν ήλιος και ήταν ο πιο φωτεινός εχθρός.
Γέλασε μέσα μου η ανημπόρια.
Το αίμα των ούλων μου, δεν μας έχει αφήσει.
Δεν λέει να μας ξεχάσει.
Αδημονεί να κυλήσει και να αγγίξει τα χνώτα μας.
Και των δύο. Και των νεκρών.
Τούτο το φως, μας παιδεύει.
Αυτό να θυμάσαι.
Μην με ξεγελάς, μικρέ μου ταξιδιώτη.
Οι σάκοι, γίναν βυσσινί καθρέπτες. Μέσα τους, συναντώ μια φοβισμένη πανσέληνο. Οι Λεύτεροι Πατέρες, δεν είναι εκεί.
Σκιά μου:
Mην με ακολουθείς,
δεν σε φοβάμαι.
Κρύβω τις σκέψεις μου στο φως.
~~ Η Σκιά των Λεύτερων Πατέρων – Κική Κωνσταντίνου
Εκφραστικοί μου, καλημέρα!
Σήμερα μοιράζομαι μαζί σας, ένα έργο μου, που ξεχώρισα και αγάπησα για διάφορους λόγους. Με θαύμασα για να είμαι ειλικρινής και χαίρομαι που ένιωσα έτσι. Βέβαια, αυτό το έργο δεν θα είχε δημιουργηθεί εάν μέσω του αγαπημένου μας "Συμποσίου Ποίησης" που διοργανώνει η αγαπημένη μας Αριστέα, δεν είχα λάβει το ερέθισμα εκείνο που με έκανε να θέλω να μιλήσω - συμβολικά και αλληγορικά πάντα - για τις δικές μου σκιές και τους Λεύτερους Πατέρες. Δεν ξέρω βέβαια σε τι συμβολισμό (αν και θα ήθελα να μάθω) είδατε εσείς τους δικούς σας "Λεύτερους Πατέρες" αλλά επιτρέψτε μου να μην σας αναλύσω τους δικούς μου, τουλάχιστον στην παρούσα φάση μιας και θέλω σε αυτή την ανάρτηση να υπάρχει μόνο το ποίημα και η φαντασία - ταξίδι, των αναγνωστών.
Σας δίνω το λινκ που οδηγεί στο "Πυργόσπιτο" της Αριστέας http://princess-airis.blogspot.com/ για να μπορέσετε να διαβάσετε όλες τις υπεροχες συμμετοχες!
Συγχαρητήρια σε όλους τους συμμετέχοντες και φυσικά στην Mary Pertax για την νίκη της!
Αριστέα μου, ευχαριστούμε για την φιλοξενία, την έκφραση και την αγάπη.
Ευχαριστώ όσους ψήφισαν τη συμμετοχή μου καθώς και όσους δεν την ψήφισαν αλλά εστίασαν στους στίχους μου με αγάπη.
Καλό Σαββατοκύριακο σε όλους!
Να είστε πάντα καλά!
Κική μου, ξαναδιάβασα τώρα το ποίημά σου. Μία ακόμα φορά μετά τις πολλές τότε που δημοσιεύτηκε στο Συμπόσιο. Όπως είδες ήταν μέσα στις προσωπικές μου επιλογές. Δεν ξέρω, ένιωσα και νιώθω ένα δέος στο διάβασμά του. Δεν μπορώ να το πλησιάσω και να το απροκρυπτογραφήσω μέχρι το τέλος. Για μένα οι "Λεύτεροι πατέρες" εξακολουθούν να παραμένουν ένα άγνωστο. Δεν μπορώ να βρω την πηγή του συμβολισμού σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔιάβασα ένα ποίημα ελεύθερης απόδοσης πολύ δυνατό, με έντονα συναισθήματα, εικόνες και αναφορές. Και με έναν έντονο εσωτερικό σπαραγμό. Με συγκίνησε ομολογώ. Και περιμένω ίσως κάποτε τη δική σου αποκωδικοποίηση.
Ένα ακόμα μεγάλο μπράβο αγαπητή μου φίλη.
Παλινδρομεί η σκέψη και πάνω που λέω, τόχω, νάτο πάλι το μπέρδεμα. Να ναι η απελευθέρωση; Να ναι βαθύς στοχασμός; Ή μήπως ξέσπασμα και παράπονο για ελευθερία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαρά την απλή γλώσσα οι εικόνες δημιουργούν ένα κλίμα έντασης.
Ωστόσο δυνατός εκφραστικός ο λόγος στο τέλος αφήνει μια αισιόδοξη διάθεση.
"Δεν σε φοβάμαι σκιά……κρύβω τις σκέψεις μου στο φως"
Συγχαρητήρια Κική!