Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ - ΚΙΚΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ



Δεν μας άφησε η μοναξιά να παιδευτούμε.
Δεν έγινε ο ήλιος ένα κάδρο που παρίστανε τους δύσμοιρους εργάτες.
Δεν ήρθε η δίδυμη αδελφή να μας κρατήσει το χέρι, σε τούτον τον αλησμόνητο, κόσμο.
Τα μαύρα μάτια της κοπέλας, είχαν ακόμη λίγη ζεστασιά.
Είχαν έναν Χειμώνα και ένα Παράδεισο - φυλαγμένα σε μια μυστική νότα του Βαρδάρη - που για καμία βαρκάδα, δεν θυσίασε τον άνεμο της παρακμής.


Η σιωπή είχε μεταμορφωθεί σε κλαδιά που ήθελαν να αγκαλιάσουν το ορφανοτροφείο. Εκείνο το ορφανοτροφείο - που ήταν γεμάτο - με γκρίζες σκιές.
Σε εκείνους τους τοίχους, οι λευκοί κρόταφοι, γίνονταν παράθυρο και οι πόρτες δέσμιες, ενός φύλακα που δεν είχε χέρια. Δεν είχε πρόσωπο. Δεν είχε ψύχη. Είχε μόνο, δυό μάτια, κενά.

Τις πιο σιωπηλές, ενοχικές νύχτες, έβλεπα σε αυτά τα μάτια, έναν κίτρινο βράχο. Ένας αετός μεσουρανούσε στην πόλη των τρελών και ο κυνηγός των πεφωτισμένων οντοτήτων, γινόταν ήρωας της Πόλης, που δεν μας άνηκε ποτέ.
Δεν κατακτήσαμε την μάχη, την γευτήκαμε μόνο, δωρίζοντας τα σώματά μας στο χώμα εκείνο που πάσχισε να ανθίσει, με πράσινους συμβολισμούς και αλληγορίες.
Το σώμα μας έγινε δέντρο και το αίμα μας, έγινε καρπός μιας ανείπωτης σποράς, που θέρισε ανυπολόγιστα τον κόσμο. Τον κέρδισε όλο, δένοντάς τον με μία σφαίρα που είχε σχήμα περιστεριού και μύριζε ελιά και θυμάρι.

Δεν μας φώναξε κανείς «αδέρφια», δεν μας έδεσε κανείς την κόκκινη κλωστή του Μάη, στους άλλοτε λευκούς αγκωνές, που είχαν χρώμα, βυσσινί.
Η μορφή σου με ταλαιπωρεί τα βράδια. Με δένει νοερά σε μια παλάμη, μεταίχμια. Μου εξιστορεί παραμύθια που δεν έζησα πλάι σου, δράκους, κόσμους αφύσικους μα γοητευτικούς.
Δεν μπορείς να δεις την μορφή σου, δεν έχει αλλάξει οπτική η σκιά, δεν λέει να φύγει από πάνω μας, το δέρμα των απωτέρων σκοπών. Δεν μπορεί αυτή η πληγή, να πάει τη ζωή στο «κρεβάτι» της νηνεμίας. Δεν μας εγκατέλειψε η Γαλήνη, εμείς της παραχωρήσαμε ένα μερτικό, που δεν νοήσαμε πότε μας.

Απόψε, θα σου πω μια ιστορία:
«Χάσαμε, αιχμαλωτίζοντας το φως.»

~~ Η Αιχμαλωσία του Φωτός – Κική Κωνσταντίνου

Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΗΣ.

Τα μάτια της είναι δυο άντρα όπου σπινθηρίζει αόριστα το μυστήριο, και το βλέμμα της φωτίζει σαν αστραπή: είναι μια έκρηξη μέσα στα σκότη… Υπάρχουν γυναίκες που εμπνέουν την επιθυμία να τις νικήσεις και να τις απολαύσεις… αλλά αυτή εδώ σου γεννάει τον πόθο να πεθάνεις αργά κάτω απ’ το βλέμμα της (Σαρλ Μπωντλαίρ, από το ποίημα «Η επιθυμία της περιγραφής»)

Ευτυχία, η Κλόουν

  Την λέγανε Ευτυχία. Όχι ειρωνικά. Αυτό της είχαν δώσει για όνομα κι ας μην τα έφερε εύκολα η ζωή της. Είχε περάσει πολλά. Είχε χάσει ανθρώπους, είχε κλείσει πράγματα μέσα της, είχε κλάψει σιωπηλά αλλά ποτέ της δεν τα ξέχασε. Δεν έκανε πως δεν υπάρχουν. Τα κράτησε! Όχι για να την βαραίνουν, αλλά για να τα γυρίσει ανάποδα και να τα κάνει κάτι άλλο, κάτι το αναγεννητικό. Μια μέρα αποφάσισε να γίνει Κλόουν . Όχι για να κάνει την αστεία. Δεν της ταίριαζε αυτό, το έκανε γιατί ήθελε να είναι κοντά σε παιδιά που πονούσαν. Να τους δώσει κάτι απλό, κάτι καθαρό, κάποιου είδους μαγεία. Κάτι που της είχε λείψει όταν ήταν εκείνη μικρή. Λίγη χαρά χωρίς ερωτήσεις. Έραψε μόνη της τη στολή της. Ζωγράφισε στο μάγουλο ένα μικρό φεγγάρι. Πήρε μια σακούλα, την γέμισε μπαλόνια και πήγε σε παιδικά νοσοκομεία. Όμως τα μπαλόνια της δεν ήταν απλά ούτε μονότονα. Ήταν πολύχρωμα. Κόκκινα, μπλε, πράσινα, κίτρινα, ροζ. Και το καθένα είχε ζωγραφισμένο πάνω του ένα  δάκρυ . Όχι όπως το φαντάζεσαι. Όχι...