Μεμονωμένα, μπορείτε τα βρείτε τα βιβλία σε κάθε ενημερωμένο, ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο και να τα αποκτήσετε.
Συλλογικά, ενυπόγραφα, με αφιέρωση και δώρο τα έξοδα αποστολής, μπορείτε να τα ζητήσετε με ένα μήνυμα στη σελίδα ή στο μαιλ μου: kikh_k@hotmail.com.
Εννοείτε σε προνομιακή των 30,00€ μόνο για αυτόν τον μήνα! Με στηρίζεται και όσο μου είναι εφικτό, σας στηρίζω και εγώ!
Μην χάνετε χρόνο, στείλτε μου την παραγγελία σας άμεσα!
Σας ευχαριστώ θερμά!
" Πράξη έκτη
Κι η πόρτα, έκλεισε.
Έφυγε βιαστικά, προσπαθώντας να αντισταθεί στην επιθυμία της, να γυρίσει
και να κοιτάξει πίσω.
Τι αφήνει… ή τι θα κουβαλά για πάντα μαζί της.
Ήξερε πως αν γυρνούσε πίσω να κοιτάξει, μπορεί να μην έβρισκε το θάρρος
να συνεχίσει την διαδρομή που επέλεξε.
Φοβόταν μην τυχόν και γίνει άγαλμα και περιμένει.
Να περιμένει εκεί, τον άντρα της, να την πάρει αγκαλιά και να της πει πως
η απόφαση της αυτή είναι μια τρέλα και να την πείσει να μείνει για πάντα, πλάι
του.
Απομακρύνθηκε από το σπίτι όσο πιο βιαστικά μπορούσε.
Τα δάκρυα που έτρεχαν απτόητα στο πρόσωπο της, δεν τα σκούπιζε, επίτηδες
για να νιώθει την μανία της καρδιάς, να ξεσπάει πάνω της.
Η ανάσα της, έντονη και γεμάτη λυγμό.
Το πρόσωπό της καταδικασμένο στη θλίψη.
Το σώμα της, να σπαρταρά σαν ένα δελφίνι που ξεψυχά σε μια γλυκιά
επιφάνεια.
Κρύωνε τόσο πολύ ενώ ήταν καλά ντυμένη και ήξερε πως αυτό το κρύο, πήγαζε
κατευθείαν από την ψυχή της.
Όλα πάνω και μέσα της, την τιμωρούσαν, όμως εκείνη, πιο γενναία από ποτέ,
υποστήριξε, την απόφασή της.
Όσο απομακρυνόταν, τόσο πονούσε.
Δεν επέτρεψε ούτε ένα λεπτό στον εαυτό της να γυρίσει να κοιτάξει, πίσω.
Πήρε μαζί της ελάχιστα πράγματα.
Μια μικρή, δερμάτινη, καφέ βαλίτσα, να της θυμίζει πως όλα τα υπάρχοντά
της, τα άφησε πίσω και μέσα της υπάρχουν μόνο μικρά, προσωπικά, συμβολικά
αντικείμενα.
Ούτε τα ρούχα της, πήρε.
Ούτε τα καλλυντικά της.
Ούτε τα αρώματά της.
Τίποτα από όλα, όσα σε πληθώρα, είχε.
Ακόμη και την ψυχή της, εκεί την άφησε.
Κάπου εκεί, επάνω στον καναπέ, να τον περιμένει.
Καθώς περπατούσε, μη ξέροντας και που να πάει, παρατήρησε πως ακόμη και η
μέρα, έμοιαζε να μην συνηγορεί μαζί της.
Εκεί που υπήρχε ηλιοφάνεια, το πρωί θυμόταν έντονα τον ήλιο, να την
υποδέχεται πίσω από την ροζ κουρτίνα του σαλονιού τους και τώρα, όλα είχαν
γίνει γκρι.
Σκούρο γκρι.
Βάδιζε ανάμεσα στα στενά δρομάκια χωρίς να ξέρει που πηγαίνει, το μόνο
που ήθελε ήταν να περπατά και να προσπαθεί να δείχνει ψύχραιμη, ανάμεσα στους
περαστικούς.
Ηταν γνωστή στην τοπική κοινωνία και έπρεπε να αποκτήσει την
αυτοκυριαρχία της. Πράγμα, που εύκολα κατάφερε, όταν βρέθηκε στα στενά με τα
μαγαζιά της περιοχής. Έκανε πως κοιτούσε τις βιτρίνες, πως ήθελε για ακόμη μια
φορά να ψωνίσει, μα στην ουσία το μόνο που ήθελε, ήταν να περάσει η ώρα.
Να περάσει η ώρα για να κάνει το «απαγορευμένο» της.
Εκείνο που της απαγόρευαν όλα της τα συναισθήματα, μα τα ίδια, τα ίδια
γαμέτη, της έδιναν και την συναίνεση να φύγει, να φύγει μακριά και να πάει
κάπου, απ’ όπου δεν θα μπορεί να επιστρέψει.
Περνούσε τις βιτρίνες βιαστικά και στάθηκε μόνο μπροστά σε ένα μαγαζί με
μπαχάρια. Θυμήθηκε πόσο του άρεσε να του μαγειρεύει. Τις Κυριακές δηλαδή, του
μαγείρευε εκείνη και μοσχομύριζε όλο το σπίτι. Ήταν σαν να μην ήθελε να
προσπερνάνε οι Κυριακές αλλά προσπερνούσαν και από ’δω και πέρα, για εκείνη,
δεν θα υπήρχαν καν. Καμία Κυριακή δεν θα ήταν ίδια, καμία Κυριακή δεν θα υπήρχε
χωρίς την κουζίνα, τα μυρωδικά και όλα αυτά για εκείνον, για εκείνον και μόνο!
Για τη ευχαρίστησή του, για το χαμόγελό του για την τρυφερή του αγκαλιά και
όλος ο κόσμος γινόταν ρόδο! Ένα θαυματουργό ρόδο!
Όλες τις άλλες βιτρίνες της προσπέρασε βιαστικά, μιμούνταν ενδιαφέρον μα
στην ουσία το μόνο που ήθελε ήταν να κρατά απασχολημένο το μυαλό της. Έπρεπε
πάση θυσία να του επιβληθεί.
Μέχρι που βρέθηκε μπροστά σε ένα μαγαζί με αντίκες. Το αγαπημένο της, το
αγαπημένο του, το αγαπημένο τους!
Και εκεί, είδε ένα χρυσό γραμμόφωνο.
Και τότε οι θύμησες, την μαστίγωσαν.
Λες και η αγάπη τους, έκανε μυστική συνωμοσία για να την κρατήσει πίσω.
Εκείνος, της τραγουδούσε όταν το
γραμμόφωνο έπαιζε.
Και χόρευαν μπλουζ και βαλς.
Και εκείνο έσπασε, σε μια στιγμή γεμάτη τσακωμό και σύγκρουση, έσπασε.
Εκείνος το έσπασε και την επόμενη μέρα, όσο κι αν προσπάθησε, δεν
κατάφερε να το φτιάξει.
Της υποσχέθηκε πως σύντομα θα το αναπληρώσει.
Ήθελε όμως να βρει ένα ίδιο και δεν ακόμη, δεν τα είχε καταφέρει.
Χαμογέλασε όταν διαπίστωσε πόσο όμοιό του ήταν αυτό που έβλεπε εκείνη την
στιγμή.
Ένα δάκρυ ξεπήδησε και χαμογέλασε, για πρώτη φορά τις τελευταίες μέρες,
από ευτυχία.
Συγκινημένη προχώρησε."
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ