Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ - ΚΙΚΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ



Έμπαινε το φεγγάρι απο το σπασμένο παράθυρο στην κάμαρα, και δίπλα, φωνές μαρτυρικές​, υπέμειναν τον πόνο.

Ποια άγρια Σελήνη, να γιατρέψει τον καημό;
Πως να αποχαιρετήσεις από τη ζωή το άπειρο;
Ποια πλάση θα κρατήσει στην χούφτα της, εκείνον τον άσπονδο σπόρο;
- Σπόρος σημαδεμένων ένοχων αθώων -

Πριν μεσουρανήσει, με βρήκε ο Χαρταετός.
Ένα γράμμα , σε ένα αστέρι ξεχασμένο.
Ο Κύλινδρος, έφερε μαζί του την βροχή.
Βροχή και στάχτη.
Απαρηγόρητη και ανέλπιστη στάχτη.

Η Ομορφιά, απαρνήθηκε το ακαταμάχητο μένος και η Ζωή, βροντοφώναξε την Αθανασία.

Όμως τα δέντρα μαράθηκαν.
Τα λουλούδια λύγισαν, και τα αγκάθια από τις τριανταφυλλιές, έπεσαν, σαν ένδειξη διαμαρτυρίας.

Καταμεσής στο πέλαγος, ένα καράβι μαύρο, να σέρνει και να σέρνεται.
Να αγκυροβολεί και η Άγκυρα, αγχόνη να γίνεται και να ορμάει στους ναύτες.

Κλάψε Θεέ.
Απόψε από το παράθυρο, φεύγουν τέμπερες, όπου έγιναν μαύρα σύννεφα.
Φεύγουν φτερά, που έγιναν νεκρών σανδάλια.
Φεύγει και ο οδυρμός, επάνω σε ένα ακατανόητο, αστέρι.

Χαροπαλεύει η ανθρωπιά, με μόνη σωσίβια λέμβο, το ανθρώπινο δάκρυ.

"Μαντάλωσε" το παράθυρο.
Κανείς δεν είναι πια εδώ.

Εξοστρακίζομαι.

- Το Παράθυρο - Κική Κωνσταντίνου



Σχόλια

  1. Ένα εκπληκτικό Παράθυρο....! τι να πω για το λόγο σου. Για την τέχνη του. Τον λυρισμό του. Τα συναισθήματά του. Τα έχω ξαναπεί.
    Κική μου, αυτό εδώ με συγκίνησε πολύ.
    Καλή βδομάδα κοπέλα μου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Πολύ όμορφο! καλησπέρα. Τι παίζει με τις φωτιές στην Εύβοια; θέλω να έρθω στις Ροβιές το Σαββατοκύριακο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Εντάξει, διάβασα κάτι υπέροχο και δυνατό.
    Η φωτο δε με αγγίζει ιδιαίτερα θα έλεγα!
    Κική μου, καλά να περνάς!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Με άγγιξε πολύ η θέα από το παράθυρό σου Κική μου.....υπέροχο κείμενο !!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. σας ευχαριστω ολους παρα παρα πολυ!!!!
    την αγαπη μου

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Κάδος Εξομολόγησης

Στη γωνία μιας παλιάς γειτονιάς της Χαλκίδας, ανάμεσα σε δυο ξεθωριασμένα φανάρια και κάτω από μια γέρικη νεραντζιά, ζούσε ένας κάδος σκουπιδιών. Όχι από αυτούς τους καινούριους, τους πράσινους με τα ροδάκια που τρίζουν. Όχι! Αυτός ήταν παλιός, μεταλλικός, με βαθουλώματα και σημάδια από βροχές, κλωτσιές και καλοκαιρινές φωτιές. Τον έλεγαν Στέφανο. Ο Στέφανος δεν ήταν απλά ένας κάδος. Ήταν παρατηρητής. Ήξερε ποιος πετάει σκουπίδια στις δέκα το πρωί και ποιος στις τρεις τα ξημερώματα. Ήξερε ποια παιδιά κάνουν κοπάνα και κρύβουν τις τσάντες τους πίσω του, ποιος πετάει χαρτιά γεμάτα τύψεις αλλά και ποιος με ευχαρίστηση, ποιος πετάει το φαγητό του χωρίς να ενδιαφέρεται για όσους πεινούν αλλά και ποιοι φροντίζουν σε ειδική σακούλα, να κρεμάνε στο πλάι του φαγητά για τους άπορους.  Ένα βράδυ, καθώς η πόλη έβγαζε τις ρυτίδες της στο φως των δρόμων, ένας νεαρός στάθηκε μπροστά του. Κρατούσε ένα μικρό πακέτο χρώματος καφέ, το οποίο δεν έμοιαζε με σκουπίδι, αλλά ούτε και με σακούλα. Ο νεαρός ...

Οι κουρτίνες της γιαγιάς Χρυσάνθης

  Πηγή Η γιαγιά Χρυσάνθη ξύπνησε πολύ πρωί. Ο ήλιος  είχε αρχίσει να φωτίζει δειλά το σαλόνι της. Οι σκιές πάνω στα έπιπλα έλιωναν αργά και το φως χάιδευε τις λευκές κουρτίνες της, εκείνες με το κέντημα που είχε φτιάξει η ίδια, χρόνια πριν. Δεν ήταν απλές κουρτίνες. Τις είχε φτιάξει η ίδια, ώρες ατέλειωτες στα χέρια της, βελονιά τη βελονιά, τότε που είχε υπομονή και τα χέρια της δεν έτρεμαν. Τότε που οι μέρες ΄ήταν διαφορετικές. Τότε που όλα γίνονταν πιο αργά, πιο απλά, πιο ήρεμα. Χωρίς πίεση, χωρίς ρολόγια και προθεσμίες. Οι κουρτίνες της κρέμονταν σαν ανάλαφρα σύννεφα μπροστά στα παράθυρα. Ήταν σχεδόν διάφανες. Άφηναν το φως να μπει αλλά κρατούσαν για τον εαυτό τους τη σιωπή και τη λαχτάρα της. Εκεί στεκόταν κάθε τόσο, τραβούσε λίγο τη μία και μετά λίγο την άλλη, με τα λεπτά της δάχτυλα, εκείνα που πια κουράζονται γρήγορα, και κοίταζε έξω. Ο δρόμος ήταν ήσυχος. Που και που περνούσε ένα αυτοκίνητο και έσπαγε για λίγο την ησυχία. Τίποτα ακόμα. Αλλά ήξερε ότι θα έρθουν. Της ...