1.
σήμερα
έμεινε άπλυτο το φως.
το νερό κοιμήθηκε νωρίς
και οι τοίχοι,
μιλούν χαμηλόφωνα.
κάτι ξέχασε να ξυπνήσει —
ίσως το δέρμα
ίσως το ζύγι
ίσως εγώ.
το κουμπί δεν πατιέται.
η λέξη δεν κατεβαίνει στο στόμα.
μόνο κάτι παλάμες
γυρισμένες ανάποδα
σ’ ένα σώμα που θυμάται
χωρίς να ζητάει.
κι εσύ,
εκεί.
ολόκληρη.
χωρίς να με ρωτάς
αν υπάρχω.
σ’ ευχαριστώ.
2.
ο χρόνος σκύβει κάτω από τη σκόνη,
τραβάει τις σκιές πιο κοντά,
κι η ανάσα μου γίνεται φως που χάνεται —
λίγο πριν τη νύχτα.
δεν υπάρχει φωνή για να φωνάξει,
μόνο το σώμα που ξέρει να περιμένει,
σαν πέτρα βυθισμένη σε ρέμα
που δεν γλιστράει, αλλά μαλακώνει.
3.
μετράω τις στιγμές που δεν μετριούνται,
στο κενό ανάμεσα σε δυο χτύπους καρδιάς,
εκεί που οι λέξεις φεύγουν και οι σιωπές μιλάνε,
εκεί που είμαι και δεν είμαι.
όχι απουσία, αλλά μια παύση —
μια κίνηση που ξεκουράζει τα φτερά,
για να πετάξουν ξανά,
όταν η νύχτα σβήσει.
4.
μια μικρή ρωγμή στο γκρι,
ένα φως που δεν ζητάει,
απλώς υπάρχει —
όπως η ανάσα που δεν θυμάσαι πως κρατούσες.
το σώμα αρχίζει να θυμάται
τη γλυκύτητα του ανέμου,
το βάρος του εαυτού,
το τράβηγμα της γης που σε τραβάει πίσω.
5.
τα χέρια που ήταν σφιγμένα,
αρχίζουν να ξεκουμπώνουν τους κόμπους τους,
τα μάτια που ήταν κλειστά,
ανθίζουν σταδιακά στο φως.
και κάθε ήχος —
ένα μικρό βήμα,
ένα παλιό τραγούδι που ξαναλέγεται
χωρίς βιασύνη.
6.
δεν είναι το τέλος,
είναι μια επιστροφή σε εσένα,
σαν ένα ποτάμι που σιγά-σιγά βρίσκει τη θάλασσα,
όχι για να χαθεί,
αλλά για να γίνει πιο βαθιά.
7.
το παράθυρο ανοίγει χωρίς θόρυβο,
μια αύρα στριφογυρίζει ανάμεσα σε ξεχασμένα όνειρα,
κι εγώ —
μετά από σιωπές που έγιναν χρόνος,
ανασαίνω ξανά.
8.
τα βήματα είναι αργά,
μα δεν χρειάζεται βιασύνη,
η γη με κρατάει απαλά,
σαν μυστικό που ξέρει να φυλάει.
9.
και μέσα στη σιωπή,
κάτι ανθίζει —
μια υπόσχεση,
ένα φως που δεν σβήνει,
μια μαμά που επιστρέφει
στο παιδί της.
Κική Κωνσταντίνου
Όλα μου τα ποιήματα έχουν λόγο ύπαρξης. Όλα γεννιούνται από κάποια πηγή, από μια βαθιά ανάγκη να εκφραστεί κάτι αληθινό, έστω και αν πολλές φορές δεν το φανερώνω ξεκάθαρα. Συνήθως δεν εξηγώ — δεν λέω το πώς, το τι, το γιατί. Συχνά κρύβομαι πίσω από τις λέξεις, πίσω από εικόνες που αναπαριστώ με τρόπο συμβολικό.
Μπορεί να γράφω κάτι που φαίνεται σκοτεινό, και την ίδια στιγμή να είμαι βαθιά χαρούμενη. Ή, αντίστροφα, να γελάω απέξω και να σπαράζω από μέσα. Η γραφή, για μένα, δεν είναι πάντοτε αντανάκλαση της στιγμής, αλλά ένα παράθυρο προς κάτι πιο εσωτερικό, πιο διαχρονικό.
Ωστόσο, για το συγκεκριμένο ποίημα —την "Υπόσχεση"— θέλω να σας μιλήσω λίγο. Αν το διαβάσετε προσεκτικά, όλα όσα θέλω να πω είναι εκεί, στην τελευταία στροφή.
Πριν καιρό πέρασα ένα πρόβλημα υγείας. Όχι κάτι σοβαρό, μα η φαντασία μου, με τη σκοτεινή της πλευρά, έχει την τάση να τα μεγεθύνει όλα. Εκείνη τη δύσκολη στιγμή, για να αντέξω, σκέφτηκα την κόρη μου. Ένιωσα την ανάγκη να σταθώ δίπλα της με έναν τρόπο πιο αληθινό, πιο ουσιαστικό. Έτσι γεννήθηκε αυτό το ποίημα. Ένα ποίημα-υπόσχεση.
Μια υπόσχεση να είμαι παρούσα, ακόμα κι όταν όλα μοιάζουν αβέβαια. Να είμαι φως, ακόμα κι όταν μέσα μου φοβάμαι. Να είμαι για εκείνη, όπως εκείνη είναι για μένα — η αιτία να συνεχίζω, να ελπίζω, να υπάρχω.
Καλησπέρα κορίτσι μου. Στέλνω τα φιλιά μου και τις λυρικές μου ευχές.
ΑπάντησηΔιαγραφή