Φοβάμαι!
Τρέμω στην ιδέα πως θα μου φύγεις, πως θα σε χάσω!
Πως θα ξυπνήσω ένα πρωί και το σεντόνι θα εχει πάνω του χαραγμένο και τσαλακωμένο το γκρίζο της σκιάς σου.
Νιώθω σαν ένα σκληρό όνειρο με χαμένες αυταπάτες που φεγγοβολάει ανελέητα πίσω από ένα πυρακτωμένο και συνάμα θαμπό χθες.
Μια
κλειδαρότρυπα ο φόβος μου, μια κλειδωνιά με ένα χιλιοσπασμένο αύριο,
που επίμονα αποζητούσες μα ο κουτός, δεν κατάλαβες ότι στο είχα ήδη
δώσει!
Ακόμη το θυμάμαι! Σαν ένα απατηλό όνειρο που διήρκησε μόλις χθες!
Έκλεισα
σφιχτά στις χούφτες μου ένα λευκό σπίτι με μια πόρτα θαλασσιά, τόπος
κατοικίας μόνο για τους δυο μας και όταν στο προσέφερα προσεκτικά,
άνοιξες διάπλατα τη χούφτα σου και εκείνο δίχως να καλοσκεφτεί, «πήρε»
τη μορφή λευκού περιστεριού και πέταξε ψηλά!
Σε έναν απέραντο ουρανό το είδαμε να ξεμακραίνει….
Προσπάθησα να το φέρω πίσω μα ήταν τόσο περήφανο και ευτυχές στον ουρανό που σκέφτηκα ότι εκεί ανήκει.
Εξάλλου εξαγνισμός δεν είναι ο Έρωτας;
Ευφορία και πίστη δεν είναι η Αγάπη;
Ας μείνει για πάντα εκεί ψηλά, σαν Ύψιστος που βρήκε τον δρόμο του επάνω σε ένα και μοναδικό αστέρι.
Ένα αστέρι, λυχνάρι και οδηγός για όσους έχασαν το δρόμο τους παρακινούμενοι από ψεύτικους και άκαρπους χάρτες.
Ώρες
ώρες θα ’θελα να «κλέψω» ένα διθέσιο αεροπλάνο και να ’ρθω να σε βρω
και να σε φέρω πίσω, όμως η καρδιά μου σφίγγετε όταν ξέρει πως στην
ουσία το μόνο που θέλω είναι να σε αιχμαλωτίσω.
Θέλω να σε κάνω
το προσωπικό μου περιστέρι, τον αποκλειστικό μου «ταχυδρόμο», εκείνον
που θα γράφω ραβασάκια και δένοντάς τα με λεπτή, κόκκινη κλωστή στο
λεπτοκαμωμένο, μικροσκοπικό σου πόδι θα τα αφήσω να ταξιδέψουν και
«ραντιστούν» από τις στάλες του Αιγαίου, του Ουρανού και ενός βαθιού
πελάγους που ο άνθρωπος δεν εχει ακόμη ανακαλύψει!
Τι εγωιστικό
Θεέ μου! Να θέλω να κάνω «ταχυδρόμο» την Αγάπη όταν ακόμη δεν έμαθα να
«γράφω»! Να τη βάζω να ταξιδεύει σε πολιτείες μακρινές, αψηφώντας όλους
τους κινδύνους μεταφέροντας τα γράμματά μου, όταν μόλις εχθές έμαθα να
κρατώ την πένα.
Γιατί ναι, για να μάθεις να γράφεις πρέπει πρώτα
να μάθεις να μιλάς και εγώ είχα την απαίτηση να προλαβαίνεις ότι θέλω να
σου πω πριν καν αρθρώσω λέξη.
Αλλά έτσι είμαστε οι άνθρωποι. Άρπαγες όλων, όπως πάντα!
Είμαστε
ένας βαθύς λάκκος από άμμο που το μόνο που θέλει δίπλα του είναι μια
γούρνα με νερό, αδιαφορώντας αν η γούρνα αυτό πού αποζητάει είναι ένα
φυλλοβόλο και ένα αειθαλές δέντρο.
Αχ! Αχ και να μπορούσα να σε φέρω πίσω!
Αχ και να ήμουνα σαν όλη τη συνήθη μάζα!
Να είχα απαιτήσεις από ’σένα μα υποχρέωση καμία!
Ίσως μόνο όσες είχα τολμήσει να δημιουργήσω και να διεκπεραιώσω εγώ!
Να το πάλι το Εγώ!
Ίσως αν δεν υπήρχε αυτό το καταραμένο «Ε», να μη μου είχες φύγει!
Ίσως τότε η φυγή να ήταν ένα όνειρο που με το πρώτο φως τυλίχθηκε στο πέπλο μιας άλλης ομιχλώδους μέρας.
Ίσως
αν είχα μάθει το Εμείς να το γράφω με μικρό το αρχικό του γράμμα και να
μην το προφέρω κραυγαλέα, να ήσουνα εδώ και να μου κράταγες το χέρι
σφιχτά, σαν την πρώτη φορά που μου είπες έλα στον κόσμο, στη ζωή μου.
Μα,
αν τα είχα κάνει όλα αυτά θα ήσουνα άραγε ’κει πάνω για να με φωτίζεις
τώρα; Θα ήσουνα ’κει πάνω να με λούζεις με μια διάφανη, χρυσή οπτασία
που δεν μπορώ να περιγράψω μα νοιώθω τόσο ευγνώμων που αγγίζει και
αγγαλιάζει το σώμα μου;
Ίσως να ήσουνα εδώ να μου χάιδευες την
πλάτη μα τώρα ξέρω πως κανένα ανθρώπινο σημείο του σώματος δεν μας
ανήκει και μάλιστα για πάντα.
Ίσως τα αγνά και άδολα συναισθήματα
να πρέπει να εξιλεώνονται στον ουρανό πριν τα μολύνει και τα μετατρέψει
σε κάτι αδιάφορο και κακό η κοινωνία και η ματαιοδοξία των ανθρώπων.
Ίσως
αν έμενες εδώ να διαρκούσες λίγο. Όσο θα ζούσα, όσο θα ζούσες! Κι αν
αυτό είναι πολύ για κάποιους ξέρω πως η Αγάπη οφείλει να ζει και να
τιθασεύει ανά αιώνες! Με τη βοήθειά μας! Την διάδοσή της σε έναν πιο
φιλεύσπλαχνο, ειρηνικό και ανθρώπινο κόσμο!
Το μόνο που με
παρηγορεί ειναι που ξέρω πως εκεί που πας δε θα ξεφτίσεις! Αυτό είναι το
φάρμακο στον πόνο της ψυχής μου! Εκεί ψηλά που πήγες, που πας, ξέρω πως
θα μείνεις για πάντα! Το νιώθω κάπου αριστερά στο στήθος μου, που
σπαρταρά σα να παίρνει για πρώτη φορά ανάσα!
Κάθε βράδυ που
κοιτώ τον ουρανό και σε βλέπω να λάμπεις σαν προβολέας, που φωτίζει τη
σκηνή ενός αρχαίου θεάτρου, νιώθω πως βρήκες επιτέλους τον προσωπικό σου
δρόμο, την Ανάπτυξη εκείνη, που εδώ δε θα μπορούσες ποτέ να επιτύχεις
επειδή σε κάθε κενό «διάδρομο» που θα ’βλεπες θα «βούταγες» στη μαύρη
τρύπα που κάποιοι είχαν περίτεχνα καλύψει με ένα πυκνό χαλάκι μπλε.
Μπλε έντονο, σκοτεινό, σαν εκείνο της ταραχώδους θάλασσας που στόχο έχει να καθαρίσει το βυθό από οποιοδήποτε σκουπίδι.
Μα
εσύ το μπλε το είχες ταυτίσει με το Αιγαίο! Και μ’ άρεσε αυτό! Και σ’
άρεσε και σένα! Και κάπου εκεί ανοίγαμε το δικό μας παράθυρο δίπλα σε
ένα κύμα που έβγαζε στην αμμουδιά ροζ αστερίες.
Και θυμάμαι! Κι όταν θυμάμαι θέλω να κλάψω, να κρυφτώ πίσω από έναν τεράστιο θάμνο που φύτεψα πριν ένα μήνα στη βεράντα μου.
Θέλω
να γίνω ένα μικρό μικρό έντομο και να κρυφτώ κάπου ανάμεσα στα αγκάθια
του! Κι ας με τρυπήσουν, κι ας με πονέσουν, κάτι τέτοιες στιγμές δε με
νοιάζει. Στ’ αλήθεια, δε με νοιάζει! Αδιαφορώ! Το μόνο που θέλω είναι να
καταλαγιάσω τον πόνο μου και να αναγεννηθώ!
Ξέρω, θα χαθώ για
ακόμη μία φορά σε έναν άσπλαχνο κόσμο προσπαθώντας να βρω παρηγοριά για
τη φυγή σου μα όταν θα ξυπνήσω θα είμαι και πάλι στο κρεβάτι μου αγκαλιά
με ένα λευκό, πουπουλένιο μαξιλάρι που μυρίζει ακόμη το άρωμα σου! Που
για σχέδιο έχει επάνω του ψηφίδα όλα τα όνειρά μας! Και δε θέλω να το
αγγίξει κανείς, γιατί έτσι νιώθω πως θα τσαλακώσει ή ακόμη χειρότερα θα
σβήσει τα όνειρά μας.
Και επιλέγω να το κρατώ μόνη στην αγκαλιά μου!
Και το σφίγγω και το σφίγγω δυνατά!
Και πιο δυνατά! Και πιο δυνατά!
Και ένα λευκό πούπουλο πετάει στον αέρα!
Και σταματώ! Ήδη ένα όνειρο από τα κοινά εξανεμίσθη!
Το μαξιλάρι το αφήνω στη βάση του!
Τρομαγμένη φεύγω! Για άλλη μια φορά φεύγω!
Εγώ
φεύγω γιατί η φυγή δεν εχει να κάνει με το ποιος φεύγει πρώτος από μία
κατάσταση αλλά με το ποιος προσπαθεί να φύγει από ένα σήμερα που έχτισε
μόνος ή κάποιος του το πρόσφερε και πρέπει να το αντιμετωπίσει.
Κι αν το σήμερα είναι φυλακή δεν φταις εσύ, φταίω εγώ, που κράτησα και επέβαλα στην ψυχή μου χρόνια τιμωρία.
Ξέρω
πως πάντα είναι εύκολο να κατηγορήσω εσένα ή κάποιον άλλο συνάνθρωπό
μου μα πάνω απ’ όλα ξέρω πως μπορώ να παρακολουθήσω το δράμα μου και να
το σταματήσω μόνο όταν πραγματικά θελήσω.
Και λέω σε όλους «Άσε με»! Και δε μ’ αφήνουν! Κι αυτό κάνει ακόμα πιο σκληρό και βαθύ τον πόνο της φυγής σου!
~~ Η Φυγή - Κική Κωνσταντίνου
(μέρος πρώτο - απόσπασμα)
Τα Λάφυρα της Ψυχής μου
Όμορφο απόσπασμα από ένα από τα πρώτα σου έργα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚική μου καλησπέρα σου.
Π'οσο όμορφα ξέρεις να εκφράζεις Κική μου τα συναισθήματα σου...
ΑπάντησηΔιαγραφήχάρηκα που το ξαναθυμήθηκα!!...υπέροχο!!!
Καλό σου ξημερωμα!! 🌙❤🌼
Υπέροχες θύμισες από τα Λάφυρα και τη συγκίνηση που ένιωθα διαβάζοντάς τα
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλημέρα Κική μου
Πολύ όμορφο και εκφραστικό Κική μου! Μπράβο σου!
ΑπάντησηΔιαγραφή