Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η Αιχμαλωσία

 

Το φως από το παράθυρο ήταν αδύναμο, όπως και η ελπίδα της. Κάθε μέρα, η ίδια εικόνα: οι σιδερένιες ράγες του κλουβιού και το σκοτάδι που δεν έλεγε να υποχωρήσει. Κάπου εκεί, σε ένα δωμάτιο που μύριζε παλιό, ανάμεσα σε τέσσερις τοίχους χωρίς καμία υπόσχεση ελευθερίας, εκείνη υπήρχε, αιχμάλωτη της στιγμής, του τόπου, των χρόνων.

Η Αλίκη δεν ήξερε πόσος καιρός είχε περάσει από τη στιγμή που βρέθηκε εκεί, αν οι μέρες είχαν περάσει ή απλώς εξαφανίστηκαν χωρίς να τις νιώσει. Η έννοια του χρόνου είχε θολώσει για εκείνη. Όλα είχαν ξεκινήσει με ένα απλό λάθος. Η αμφισβήτηση. Είχε αμφισβητήσει το κατεστημένο, τις προσδοκίες των άλλων, την ίδια την πραγματικότητα που της επιβλήθηκε. Και για αυτό, την είχαν κλείσει σε αυτή την απομονωμένη φυλακή. Μια φυλακή όχι από πέτρα, αλλά από αόρατους τοίχους που μπλέκονταν με τα όνειρα και τις ελπίδες της.

Αλλά κάθε πρωί ξυπνούσε με την ίδια αίσθηση: ήταν πιο ελεύθερη από ποτέ. Ένιωθε την ελευθερία να της ξεφεύγει από τα δάχτυλα, σαν να ήταν μια ατμόσφαιρα που δεν μπορούσε να κρατήσει, αλλά να την αναπνέει. Μπορούσε να ελπίζει, να σκέφτεται, να ονειρεύεται. Ήταν η μόνη δύναμη που της είχε απομείνει, το πιο σπάνιο και ακριβό της αγαθό, που δεν μπορούσε να της το πάρει κανείς.

Μια μέρα, οι φωνές από έξω ακούστηκαν πιο δυνατές. Ο δικός της κόσμος είχε πάντα μια γαλήνη, σχεδόν ηρεμία. Οι φωνές που την κάλεσαν ήταν άγνωστες, βίαιες. Η Αλίκη στάθηκε μπροστά στο παράθυρο. Η σιωπή έσπασε, και η αλήθεια έγινε πιο έντονη. Η αιχμαλωσία της δεν ήταν πια γεωγραφική. Δεν ήταν πια τοίχοι, σίδερα και κλειδιά. Η αιχμαλωσία της ήταν η αίσθηση του ανεκπλήρωτου που καρφωνόταν στη ψυχή της, ήταν η αβεβαιότητα του αύριο και η ανυπαρξία ενός σκοπού.

Έκανε ένα βήμα πίσω και άφησε την ανάσα της να χαθεί στον αέρα. Καθώς γύρισε προς το δωμάτιο, θυμήθηκε εκείνη τη στιγμή: ένα χέρι είχε αγγίξει το δικό της. Ένα πρόσωπο που είχε να δει για μήνες. Και πάλι, όπως πάντα, η αίσθηση της αιχμαλωσίας της άρχισε να χάνεται. Το χέρι εκείνο είχε ξεκινήσει να τη μεταφέρει μακριά, σε έναν κόσμο που της ανήκε, αλλά δεν είχε καταφέρει να αγγίξει.

Οι τοίχοι δεν μπορούσαν πια να την κρατήσουν. Η πραγματική αιχμαλωσία ήταν η έλλειψη της πίστης στους άλλους, η απομόνωση του μυαλού της. Είχε καταφέρει να ελευθερωθεί μόνο στον χώρο των σκέψεών της, αλλά μέσα της παρέμενε κλειδωμένη σε φόβους, ανασφάλειες και αναποφασιστικότητα.

Κάποτε, η Αλίκη πίστευε πως μόνο το φυσικό δεσμευτικό σκοινί μπορούσε να την κρατήσει. Όμως τώρα ήξερε. Η πιο επικίνδυνη αιχμαλωσία ήταν η αόρατη. Η που είχε τις ρίζες της στην αμφιβολία, την αποδοχή, την ανάγκη για έγκριση.

Η αληθινή ελευθερία δεν ήταν απλά η εξωτερική φυγή. Ήταν η απόφαση να ζήσεις χωρίς να φοβάσαι να εκτεθείς, να αναλάβεις τις ευθύνες της ύπαρξής σου και να αποδεχτείς το λάθος ως ένα βήμα προς την ελευθερία. Και ενώ η φυλακή παρέμενε εκεί, το πραγματικό κλειδί βρισκόταν πάντα μέσα της.

Η Αλίκη έβαλε το χέρι στην καρδιά της. Εκεί, στο πιο απόμακρο σημείο του εαυτού της, ήταν η ελευθερία που ποτέ δεν είχε χάσει.


 

~~Η Αιχμαλωσία - Κική Κωνσταντίνου

 

__________

 

Σας αφήνω με ένα μικρό διήγημα, κομμάτι της σκέψης και της καρδιάς μου, για να σας κρατήσει συντροφιά τούτο το Σαββατοκύριακο.
Να είστε καλά, να βρίσκετε χρόνο για όμορφες στιγμές, και να μένετε πάντα εκφραστικοί — με λέξεις, σιωπές ή βλέμματα.

Κική 


Σχόλια

  1. Πολύ καλό, με βαθιές έννοιες, όμορφο λόγο και προσέγγιση της έννοιας τη ελευθερίας πολύ σωστά. Καλησπέρα Κική μου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Al

Καλημέρα εκφραστικοί μου, ελπίζω να σας βρίσκω καλά. Α μφιταλαντεύτηκα πολύ για το εάν πρέπει και εάν θέλω πράγματι να κάνω αυτή την ανάρτηση και πότε, και τελικά αποφάσισα πως θέλω. Η ψυχή μου δηλαδή, θέλει.  Ί σως συνέβαλε και το γεγονός ότι η τελευταία μου ανάρτηση στο blog είχε ιδιαίτερα μεγάλη απήχηση, κάτι που ένιωσα σαν σημάδι πως "περιμένετε" να διαβάσετε κάτι από εμένα.   Παρότι μου ζητήθηκε νωρίτερα να ανοίξω την καρδιά μου και να πω όσα νιώθω, δεν το έκανα και δεν το μετανιώνω. Το έκανα όμως εκεί που έπρεπε, την ώρα που έπρεπε, και βλέποντας ένα ανθρώπινο ενδιαφέρον για το αν είμαι καλά, εγώ.  Τούτη η ανάρτηση, λοιπόν, δεν θα δημοσιευθεί τη στιγμή που γράφεται, θα προγραμματιστεί και θα δημοσιευθεί λίγο αργότερα και ίσως να είναι η πρώτη φορά που θα έχω κλειστά τα σχόλια και ο λόγος αυτού, γιατί το αντιλαμβάνομαι σαν μία πράξη "Αντίου".  Η παρομοίωση ποιητικά, θα ήταν σαν να κλείνεις μια πόρτα και να μην έχεις ανάγκη να ακούσεις ή να δεις κάτι άλλο γιατί...

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Η Μουσταλευριά

Καλημέρα εκφραστικοί μου! Ελπίζω να σας βρίσκω καλά. Σήμερα ένιωσα την ανάγκη να γράψω ένα διήγημα από εκείνα, τα αγαπημένα, που με γυρίζουν τόσο πίσω, σε μια ζεστή αγκαλιά… Ήταν απόγευμα, πριν λίγες μέρες, όταν με κέρασαν μια μουσταλευριά από ένα μικρό μίνι μάρκετ της γειτονιάς μου. Το φτιάχνει μια τοπική, οικογενειακή επιχείρηση. Δεν ξέρω αν ήταν η γεύση της, η υφή της ή η μυρωδιά του μούστου που με χτύπησε κατευθείαν στην καρδιά. Πάντως, δεν ήταν ούτε τόσο νόστιμη ούτε τόσο όμορφη (εξωτερικά) όπως ήταν η δική της. Ξαφνικά βρέθηκα αλλού. Σαν να γύρισα πίσω, πολλά χρόνια πριν. Εκεί, στο χωριό… Στην αυλή της γιαγιάς, της δικής μου της λεβέντισσας. Με το χώμα να μυρίζει φθινόπωρο και τα τζιτζίκια να έχουν πια σωπάσει. Με τα ρούχα πλυμένα στο πλυσταριό και έπειτα απλωμένα στο  σχοινί και το πατητήρι γεμάτο σταφύλια που μας περίμεναν υπομονετικά. Κι όλα αυτά πλαισιωμένα με τη μυρωδιά του ασβέστη όταν ασβέστωνε το σπίτι της. Η εποχή του τρύγου… Αχ, αυτή η εποχή πόσο γρήγορα πάντ...