Πριν υπάρξει λέξη
υπήρξε βλέμμα.
Πριν υπάρξει βλέμμα
υπήρξε σιωπή.
Κι εκεί μέσα γεννήθηκαν δύο φτερά —
το ένα, από στάχτη.
το άλλο, από φως.
Κι έγιναν ξωτικά.
Όχι για να φανούν,
μα για να φυλάνε την πρώτη ανάσα της αγάπης.
Συναντήθηκαν δίπλα σε πέτρα που δεν θυμόταν
και φύλλο που δεν ήξερε πτώση.
Το ένα, τους μιλούσε με ανάσες.
Το άλλο, απαντούσε με ρίζες.
Δεν υπήρχε "μαζί".
Υπήρχε μόνο "τώρα".
Όχι χρόνος.
Μόνο κύκλος.
Χόρεψαν στη σκόνη της παλιάς σελήνης
χωρίς χέρια, χωρίς όρια.
Και τότε, το δάσος
άλλαξε μορφή.
Έγινε σώμα.
Έγινε ψίθυρος.
Έγινε φυλαχτό για όποιον αγάπησε
χωρίς να ακουστεί.
Κάθε νύχτα από τότε
όταν πέφτει μια σκιά χωρίς λόγο,
όταν τρέμει ένα φως χωρίς άνεμο,
εκεί είναι.
Δεν ζητούν να τους δεις.
Μονάχα να θυμηθείς
ότι κάποτε —
υπήρξες κι εσύ φτερό.
Κική Κωνσταντίνου

Κική μου, το ποίημά σου μοιάζει με ανάσα που γίνεται μνήμη. Έχει κάτι το αέρινο και το άπιαστο, σαν να κρατάς για λίγο έναν ψίθυρο πριν χαθεί. Μου άρεσε πολύ η εικόνα με το φως που τρέμει χωρίς άνεμο, είναι συγκλονιστικά απλή και ταυτόχρονα φορτωμένη συναίσθημα. Το κλείσιμο με το “υπήρξες κι εσύ φτερό” με συγκίνησε, σαν υπενθύμιση της ευθραυστότητας και της ομορφιάς που κουβαλάμε όλοι μέσα μας. Μπράβο σου! 💙
ΑπάντησηΔιαγραφήΑναστασία μου, σε ευχαριστώ βαθιά για το τόσο όμορφο και ευαίσθητο σχόλιό σου. Είναι μεγάλη χαρά να βλέπω πως οι λέξεις μου αγγίζουν και ξυπνούν συναισθήματα, όπως αυτό το φτερό που τόσο όμορφα περιέγραψες. Η ανταπόκρισή σου μου δίνει δύναμη να συνεχίσω να γράφω με την ίδια αγάπη και ειλικρίνεια. Σε φιλώ!
ΔιαγραφήΚική
Έρωτας!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλώς σε βρήκα.
Καλώς βρεθήκαμε!
Διαγραφή