Σε περίμενα..
κάτω από το φως των κεριών, σε περίμενα.
Ξεχάστηκε η καρδιά μου, σε εκείνον τον βυσσινί καναπέ το βράδυ, που έμελε να ξεχάσω το όνομά σου.
Προσπάθησα, σαν καλοκουρδισμένο ρολόι, προσπάθησα, να πετάξω από πάνω μου κάθε είδους μελαγχολική υπόνοια, που αποσκοπεί σε χαλασμένους δείκτες που γυρίζουν το χρόνο πίσω, σε κάθε υποδουλωμένη στιγμή, που πασχίζω, σφίγγοντας τα δόντια να ξεπεράσω.
Προσπάθησα, μα δεν τα κατάφερα.
Σου ζήτησα, σε παρακάλεσα, ναι, αυτό ήταν παρακαλετό και ικεσία. Σου ζήτησα λοιπόν, να με αφήσεις να ταξιδέψω πίσω, στη στιγμή που οι ζωές μας ενώθηκαν κάτω από ένα χλωμό, μελαγχολικό φεγγάρι, μα δε με άφησες.
Γιατί αγάπη μου,
γιατί δε με άφησες;
Το μόνο που ήθελα ήταν να αποκοιμηθώ.
Μια αγκαλιά, και το ταξίδι μου θα ξεκινούσε. Είχα ήδη οραματιστεί την κουβέρτα της επιβίβασης. Θα ήταν εκείνη η πράσινη η φλις. Θυμάσαι; Εκεί πετούσαμε τα σπόρια, βλέποντας ταινία. Εκεί σμίγανε οι κάλτσες μας, οι καφέ. Εκεί η αγάπη, θάφτηκε στο πρώτο ξύπνημα του ημερολογίου, που μίλαγε για ανιδιοτέλεια και αυτή η ανιδιοτέλεια δεν ήρθε ποτέ.
Τα όνειρα έγιναν εφιάλτες
και οι εφιάλτες, πραγματικότητα
και η πραγματικότητα, ζοφερή αλήθεια
και η ζοφερή αλήθεια, στεναγμός.
Και οι μέρες κυλούν
ενώ τα βράδια, σέρνονται.
Και τα συναισθήματα, αναπνέουν
ενώ το οξυγόνο έχει εκλείψει από καιρό.
Σε αντιλαμβάνομαι,
σαν ένα όνειρο που έχει σβήσει, σαν μια εικόνα θολή.
Και όταν κοιμάμαι, γίνεσαι το κομμάτι του παζλ που εδώ και χρόνια με ταλαιπωρεί.
Και θυμάμαι, ορκίζομαι να θυμάμαι, πως αυτό το κομμάτι παζλ, σε μια φουρτουνιασμένη θάλασσα, έχει χαθεί.
Η νύχτα, γίνεται το κομμάτι του παζλ που χάθηκε και η ακαθόριστη θύμηση, το παζλ που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.
Και εγώ, γίνομαι το κάδρο που δεν θα απεικονίσει ποτέ την ιστορία που η ψυχή, είχε οραματιστεί.
Και βυθίζομαι,
σε ανεκπλήρωτα όνειρα, βυθίζομαι και περιμένω την επόμενη μέρα για να ξεκινήσω μια νέα ζωή.
Νέα,
σαν εκείνη, που δεν εκτίμησα χθες.
Και κάθε χθες, τόσο πιο μέσα στο σήμερα.
Αποκοιμήθηκα, ζώντας τις μέρες της ξεχωριστής ομορφιάς μιας απόκοσμης αγάπης, υπαρκτής, αποκοιμήθηκα.
Νανούρισμα των αγγέλων, η άρπα των θνητών. Η πρώτη νότα, το φιλί.
Ζαλίζομαι
Αποκοιμιέμαι
Ένα νανούρισμα διπλανό, μου δείχνει, πως όλοι αναζητούν τη θύμηση.
Έλα, στον ύπνο μου, έλα
Έλα, στο όνειρό μου, έλα
Μα στη ζωή μου, μην έρθεις ξανά.
Η Θύμηση - Κική Κωνσταντίνου
#Εκφράσου
#Κική_Κωνσταντίνου
#Ποιήματα
#Δημιουργώ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ