Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ - ΚΙΚΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ


Ερευνητικά περισσότερο,
σαν μεταμεσονύκτιος δραπέτης​, ενταφιάζω, την αρπαγή της Ευρώπης.


Σε έναν κόσμο ειδυλλιακό, ως μνήμη•
και σε ένα άθροισμα των θεσμών, επιδιώκω, των άλλοτε - ους - εις υψίστων δόξις και ριπής.

Επάνω σε ένα χρυσό μετάλλιο, ματαιώθηκε ο στόλος, και ο συνειρμός, έγινε απροσπέλαστη και ανομολόγητη αίγλη.

Αιθαλομίχλη, σαν προπαγάνδα.
Και εγένετο - υπό του μηδενός - ντοκυμαντέρ, μιας ανεξάρτητης επιτροπής, που μετράει το ανυπέρβλητο κάλλος.

Αυθαίρετο κάλλος,
ουτοπικών και παράδοξων.
Αμφιλεγόμενο αποτέλεσμα - ηγετικών παριστάμενων - που δεν έχουν μάτια, να δουν την ουσία.

Χωρίς μάτια
και χωρίς ακοήν.

Έγιναν πινακίδα, σε έναν αδιέξοδο δρόμο.

Μα εγώ...
Αχ, εγώ...

Εγώ!

Το πρώτο μου λάθος,
σαν ένα βήμα, γεμάτο φευγιό.

Σαν μπροστάρης λανθάνω, μα ξέρω•

Το μέλλον, το μέλλον το αβέβαιον, είναι ακόμη ζωντανό.

Καίει από επιθυμία και καλεί, κάθε μέλος, να ξυπνήσει από την αρχή της "άλλης" λήθης.

Σήκω, χαράζει και μας έχουν γκρεμίσει κάθε δρόμο, κάθε ελπίδα και κάθε διαφυγή.

Μα εγώ...
αχ, εγώ...

Εγώ:
Γεννήθηκα Σχοινοβάτης!

Έλα...

Τολμώ!

Εμπρός στον δρόμο που αγγίζουμε τ' αστέρια!

~~ Σχοινοβάτης - Κική Κωνσταντίνου

Για καληνύχτα φίλοι μου, και μια ειδική αφιέρωση στην αγαπημένη μου Elena Papoutsi, που πριν μέρες, μου μίλησε για αυτήν την όμορφη λέξη και προφανώς εντυπώθηκε μέσα μου και έγινε μόνη της, δημιουργία. Μια ιδιαίτερη θα έλεγα δημιουργία. Ελπίζω να σου και να σας, αρέσει. Καλό βράδυ σε όλους!

Σχόλια

  1. "Σήκω, χαράζει και μας έχουν γκρεμίσει κάθε δρόμο, κάθε ελπίδα, κάθε διαφυγή.
    Μα εγω, αχ εγω
    Εγώ;
    Γεννήθηκα σχοινοβάτης!

    Τέλειο Κική μου, ειλικρινά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. "Το μέλλον το αβέβαιον, είναι ακόμη ζωντανό".

    Και θα παραμένει όσο ο σχοινοβάτης πιστεύει σε αυτό που μπορεί να καταφέρει. Πάρα πολύ όμορφο, καλή συνέχεια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Κάδος Εξομολόγησης

Στη γωνία μιας παλιάς γειτονιάς της Χαλκίδας, ανάμεσα σε δυο ξεθωριασμένα φανάρια και κάτω από μια γέρικη νεραντζιά, ζούσε ένας κάδος σκουπιδιών. Όχι από αυτούς τους καινούριους, τους πράσινους με τα ροδάκια που τρίζουν. Όχι! Αυτός ήταν παλιός, μεταλλικός, με βαθουλώματα και σημάδια από βροχές, κλωτσιές και καλοκαιρινές φωτιές. Τον έλεγαν Στέφανο. Ο Στέφανος δεν ήταν απλά ένας κάδος. Ήταν παρατηρητής. Ήξερε ποιος πετάει σκουπίδια στις δέκα το πρωί και ποιος στις τρεις τα ξημερώματα. Ήξερε ποια παιδιά κάνουν κοπάνα και κρύβουν τις τσάντες τους πίσω του, ποιος πετάει χαρτιά γεμάτα τύψεις αλλά και ποιος με ευχαρίστηση, ποιος πετάει το φαγητό του χωρίς να ενδιαφέρεται για όσους πεινούν αλλά και ποιοι φροντίζουν σε ειδική σακούλα, να κρεμάνε στο πλάι του φαγητά για τους άπορους.  Ένα βράδυ, καθώς η πόλη έβγαζε τις ρυτίδες της στο φως των δρόμων, ένας νεαρός στάθηκε μπροστά του. Κρατούσε ένα μικρό πακέτο χρώματος καφέ, το οποίο δεν έμοιαζε με σκουπίδι, αλλά ούτε και με σακούλα. Ο νεαρός ...

Οι κουρτίνες της γιαγιάς Χρυσάνθης

  Πηγή Η γιαγιά Χρυσάνθη ξύπνησε πολύ πρωί. Ο ήλιος  είχε αρχίσει να φωτίζει δειλά το σαλόνι της. Οι σκιές πάνω στα έπιπλα έλιωναν αργά και το φως χάιδευε τις λευκές κουρτίνες της, εκείνες με το κέντημα που είχε φτιάξει η ίδια, χρόνια πριν. Δεν ήταν απλές κουρτίνες. Τις είχε φτιάξει η ίδια, ώρες ατέλειωτες στα χέρια της, βελονιά τη βελονιά, τότε που είχε υπομονή και τα χέρια της δεν έτρεμαν. Τότε που οι μέρες ΄ήταν διαφορετικές. Τότε που όλα γίνονταν πιο αργά, πιο απλά, πιο ήρεμα. Χωρίς πίεση, χωρίς ρολόγια και προθεσμίες. Οι κουρτίνες της κρέμονταν σαν ανάλαφρα σύννεφα μπροστά στα παράθυρα. Ήταν σχεδόν διάφανες. Άφηναν το φως να μπει αλλά κρατούσαν για τον εαυτό τους τη σιωπή και τη λαχτάρα της. Εκεί στεκόταν κάθε τόσο, τραβούσε λίγο τη μία και μετά λίγο την άλλη, με τα λεπτά της δάχτυλα, εκείνα που πια κουράζονται γρήγορα, και κοίταζε έξω. Ο δρόμος ήταν ήσυχος. Που και που περνούσε ένα αυτοκίνητο και έσπαγε για λίγο την ησυχία. Τίποτα ακόμα. Αλλά ήξερε ότι θα έρθουν. Της ...