Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΚΥΡΙΑΚΗ - ΒΑΣΙΛΙΚΗ, ΚΙΚΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ




Κι ήρθαν όλοι τους, εκεί.
Άλλοι αρπακτικά και άλλοι, ύαινες.
Άλλοι με προσωπεία και άλλοι, με μάσκες.
Άλλοι ψεύτικοι και άλλοι ειλικρινείς, μέσα στην πλαστοπροσωπία τους.

Άλλοι βαμπίρ και άλλοι, φίδια.
Άλλοι σύμμαχοι, φίλοι και οδηγοί.
Άλλοι δήμιοι και ανήθικοι, ιερείς.
Άλλοι σαν πέτρες και άλλοι, χώμα.

Όλοι τους εκεί, όλοι τους.
Απότιστοι, να σε κοιτάνε.
Έτοιμοι να επωφεληθούν από το τίποτα, και πρώτοι, στον αγώνα - επιβίωσης​, να ρουφήξουν το δικό σου αίμα.
Γλυκές φλέβες, που οι "Κόνχες" σου έκοψαν, με αλύπητη μανία.

Όλοι τους εκεί, όλοι τους.
Ατάιστοι, να σε προσμένουν.
Έτοιμοι να κλέψουν κάτι από τη "χάρη" σου, να πάρουν έναν "πόντο", στο μερίδιο ευτυχίας.
Στη σειρά, καλά, ανδρειωμένα, ανθρωπάκια, να προσδοκούν το τίποτα.
Πλήθος, στόλος και στρατός.
Γη, θάλασσα και αέρα.
Από παντού να σε πνίγουν, να ρουφούν το λιγοστό σου, οξυγόνο.

Όλοι τους εκεί, όλοι τους σου λέω, όλοι.
Φορώντας το καλύτερο χαμόγελο και το πιο καλοραμμένο κουστούμι.
Κι οι γυναίκες, το πιο ακριβοπληρωμένο φόρεμα.

Όλοι τους ήρθαν εκεί, όμορφοι και κακάσχημα, εσωτερικά πλασμένοι.
Όλοι τους, για να πάρουν κάτι από εσένα.
Κάθε φορά και κάτι άλλο, περιστασιακό.
Να τραφούν, γιατί δεν φτάνει, μονάχα μία σταγόνα αίμα.

Κι ήρθαν όλοι τους εκεί,
όλοι τους σου λέω, όλοι.
Στοιβάχτηκαν γύρω από την κολυμπήθρα μου και τους ένιωθα να ακονίζουν τα μεταλλαγμένα όνειρα, για να κλέψουν τα "μονάκριβα" δικά μου, μέσα από τις "πυκνοκατοικημένες" φλέβες μου.

Κι ήμουν τόσο "μικρή"
μα δεν τους φοβήθηκα.
Τους κοίταξα καλά καλά
όρθωσα ανάστημα και φώναξα σε όλους: "Έλα".

Και ξάφνου, ξύπνησα.
Σε αμνιακό υγρό, βρισκόμουν
και μέσα στον Ιορδάνη Ποταμό, είδα να ξορκίζουν το θάνατό μου.

Και το όνομα αυτής:
Κυριακή - Βασιλική, εισακούσθει.

----------------

Κυριακή - Βασιλική, Κική Κωνσταντίνου.
Είναι το γενέθλιό μου, ποίημα.
Πειράζει;

Να με χαίρεστε όσοι με αγαπάτε!
Χρόνια μου πολλά!
Aισίως 32.

Καλό μας, μήνα!


#Κική_Κωνσταντίνου
#Εκφράσου
#Ποιήματα
#Ονειρεύομαι
#Δημιουργώ

Σχόλια

  1. Κική.....!
    με συντάραξε....! πολύ δυνατό. Νομίζω κορίτσι μου ότι υπερβαίνει τα μέχρι τώρα όρια του ύφους σου. Ξανοίγεται δυνατό σαν θύελλα, τα ξεπερνάει, χαράζει καινούργιες εκφράσεις.
    Διέκρινα στο ποίημα μια καταιγίδα που δεν συνήθιζα να διαβάζω στα γραπτά σου.
    Και αυτό μου άρεσε, με παρέσυρε.
    Συνέχισέ το καλή μου φίλη.
    Με κάθε μου ευχή.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Κάδος Εξομολόγησης

Στη γωνία μιας παλιάς γειτονιάς της Χαλκίδας, ανάμεσα σε δυο ξεθωριασμένα φανάρια και κάτω από μια γέρικη νεραντζιά, ζούσε ένας κάδος σκουπιδιών. Όχι από αυτούς τους καινούριους, τους πράσινους με τα ροδάκια που τρίζουν. Όχι! Αυτός ήταν παλιός, μεταλλικός, με βαθουλώματα και σημάδια από βροχές, κλωτσιές και καλοκαιρινές φωτιές. Τον έλεγαν Στέφανο. Ο Στέφανος δεν ήταν απλά ένας κάδος. Ήταν παρατηρητής. Ήξερε ποιος πετάει σκουπίδια στις δέκα το πρωί και ποιος στις τρεις τα ξημερώματα. Ήξερε ποια παιδιά κάνουν κοπάνα και κρύβουν τις τσάντες τους πίσω του, ποιος πετάει χαρτιά γεμάτα τύψεις αλλά και ποιος με ευχαρίστηση, ποιος πετάει το φαγητό του χωρίς να ενδιαφέρεται για όσους πεινούν αλλά και ποιοι φροντίζουν σε ειδική σακούλα, να κρεμάνε στο πλάι του φαγητά για τους άπορους.  Ένα βράδυ, καθώς η πόλη έβγαζε τις ρυτίδες της στο φως των δρόμων, ένας νεαρός στάθηκε μπροστά του. Κρατούσε ένα μικρό πακέτο χρώματος καφέ, το οποίο δεν έμοιαζε με σκουπίδι, αλλά ούτε και με σακούλα. Ο νεαρός ...

Οι κουρτίνες της γιαγιάς Χρυσάνθης

  Πηγή Η γιαγιά Χρυσάνθη ξύπνησε πολύ πρωί. Ο ήλιος  είχε αρχίσει να φωτίζει δειλά το σαλόνι της. Οι σκιές πάνω στα έπιπλα έλιωναν αργά και το φως χάιδευε τις λευκές κουρτίνες της, εκείνες με το κέντημα που είχε φτιάξει η ίδια, χρόνια πριν. Δεν ήταν απλές κουρτίνες. Τις είχε φτιάξει η ίδια, ώρες ατέλειωτες στα χέρια της, βελονιά τη βελονιά, τότε που είχε υπομονή και τα χέρια της δεν έτρεμαν. Τότε που οι μέρες ΄ήταν διαφορετικές. Τότε που όλα γίνονταν πιο αργά, πιο απλά, πιο ήρεμα. Χωρίς πίεση, χωρίς ρολόγια και προθεσμίες. Οι κουρτίνες της κρέμονταν σαν ανάλαφρα σύννεφα μπροστά στα παράθυρα. Ήταν σχεδόν διάφανες. Άφηναν το φως να μπει αλλά κρατούσαν για τον εαυτό τους τη σιωπή και τη λαχτάρα της. Εκεί στεκόταν κάθε τόσο, τραβούσε λίγο τη μία και μετά λίγο την άλλη, με τα λεπτά της δάχτυλα, εκείνα που πια κουράζονται γρήγορα, και κοίταζε έξω. Ο δρόμος ήταν ήσυχος. Που και που περνούσε ένα αυτοκίνητο και έσπαγε για λίγο την ησυχία. Τίποτα ακόμα. Αλλά ήξερε ότι θα έρθουν. Της ...