«ΑΠΟΧΡΩΜΑΤΙΣΜΟΙ»
Το δείλι σέρνεται κι αλλάζει πάλι δέρμα
μες τις ψυχές μας, απαρνιέται όλα ξανά
τα χρώματά του – κι απομένουμε στεγνά
τοπία χωρίς αρχή και χωρίς τέρμα.
Γρίφοι λυμένοι και ξανά μπλεγμένοι
χτυπιόμαστε όλη μέρα σαν τυφλοί
για μια καλύτερη θεσούλα στο κλουβί
κι όλο βρισκόμαστε σφιχτότερα δεμένοι.
Στα λόγια σπάταλοι, φιλάργυροι όμως στο αίμα
κάναμε χάος το τοσοδά μας το μυαλό
– ο φόβος είναι θερμοκήπιο καλό,
ανθίζει σ’ όλες του τις ποικιλίες το ψέμα…
Ακούς και δεν γνωρίζεις τ’ όνομά σου,
κρυώνει η μοίρα που παλιά σού ’χε δοθεί
– σε ποιές λοιπόν παγίδες έχουμε συρθεί;
Μέγα κακό είναι ν’ αρνηθείς τ’ ανάστημά σου.
Δεν είναι ο κόσμος πείραμα στους τρόμους
του απείρου, όχι, δεν είναι δοκιμή.
Μπορείς να σέρνεσαι μια ολόκληρη ζωή
υπογραφή δειλή μέσα στους δρόμους;
Θα ’ναι φριχτό να φύγουμε έτσι, δίχως
μια πίστη, έναν αγώνα, μια κραυγή
– άνθρωποι που πεθάναν δίχως μια αμυχή,
άνθρωποι που «διελύθησαν ησύχως…».
Βύρων Λεοντάρης, «Η ομίχλη του μεσημεριού» (1959)
«Ψυχοστασία (ποιήματα 1949-1976)», ύψιλον / βιβλία, Αθήνα 1983, σελ. 112.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ