«Σκάσε επιτέλους», αναφώνησε με την ελπίδα πως ως δια μαγείας το μικροσκοπικό, μισητό αντικείμενο θα τον άκουγε και θα σταματούσε τον ενοχλητικό του ήχο
«Άλλη μια ανιαρή μέρα», σκέφτηκε τη στιγμή που το ξυπνητήρι έδωσε το παρόν στο λιτό και ακατάστατο δωμάτιό του.
«Σκάσε επιτέλους», αναφώνησε με την ελπίδα πως ως δια μαγείας το μικροσκοπικό, μισητό αντικείμενο θα τον άκουγε και θα σταματούσε τον ενοχλητικό του ήχο.
«Όχου!», αναστέναξε βαριά τη στιγμή που κάλυψε το πρόσωπό του με το λευκό μαξιλάρι.
«Δε θα σταματήσεις ποτέ;» του είπε με βραχνή φωνή ανακατεύοντας τα αναστατωμένα, μαύρα μαλλιά του.
Ήταν πασιφανές! Έπρεπε να σηκωθεί. Όση αναβολή κι αν έδινε στο θέμα του ύπνου, ένα ηταν σίγουρο, είχε φωτογράφηση αξιοθέατων και όσο νωρίτερα έφτανε στη δουλειά του, τόσο νωρίτερα θα σχολούσε. Μετά τη δουλειά είχε άπλετο χρόνο για να απολαύσει την φυσική ομορφιά και τις βαθυγάλανες παραλίες της Κέρκυρας.
Όσο περισσότερο χρόνο είχε στη διάθεση του, τόσο το καλύτερο γι αυτόν. Αυτή ηταν η σκέψη που τον ώθησε να σηκωθεί αμέσως από το κρεβάτι του.
Με επιβλητικά βήματα κατευθύνθηκε στο μπάνιο…
Κοίταξε το είδωλό του στον καθρέφτη και χαμογέλασε, με το πρησμένο από τον ύπνο, πρόσωπό του.
«Χάλια δείχνω», σκέφτηκε και άνοιξε μονομιάς τη βρύση της ντουζιέρας….
Μέσα σε δέκα λεπτά ηταν έτοιμος. Αγουροξυπνημένος αλλά έτοιμος!
Έδειχνε πολύ όμορφος μέσα στο λευκό φανελάκι, στο καρό καφέ σορτς και τις λευκές εσπαντρίγιες του.
Με μια απότομη κίνηση πέρασε τη φωτογραφική μηχανή στο λαιμό του, άνοιξε τη πόρτα και με νυσταγμένη αλλά παιχνιδιάρικη πλέον διάθεση εγκατέλειψε το μοναχικό του δωμάτιο.
Χρειαζόταν επειγόντως καφέ και ένα καλό πρωινό, σκέφτηκε την ώρα που κατέβαινε τις σκάλες που οδηγούσαν στο ισόγειο του ξενοδοχείου συγκροτήματος όπου διέμενε.
Η αυλή του πίσω μέρους των στούντιο που είχε βρει κατάλυμα εκείνες τις ζεστές ημέρες του καλοκαιριού ηταν ειδυλλιακή. Από τη μία η θάλασσα να απλώνεται μπροστά της και από την άλλη τα λουλούδια να αγκαλιάζουν μοναδικά τα τραπεζάκια των πελατών προσφέροντάς τους απλόχερα μικρές ανάσες δροσιάς, οξυγόνου και ευωδίας.
«Πόσο τυχερός είμαι», σκέφτηκε την ώρα που απολάμβανε το μοναδικό τοπίο. Πήρε βαθιά ανάσα και ξαφνικά αισθανόταν δυνατός, έτοιμος και ικανός να αντιμετωπίσει τις όποιες δυσκολίες εμφανιζόντουσαν στη ζωή του.
Κάθισε μετα χαράς σε ένα τραπεζάκι μαζί με κάποιους τουρίστες που είχε γνωρίσει την προηγούμενη μέρα και χάριν στο επικοινωνιακό του χάρισμα, κατάφερε να τους αποσπάσει μια μικρή συνέντευξη σχετικά με το τουρισμό στη χώρα μας, την ώρα που απολάμβαναν όλοι μαζί, το πρωινό τους.
Αφού τους ευχαρίστησε και τους χαιρέτησε θερμά πέρασε ξανά τη φωτογραφική μηχανή στο λαιμό του και με γοργά βήματα κατευθύνθηκε προς την έξοδο.
«Αρι βε ντε ρτσι Μαρία», χαιρέτησε τη κοπέλα της υποδοχής και εκείνη του ανταπέδωσε πεταρίζοντας ελαφρά τις βλεφαρίδες της.
Εντάξει, ήταν γόης και το ήξερε. Πρέπει να το παραδεχτούμε αυτό!
«Τρελόπαιδο», είπε η μια καμαριέρα στην άλλη, την ώρα που τις χαιρετούσε με αστείες γκριμάτσες, κατά την έξοδό του από το ξενοδοχείο.
~~ H Αγάπη Δηλώνει Παρών - Κική Κωνσταντίνου
Στην Κύπρο μας το βιβλίο αγάπης με την λατρεμένη μου, αδελφική φίλη, Xristina Xristodoulidi
Eυχαριστώ πάρα πολύ κοριτσάρα μου!
Νοερά και έτσι, είμαστε μαζί!
Σ' αγαπώ πολύ και μου λείπεις! <3
Ο Γοητευτικός μας φωτογράφος σε δράση. Πολύ όμορφος χαρακτήρας στο διήγημά σου. Καλησπέρα Κική μου.
ΑπάντησηΔιαγραφή