Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο Ήλιος

 

 

 

Να!
Ένας ήλιος.
Ένας ήλιος τόσο λαμπερός, τόσο ζεστός, τόσο όμορφος, με μία μόνο λέξη Υπέρλαμπρος!

Ένας ήλιος σα φως, σα φωτοστέφανο,
σα χορδή από μια παραδεισένια λύρα.

Μα τι όμορφος ήλιος!
Κι είναι άραγε μόνο ένας;

Για να δω!
Μοιάζουν να είναι πολλοί.
Φαντάζουν σαν ένα μεγάλο ρολόι τοίχου που δείχνει να είναι φτιαγμένο από χρυσάφι.

Ένας ήλιος όλο χρυσάφι!
Ένας ήλιος από χρυσάφι!

Και λάμπει τόσο πολύ.
Δεν τυφλώνει, ζεσταίνει και μοιάζει να θέλει να σε αγκαλιάσει ευγενικά.

Και είναι τόσο όμορφος.
Τόσο ρεαλιστικός, τόσο αληθινά φτιαγμένος
που μοιάζει ψεύτικος μέσα στη γεμάτη με αβεβαιότητα κοινωνίας μας.

Κι όμως, το ξέρω!
Είναι αληθινός!

Είναι σαν τον ήλιο που αντίκρισα το πρωί να μου γνέφει από τον απέραντο, γαλάζιο ουρανό.
Είναι σαν τον ήλιο που εύχομαι να φωτίζει τη ζωή των ανθρώπων μετά την προσωπική τους καταιγίδα.

Ναι!
Αυτόν τον ήλιο ονειρεύομαι για τους συνανθρώπους μου!

Ένα μπουκέτο με χρυσά λουλούδια που δημιούργησε η φύση επειδή ζήλεψε την λιακάδα των ουρανών!

Ναι!
Αυτόν τον ήλιο θέλω!

Ξέρω!
Ένα βράδυ σε έκλεψε η φύση και σε έφερε στην αγκαλιά της.
Γεννήθηκες για να είσαι ψηλά!
Δεν άντεξες!
Έφυγες!
Ανέβηκες και πάλι πάνω!

Μας αγάπησες όμως
και θα μας αγαπάς για πάντα!

Το ξέρω!
Το γνωρίζω!
Είμαι βέβαιη!

Έκλαψες απο ’κει ψηλά που μας έβλεπες να λυπούμαστε για σένα και ράντισες τον κόσμο μας με τα μαύρα σου δάκρυα!

Ακόμη κι έτσι, κατάφερες να είσαι κοντά μας!
Είσαι δίπλα μας! Βρίσκεσαι εδώ, κάτω στη γη!

Έκανες τα δάκρυά σου να ανθίσουν για να μας δείξεις πως θα είσαι κοντά μας για πάντα!
Πόσο ίδιος είσαι με εμάς!
Αναγεννήθηκες μέσα απο τα δάκρυά σου, τους σπόρους σου, τις δικές μας λεγόμενες στάχτες!

Είσαι εδώ! Και είσαι κοντά μας!

Νίκησες!
Νικήσαμε!

Εύχομαι να μη σε απογοητεύσουμε ποτέ Ήλιε μου!

Υπάρχεις για να λάμπεις!
Υπάρχουμε για να σε ευγνωμονούμε!

Σε κοιτάζω και βλέπω φως!
Σε αισθάνομαι και νιώθω χάδι!

Θέλω να υπάρχεις για πάντα Ήλιε μου!
Όχι μόνο για μένα, για όλους!

Όλοι χωράμε στην αγκαλιά σου!
Όλοι μπορούμε να μυρίσουμε τα κίτρινα, μαργαριταρένια φύλλα σου!

Άσε μας!
Λύγισε προς το μέρος μας και άσε να ευφρανθούμε από τη μυρωδιά σου!

Σ' ευχαριστώ!

~~ Ο Ήλιος - Κική Κωνσταντίνου

#Τα_Λάφυρα_Της_Ψυχής_Μου
#Εκφράσου
#Κική_Κωνσταντίνου
#Δημιουργώ

Σχόλια

  1. "Είναι σαν τον ήλιο που εύχομαι να φωτίζει τη ζωή
    των ανθρώπων μετά την προσωπική τους καταιγίδα"
    Πόσο ελπιδοφόρο... Καλό απόγευμα Κικάκι 🌺🌷

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Λαμπερό ποίημα!! Και αισιόδοξο. Και ανθρώπινο. Μπράβο Κική μου. Όλοι αγαπάμε τον Ήλιο αλλά εσύ του έγραψες ύμνο
    Φιλάκια πολλά

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Κάδος Εξομολόγησης

Στη γωνία μιας παλιάς γειτονιάς της Χαλκίδας, ανάμεσα σε δυο ξεθωριασμένα φανάρια και κάτω από μια γέρικη νεραντζιά, ζούσε ένας κάδος σκουπιδιών. Όχι από αυτούς τους καινούριους, τους πράσινους με τα ροδάκια που τρίζουν. Όχι! Αυτός ήταν παλιός, μεταλλικός, με βαθουλώματα και σημάδια από βροχές, κλωτσιές και καλοκαιρινές φωτιές. Τον έλεγαν Στέφανο. Ο Στέφανος δεν ήταν απλά ένας κάδος. Ήταν παρατηρητής. Ήξερε ποιος πετάει σκουπίδια στις δέκα το πρωί και ποιος στις τρεις τα ξημερώματα. Ήξερε ποια παιδιά κάνουν κοπάνα και κρύβουν τις τσάντες τους πίσω του, ποιος πετάει χαρτιά γεμάτα τύψεις αλλά και ποιος με ευχαρίστηση, ποιος πετάει το φαγητό του χωρίς να ενδιαφέρεται για όσους πεινούν αλλά και ποιοι φροντίζουν σε ειδική σακούλα, να κρεμάνε στο πλάι του φαγητά για τους άπορους.  Ένα βράδυ, καθώς η πόλη έβγαζε τις ρυτίδες της στο φως των δρόμων, ένας νεαρός στάθηκε μπροστά του. Κρατούσε ένα μικρό πακέτο χρώματος καφέ, το οποίο δεν έμοιαζε με σκουπίδι, αλλά ούτε και με σακούλα. Ο νεαρός ...

Οι κουρτίνες της γιαγιάς Χρυσάνθης

  Πηγή Η γιαγιά Χρυσάνθη ξύπνησε πολύ πρωί. Ο ήλιος  είχε αρχίσει να φωτίζει δειλά το σαλόνι της. Οι σκιές πάνω στα έπιπλα έλιωναν αργά και το φως χάιδευε τις λευκές κουρτίνες της, εκείνες με το κέντημα που είχε φτιάξει η ίδια, χρόνια πριν. Δεν ήταν απλές κουρτίνες. Τις είχε φτιάξει η ίδια, ώρες ατέλειωτες στα χέρια της, βελονιά τη βελονιά, τότε που είχε υπομονή και τα χέρια της δεν έτρεμαν. Τότε που οι μέρες ΄ήταν διαφορετικές. Τότε που όλα γίνονταν πιο αργά, πιο απλά, πιο ήρεμα. Χωρίς πίεση, χωρίς ρολόγια και προθεσμίες. Οι κουρτίνες της κρέμονταν σαν ανάλαφρα σύννεφα μπροστά στα παράθυρα. Ήταν σχεδόν διάφανες. Άφηναν το φως να μπει αλλά κρατούσαν για τον εαυτό τους τη σιωπή και τη λαχτάρα της. Εκεί στεκόταν κάθε τόσο, τραβούσε λίγο τη μία και μετά λίγο την άλλη, με τα λεπτά της δάχτυλα, εκείνα που πια κουράζονται γρήγορα, και κοίταζε έξω. Ο δρόμος ήταν ήσυχος. Που και που περνούσε ένα αυτοκίνητο και έσπαγε για λίγο την ησυχία. Τίποτα ακόμα. Αλλά ήξερε ότι θα έρθουν. Της ...