Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΑΓΝΟΤΗΤΑ - ΚΙΚΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ






Αυτή ήταν η αλήθεια, η μόνη αλήθεια, η ουσιαστική.

Αισχρή αλήθεια, μα αλήθεια, σε διαβεβαιώ.



Τα λόγια πρόκες,  και τα συναισθήματα ένα κασκόλ,

να προσπαθούν να ζεστάνουν τη ψυχή.



Δύσμοιρη ψυχή, άκακη

σε έναν κόσμο γεμάτο βελόνες  που τρυπάν τους βολβούς.



Στα αυτιά μου αντηχεί μία καυστική νηνεμία,

τη γεύομαι και ανατρεπτικά με σκοτώνει.



Καρφί με καρφί  να με παγιδεύει η λέξη,

γόητρο άλσους να ξεπηδά.



Ο ουρανός είναι φωτεινός μα μέσα μου, σκοτάδι και όχι κενό.

Γροθιά και όχι άγγιγμα.

Βρόγχος και όχι φωνή.



Απελπιστικά διαθέσιμη η αλληγορία και ο συμβολισμός, θανατώθηκε.

Μπορώ να μετρήσω τα μικρά προκάκια.

Μπορώ να ακούσω τη βαθιά σφυρηλάτηση.

Μπορώ – αν θες – να καταφύγω στο πιο πράσινο καταγώγι.



Και περιμένεις αυτό που  δε θα έρθει  ποτέ..

Κι ανυπομονείς… Και προσμένεις…

Η τοποθέτηση ήταν μια ακέραιη σιωπή.

Λυρική και αναίμακτη.



Ο μαύρος λύκος αναδύθηκε μέσα μου, ήταν κατά τύχη, εριστικός.

Τράφηκε, πήρε, απελευθέρωσε.

Επικαλούμαι, την λιμοκτονία του.

Ηθελημένα την αποζητώ, σαν μια επιούσια ημερίδα αναψυχής.



Δεν υπάρχει τίποτα πια, όλα ένα κενό σαν χάδι.

Σαν ένα αδιόρατο χάδι επιλογής.



Με επισκέφτηκε πάλι, υποδυόμενη  και αρκετά συμπαθής.

Την είδα να γνέφει δώρο, σαν ένα κομμάτι χαρτί, σαν μια επίδειξη αναπτερωμένης γεννήτριας.

Κινείται μέσα μου, τη νιώθω.

Πρωταρχικά πολέμια.



Σφαδάζει το στομάχι και γνωρίζω το χνώτο της.

Μπορώ να νιώσω την ανάσα της και μου θυμίζει ένα κρύο παχνί που σε ένα αλλιώτικο παιδικό πρωινό, στόλισε μια ζωγραφιά, στην οποία πρωταγωνιστούσε το Γαλάζιο.



Αυτό το πέλαγος, αυτή τη σημαία, αυτό το συναίσθημα που άλλοτε θα μου έφερνε στην μνήμη, το είχα ανάγκη όσο άλλοτε, μα δεν λέει να αφεθεί, να με γαληνέψει.



Σαν την ταινία την ομολογητικά τρομοκρατούμενη,

είχαν το χρόνο τους, τώρα είναι η δική μου ώρα.



Κι όλο αυτό  που με σκάβει μέσα μου, καλούμαι να το κάνω έργο.

Λυτρωτικό έργο με διαθέσιμη προβολή και επάρκεια.



Κι έτσι, δειλά δειλά και απροχώρητα, στάζει το λεμόνι στο καφέ περιβάλλον. Στύβει η κάθε λαίμαργη λεμονιά, το νιάτο της.



Κι έτσι, στα δεξιά παραχωρούμενη, ξετρυπώνω μία τρέλα και ενώ την αγαπώ, με ξεσκεπάζει και με οδηγεί σε μια αυταρχική αποικία.



Φτάνει λέω στον εαυτό μου, φτάνει, μα εκείνος σαν μια σπίθα επιδημίας συνεχίζει.



Τον φιμώνω μα εκείνος βρίσκει τον τρόπο να ομιλεί.

Τον αιχμαλωτίζω μα εκείνος αντιστέκεται και στο τέλος μου ξεφεύγει.

Τον δένω πισθάγκωνα μα συνεχίζει να παρεκτρέπεται.



Και στο τέλος, ένας γραφόμενος μυστικός οδυρμός.

Εθελοτυφλείς ψύχη μου ενώ αντιπαλεύεσαι.



Μέσα μου ένας άλλος επουράνιος κόσμος κατοικεί.

Όμως να… είναι που θέλω να ζήσω, είναι που αποζητώ ακόμη λίγο χρόνο

Είναι που ελπίζω, είναι που  ανακαλύπτω, είναι που δημιουργώ.



Οι ανησυχίες με βαραίνουν, κι εσύ ψάχνεις να βρεις το φως, σε μια άκρως φανερή στιγμή που την έχω χρυσοστολίσει.



Δεν ξέρεις, δεν μπορείς να καταλάβεις, όλα είναι δύσκολα εδώ.

Κάθε μέρα και πιο δύσκολα, κάθε μέρα και πιο αβέβαια, κάθε μέρα και πιο λυτρωτικά στο άθολο ανατρεπτικό  κολοσσό  που θυμίζει Αιγαίο.



Γιατί για εμένα, πάντα θα επικρατεί ένα Αιγαίο.

Πάντα θα φιλοξενεί λιμούς και καράβια.

Πάντα – σε πείσμα όλων – θα μάχεται και θα καρτερά. 



Θα καρτερά, την αγνότητα.

Κι ας μην της ταιριάζει αυτός ο τίτλος.





 ~~ Αγνότητα - Κική Κωνσταντίνου


Σχόλια

  1. Έδεσες το ποίημά σου και τους στίχους σου με την πανέμορφη αυτή εικόνα Κική μου.
    Πολύ όμορφο. Την καλησπέρα μου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. καλές επιτυχίες, αγαπητή Κική, καλή επιτυχία και στο καινούργιο σου βιβλίο...

    καλή χρονιά, με υγεία!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Αγαπώ τα ποιήματά σου, Κική μου, και το ξέρεις. Γεννάς εικόνες, προβληματίζεις τον αναγνώστη σου. Και αυτό είναι ταλέντο, φίλη μου. Συγχαρητήρια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Αγαπω και εγω τον τροπο που αφηνεις Κική μου να ξεδιπλωνεις την ψυχή σου.. μεσα απο τους στιχους σου..ακομα και αν μιλανε για Αισχρη αλήθεια που ομως στο βαθος της αναζητα την ελπίδα της να ζησει τον χρονο της..σε πείσμα ολων..μικρη μου..
    Να εισαι καλα συνεχισε να γραφεις..ειναι λυτρωτικό...την αγαπη μου φιλακιαα!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Κάδος Εξομολόγησης

Στη γωνία μιας παλιάς γειτονιάς της Χαλκίδας, ανάμεσα σε δυο ξεθωριασμένα φανάρια και κάτω από μια γέρικη νεραντζιά, ζούσε ένας κάδος σκουπιδιών. Όχι από αυτούς τους καινούριους, τους πράσινους με τα ροδάκια που τρίζουν. Όχι! Αυτός ήταν παλιός, μεταλλικός, με βαθουλώματα και σημάδια από βροχές, κλωτσιές και καλοκαιρινές φωτιές. Τον έλεγαν Στέφανο. Ο Στέφανος δεν ήταν απλά ένας κάδος. Ήταν παρατηρητής. Ήξερε ποιος πετάει σκουπίδια στις δέκα το πρωί και ποιος στις τρεις τα ξημερώματα. Ήξερε ποια παιδιά κάνουν κοπάνα και κρύβουν τις τσάντες τους πίσω του, ποιος πετάει χαρτιά γεμάτα τύψεις αλλά και ποιος με ευχαρίστηση, ποιος πετάει το φαγητό του χωρίς να ενδιαφέρεται για όσους πεινούν αλλά και ποιοι φροντίζουν σε ειδική σακούλα, να κρεμάνε στο πλάι του φαγητά για τους άπορους.  Ένα βράδυ, καθώς η πόλη έβγαζε τις ρυτίδες της στο φως των δρόμων, ένας νεαρός στάθηκε μπροστά του. Κρατούσε ένα μικρό πακέτο χρώματος καφέ, το οποίο δεν έμοιαζε με σκουπίδι, αλλά ούτε και με σακούλα. Ο νεαρός ...

Οι κουρτίνες της γιαγιάς Χρυσάνθης

  Πηγή Η γιαγιά Χρυσάνθη ξύπνησε πολύ πρωί. Ο ήλιος  είχε αρχίσει να φωτίζει δειλά το σαλόνι της. Οι σκιές πάνω στα έπιπλα έλιωναν αργά και το φως χάιδευε τις λευκές κουρτίνες της, εκείνες με το κέντημα που είχε φτιάξει η ίδια, χρόνια πριν. Δεν ήταν απλές κουρτίνες. Τις είχε φτιάξει η ίδια, ώρες ατέλειωτες στα χέρια της, βελονιά τη βελονιά, τότε που είχε υπομονή και τα χέρια της δεν έτρεμαν. Τότε που οι μέρες ΄ήταν διαφορετικές. Τότε που όλα γίνονταν πιο αργά, πιο απλά, πιο ήρεμα. Χωρίς πίεση, χωρίς ρολόγια και προθεσμίες. Οι κουρτίνες της κρέμονταν σαν ανάλαφρα σύννεφα μπροστά στα παράθυρα. Ήταν σχεδόν διάφανες. Άφηναν το φως να μπει αλλά κρατούσαν για τον εαυτό τους τη σιωπή και τη λαχτάρα της. Εκεί στεκόταν κάθε τόσο, τραβούσε λίγο τη μία και μετά λίγο την άλλη, με τα λεπτά της δάχτυλα, εκείνα που πια κουράζονται γρήγορα, και κοίταζε έξω. Ο δρόμος ήταν ήσυχος. Που και που περνούσε ένα αυτοκίνητο και έσπαγε για λίγο την ησυχία. Τίποτα ακόμα. Αλλά ήξερε ότι θα έρθουν. Της ...