Στην αρχή
κανείς δεν κατάλαβε.
Η γυναίκα ανέβαινε τη νύχτα
ξυπόλυτη,
οι φτέρνες της κομμένες από το σκοτάδι,
τα χέρια της μυρίζανε άνεμο.
Την έβλεπα.
Να απλώνει τα δάχτυλα,
να τραβάει το φεγγάρι χαμηλά,
σαν άρτο παγωμένο.
Το έφερε στο στόμα της.
Το έφαγε.
Κομμάτι κομμάτι.
Χωρίς βιασύνη.
Όπως τρώνε οι πεινασμένοι
τη μνήμη τους.
*
(Το φεγγάρι έσταζε στα χείλη της).
Το κατάπινε.
Σαν να ήθελε να ξεχάσει.
Σαν να ήθελε να γεμίσει
την τρύπα που αφήνει η απουσία.
Μέσα της η νύχτα.
Μέσα της το φως.
Μέσα της το τίποτα.
*
Οι άνθρωποι κοιμόντουσαν.
Μόνο οι γάτες την άκουγαν.
Μόνο το χώμα.
Μόνο οι πέτρες που θυμούνται
τις σκιές.
*
Και το πρωί —
το πρωί η γυναίκα
κατέβηκε στο χωράφι.
Έψαξε στις τσέπες της.
Έβγαλε ψίχουλα από φεγγάρι.
Τα έδωσε στα πουλιά.
«Πάρτε», τους είπε.
«Πάρτε να με ξεχάσετε».
*
Το βράδυ ο ουρανός ήταν άδειος.
Η νύχτα — μια μαύρη σελίδα
δίχως τίτλο.
*
(Κι εκείνη περίμενε το επόμενο φεγγάρι.
Γιατί η πείνα δεν τελειώνει
ποτέ).
*
Κάποτε είπε:
«Δεν πεινούσα για φως.
Πεινούσα για σιγή».
Κι έβαλε το φεγγάρι στο στόμα,
να πάψει ο ήχος
των πραγμάτων που χάθηκαν.
*
Την είδαν οι σκιές
να τρώει το φεγγάρι
και την ερωτεύτηκαν.
Την ζήλεψαν οι λύκοι.
Έμειναν άφωνοι οι ανέμοι.
*
Τη νύχτα,
το στόμα της μύριζε φθινόπωρο.
Τα μάτια της,
δυο πελάγη χωρίς φάρο.
Στα χέρια της,
έτρεμε ακόμα η γεύση
από το πρώτο δάγκωμα.
*
Κι όταν χόρτασε,
πήγε στη θάλασσα.
Έσκυψε,
να ξεπλύνει τα χείλη της
απ’ τη γεύση του φεγγαριού.
Η θάλασσα έμεινε ακίνητη.
Δεν τόλμησε
να της πάρει τίποτα.
*
Το επόμενο βράδυ,
ξανακοίταξε τον ουρανό.
Άδειος.
Σαν το βλέμμα όσων περιμένουν
κάτι που δεν θα ’ρθει.
*
«Το έφαγα», ψιθύρισε.
«Κι ακόμα πεινάω».
Έδεσε τα μαλλιά της
με μια κλωστή σκοτάδι.
Πήρε την πέτρα για μαξιλάρι.
Ξάπλωσε.
Άκουγε τις φλέβες της
να κυλάνε νύχτα.
*
Κι έτσι τη βρήκε το ξημέρωμα.
Μισή γυναίκα,
μισή νύχτα.
Μισή σιωπή,
μισή ουρανός.
*
Και οι άνθρωποι που δεν την είδαν ποτέ,
λένε ακόμα
πως το φεγγάρι χάθηκε
από λάθος των άστρων.
Μα εκείνη ξέρει.
Κι όποιος κοιτάξει καλά τα χείλη της,
θα δει
λίγο φως να τρέμει ακόμα.
Θα μπορούσε κανείς να το δει και ως συνέχεια της ηρωίδας από τον θεατρικό ποιητικό μονόλογο «Η Σονάτα του Θήτα», που περιλαμβάνεται στο τελευταίο μου βιβλίο. Αν πατήσετε πάνω στον τίτλο του στον σύνδεσμο που οδηγεί στη σελίδα του Public, θα δείτε πως το βιβλίο έχει εξαντληθεί και δεν είναι πλέον διαθέσιμο.
Για όποιον/α από εσάς τους φίλους επιθυμεί να το αποκτήσει, υπάρχει η δυνατότητα να επικοινωνήσει μαζί μου μέσω email: kikh_k@hotmail.com καθώς έχουν απομείνει ελάχιστα αντίτυπα στην κατοχή μου.
Ένα μεγάλο ευχαριστώ για τις τρεις φορές που το έργο αυτό "γεννήθηκε" και ταξίδεψε ως την αγκαλιά σας.
Δεν γνωρίζω αν θα προχωρήσω σε τέταρτη ανατύπωση, καθώς ήδη έχω βάλει πλώρη για άλλα δημιουργικά σχέδια. Όμως το ευχαριστώ μου, όσο μικρό κι αν είναι, είναι αληθινό — μπροστά στη δική σας αγάπη, που σταθήκατε δίπλα σε ένα έργο δύσκολο και, ας το παραδεχτούμε, όχι εμπορικό.
Εκφραστικοί μου, να έχετε μία όμορφη μέρα.
Σας φιλώ και σας σκέφτομαι.
Συνδυάσες στοιχεία από την φύση ,Κική μου για να εκφράσεις αυτό το τέλειο ποίημα δίνοντας του εκπληκτικό νόημα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ φωτογραφία απλά: ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΗ!
Να είσαι καλά και να περνάς όμορφα με ότι αγαπάς!
Φιλάκια!
Να συνεχίσεις τα δημιουργικά σου σχέδια, Κική μου και τον οίστρο σου. Είναι το πιο γόνιμο και αυτό που σε γεμίζει. Να μπορούμε και εμείς να σε απολαμβάνουμε. Να στείλω τα φιλιά μου.
ΑπάντησηΔιαγραφή