Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Το Δωμάτιο

 

Το φως ήταν λιγοστό. Ένα κιτρινωπό, ετοιμόρροπο φωτιστικό ταλαντευόταν από το ταβάνι, σαν να σπαρταρούσε. Οι σκιές στους τοίχους ανέπνεαν — αργά, σχεδόν οργανικά. Το δωμάτιο δεν είχε παράθυρα. Ο αέρας ήταν βαρύς, στάσιμος, λες και ο χρόνος είχε ξεχάσει να περάσει.

Εκείνος στεκόταν στη μία άκρη, ακίνητος. Δεν φαινόταν σίγουρος αν ήταν ξύπνιος ή αν ακόμη ονειρευόταν. Τα χέρια του έτρεμαν. Τα μάτια του δεν κοιτούσαν τη Γυναίκα απέναντί του — κοιτούσαν χαμηλά, το πάτωμα. Εκείνο το παλιό, φθαρμένο ξύλινο πάτωμα που έμοιαζε να μουρμουρίζει κάτι κάθε φορά που το πατούσες.

«Πόσο εύκολο φαινόταν πριν», ψιθύρισε με φωνή πιο κρύα κι από τον αέρα γύρω του. «Το να σε αγγίζω… και να νιώθω πως ακουμπάω τον ίδιο μου τον εαυτό. Πως ήμασταν... ένας. Μία ύπαρξη. Αλλά τώρα… τώρα νιώθω μόνο την αντήχηση του κενού».

Η Γυναίκα δεν απάντησε αμέσως. Τα μάτια της ήταν υγρά, μα το βλέμμα της σκληρό, διεισδυτικό. Ήταν σαν να παρακολουθούσε κάτι πίσω από αυτόν — ή ίσως κάτι μέσα του.

«Κι όμως», είπε τελικά, «ήταν τόσο φυσικό. Το σώμα μου, το δικό σου… αναμειγμένα. Ανασαίναμε τον ίδιο αέρα. Αλλά τώρα… τώρα νιώθω σαν να κουβαλάω μέσα μου κάτι ξένο. Κάτι που δεν είναι δικό μου. Κάτι που ήρθε... από εσένα».

Ο άντρας σήκωσε το βλέμμα του. Κάτι μέσα του είχε παγώσει. Οι λέξεις της αντηχούσαν αλλόκοτα — σαν να τις είχε ξανακούσει, ακριβώς ίδιες, σε κάποιον εφιάλτη.

«Μήπως… ποτέ δεν ήμασταν εμείς; Μήπως αυτό που ζούσαμε δεν ήταν αληθινό, αλλά μια… κατασκευή;»

Η σιωπή άπλωσε ρίζες στο δωμάτιο.

Η Γυναίκα έκανε ένα βήμα μπροστά. Το πάτωμα έτριξε απότομα, και ο ήχος θύμιζε κραυγή. Κοίταξε προς την πόρτα, μα δεν υπήρχε καμία. Δεν υπήρχε έξοδος.

«Θυμάσαι το πρώτο βράδυ εδώ;» ρώτησε. «Είπες πως ήταν σαν να μπήκαμε σε όνειρο. Αλλά τι γίνεται όταν το όνειρο… σε κρατάει; Όταν δεν σε αφήνει να ξυπνήσεις;»

Ο άντρας έβαλε τα χέρια του στο πρόσωπο. Το δέρμα του ήταν παγωμένο. Η ανάσα του σχημάτιζε σύννεφα στον αέρα — σε ένα δωμάτιο χωρίς ανοιχτά παράθυρα.

«Κάτι δεν πάει καλά… Εγώ… δεν θυμάμαι πώς μπήκα εδώ. Πότε ήρθα; Πότε σε γνώρισα; Ποιος... είμαι;»

Η γυναίκα πλησίασε περισσότερο. Τα μάτια της ήταν καρφωμένα πάνω του, χωρίς κανένα ίχνος συναισθήματος πια.

«Εσύ με κάλεσες εδώ. Μην το ξεχνάς. Ήσουν αυτός που ήθελε να γίνουμε "ένα". Και τώρα... δεν αντέχεις να δεις τι σημαίνει αυτό».

Η φωνή της άλλαζε. Δεν ήταν πια η ίδια. Είχε μια παράξενη, μεταλλική χροιά. Λες και μιλούσαν δύο φωνές μαζί.

Ο άντρας έκανε ένα βήμα πίσω. Το δωμάτιο στένευε, σαν οι τοίχοι να πλησίαζαν ο ένας τον άλλο. Η θερμοκρασία έπεφτε ραγδαία.

«Δεν... Δεν ήσουν ποτέ αληθινή, έτσι;» κατάφερε να ψελλίσει. «Ήσουν... κάτι μέσα μου. Μια σκιά; Ένα κομμάτι που δεν ήθελα να δω;»

«Μπορεί. Ή μπορεί να ήμουν το μόνο αληθινό πράγμα που είχες ποτέ. Και τώρα με διώχνεις».

Ένα ρολόι χτύπησε. Κανείς δεν το είχε δει ως τώρα. Δεν ήταν σε κάποιον τοίχο. Μα ο ήχος του ήταν βαθύς, εκκωφαντικός. Κάθε χτύπος τον έκανε να συρρικνώνεται μέσα του.

Ο άντρας άρχισε να φωνάζει, να παρακαλά.

«Βγες από μέσα μου! Βγες! Δεν σε αντέχω άλλο!»

Η γυναίκα χαμογέλασε. Για πρώτη φορά. Μα δεν ήταν χαμόγελο ευγένειας. Ήταν κάτι... βαθιά απειλητικό.

«Δεν μπορώ να βγω. Είμαι εσύ».

Και τότε, όλα πάγωσαν.

Το δωμάτιο εξαφανίστηκε. Ο άντρας βρέθηκε μόνος του, καθισμένος στο πάτωμα μιας παλιάς, άδειας αίθουσας νοσοκομείου. Γύρω του, τοίχοι ξεφτισμένοι. Ένας καθρέφτης στον απέναντι τοίχο αντανακλούσε μόνο εκείνον.

Καμία γυναίκα.

Μόνο εκείνος. Και το πρόσωπό του… να τον κοιτά με ένα χαμόγελο που δεν ήξερε πως είχε.

Το κρύο έσφιγγε τα πλευρά του, κι η σιωπή ήταν βαριά, σχεδόν απόκοσμη. Καθώς σηκώθηκε αργά, κοίταξε ξανά τον καθρέφτη. Τα μάτια του έμοιαζαν ξένα, σαν να ανήκαν σε κάποιον άλλο.

Ήταν μόνος, ναι, μα ήταν και φυλακισμένος. Κάπου μέσα του, κάτι είχε σπάσει, και το δωμάτιο — το όνειρο — δεν ήταν παρά η σκιά του παρελθόντος που τον καταδίωκε. Δεν υπήρχε δρόμος διαφυγής.

Ή μήπως υπήρχε;

Το φως από το διάδρομο απέξω άρχισε να διαχέεται αχνά κάτω από την πόρτα. Ένα αχνό κάλεσμα, μια υπόσχεση πως το ξύπνημα μπορεί να είναι κοντά.

Μα για να βγει, θα έπρεπε πρώτα να κοιτάξει το πρόσωπο στον καθρέφτη. Και να το αναγνωρίσει.

 

__________________________


Αγαπητοί μου φίλοι, εκφραστικοί συνοδοιπόροι,

Συνήθως δεν εξηγώ τι με ωθεί να γράψω. Αφήνω το κείμενο να σας συναντήσει εκεί που επιλέγει. Αυτή τη φορά, όμως, νιώθω την ανάγκη να μοιραστώ την εσωτερική διαδρομή που με οδήγησε στο διήγημα «Το Δωμάτιο».

Πρόκειται για ένα προσωπικό τόλμημα, μια βουτιά σε είδη που πάντα με γοήτευαν: τις ψυχολογικές, ατμοσφαιρικές ιστορίες. Τόποι σκοτεινοί, εσωτερικοί, γεμάτοι σκιές, φόβους και ερωτήματα που συχνά αποφεύγουμε. Το δωμάτιο, λοιπόν, γίνεται μεταφορά για αυτά τα κλειστά μέρη μέσα μας — εκεί όπου κατοικεί το ασυνείδητο, το τραυματισμένο, το ανεξερεύνητο.

Οι δύο χαρακτήρες — ο άντρας και η γυναίκα — δεν είναι απλώς πρόσωπα, αλλά πλευρές του ίδιου εαυτού σε εσωτερική σύγκρουση. Η γυναίκα με την αλλόκοτη φωνή, που αποκαλύπτεται ως «εγώ», είναι η πρόκληση να αντικρίσουμε τις πιο άβολες όψεις μας. Και το καθρέφτισμα, η στιγμή που το βλέμμα μοιάζει ξένο, είναι το σημείο ρήξης της ταυτότητας — αλλά και το ενδεχόμενο λύτρωσης.

Το αχνό φως από την πόρτα δεν είναι διαφυγή, αλλά υπενθύμιση πως η ελπίδα γεννιέται μόνο όταν τολμούμε να δούμε ποιοι πραγματικά είμαστε.

Με το διήγημα αυτό ανοίγω ένα νέο κεφάλαιο στη γραφή μου, πιο ειλικρινές, πιο εσωτερικό. Εύχομαι να βρείτε μέσα στις λέξεις έναν χώρο για δικές σας σκιές, σκέψεις, αλήθειες.

Σας ευχαριστώ που μπαίνετε μαζί μου σε αυτό το δωμάτιο και αντικρίζετε τον καθρέφτη.

Με αγάπη,
Κική Κωνσταντίνου

Σχόλια

  1. Δυνατό, σκοτεινό και απόκοσμα ειλικρινές. Το “Δωμάτιο” δεν είναι απλώς μια ιστορία — είναι μια βύθιση στο άγνωστο τού εαυτού, μια αναμέτρηση με τις πιο βουβές σκιές μας. Με συγκλόνισε η ένταση της σιωπής, η λεπτομέρεια στον ψυχολογικό παλμό και η διαρκής αίσθηση πως κάτι μέσα μας παρακολουθεί — όχι απ' έξω, αλλά από τα βάθη. Η σύγκρουση ανάμεσα στο “εγώ” και στο “άλλο” που τελικά αποκαλύπτεται ως το ίδιο, αποτυπώνεται σχεδόν σωματικά. Μπράβο για το θάρρος σου να κοιτάξεις τον καθρέφτη — και να μας τον δείξεις. Είναι σπάνιο να νιώθει κανείς πως διαβάζοντας, περπατά σε έναν εσωτερικό χώρο που τον αφορά τόσο άμεσα. Σε ευχαριστώ που μας άνοιξες αυτή την πόρτα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Αναστασία μου, ειλικρινά δεν ξέρω πώς να σου απαντήσω χωρίς να συγκινηθώ. Με άφησαν άφωνη τα λόγια σου… Είναι σημαντικό για μένα να ξέρω ότι αυτό που ένιωσα γράφοντας το “Δωμάτιο” το ένιωσες κι εσύ διαβάζοντάς το. Αυτή η σιωπή, αυτή η εσωτερική ματιά που πονάει αλλά και λυτρώνει — χαίρομαι τόσο που τη μοιραστήκαμε. Σε ευχαριστώ από καρδιάς! Να περνάς όμορφα! Σε φιλώ!

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Ο Αύγουστος μας αποχαιρετά

  Ο Αύγουστος περπατά αργά, με τα βήματά του βαριά από ήλιο που σβήνει, σαν να κουβαλάει ολόκληρο τον χρόνο σε μια ανάσα, σε μια τελευταία ματιά πριν χαθεί πίσω από το κατώφλι του φθινοπώρου. Η πόλη μοιάζει να κρατά την αναπνοή της, με το χώμα ακόμα ζεστό κάτω από τα πόδια, το κελάηδημα των πουλιών λιγοστό και νωχελικό, τα τζιτζίκια σιγούν, μα ο αέρας ακόμα φέρνει την ανάμνηση του ατελείωτου καλοκαιριού — των απογευμάτων που λιώσαμε σε γέλια, των βραδιών με αστέρια να πέφτουν σαν βροχή και της θάλασσας που αγκάλιαζε κάθε μας βήμα. Στην αυλή η κούνια κουνιέται ακόμα, σαν να χαιρετάει εκείνους που σίγουρα θα φύγουν, τραγουδώντας έναν ήσυχο αποχαιρετισμό, μ’ ένα γλυκό, μακρινό τραγούδι που θυμίζει: «Μείνετε εδώ λίγο ακόμα — η στιγμή δεν τέλειωσε». Τα δέντρα στέκονται βαρύθυμα, φύλλα χρυσά, κόκκινα και καφέ, αρχίζουν να πέφτουν απαλά στο χώμα, σαν να φυλάνε μέσα τους μνήμες που θα κρατήσουν τη ζεστασιά του ήλιου και της βροχής, το άρωμα των λουλουδιών που έλιωσα...

Καλοκαιρινός Θησαυρός: Τα Κρυμμένα Σημεία της Γειτονιάς μας – Η Αυλή της Κατίνας

Καλημέρα σας, εκφραστικοί μου! Δεν ήξερα αν θα κάνω άλλη ανάρτηση για τον καλοκαιρινό θησαυρό που εμπνεύστηκα, αλλά τελικά ένιωσα πως ήταν ανάγκη να το κάνω. Ίσως γιατί γυρνάμε πίσω στα παιδικά μας χρόνια, σε εκείνες τις γλυκές, αθώες αναμνήσεις που φωτίζουν την ψυχή. Ίσως γιατί το καλοκαίρι φτάνει στο τέλος του και μια γλυκιά μελαγχολία με γυρίζει εκεί που η καρδιά νιώθει ασφαλής. Δεν ξέρω ακριβώς το γιατί, ξέρω μόνο πως το θέλησα – κι αυτό έχει σημασία. Σε αυτή την ανάρτηση σας καλώ να θυμηθείτε μαζί μου την ιδέα και τον σκοπό του διαδικτυακού δρώμενου, που στόχο έχει να φέρει στο φως μικρές στιγμές από τις ζωές μας, εκείνες που ίσως μοιάζουν ασήμαντες αλλά κρύβουν θησαυρούς. Στο τέλος της δημοσίευσης θα βρείτε και όλες τις συμμετοχές μέχρι στιγμής για τις οποίες σας ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου. Αν κατά λάθος ξέχασα κάποια, σας παρακαλώ συγχωρέστε με και προσθέστε τη στα σχόλια. Δεν χρειάστηκε πολλή σκέψη για το τι θα γράψω – το ήξερα καλά. Και αυτή τη φορά, ήξερα τι ή...