φόρεσε τη θλίψη της
όπως άλλες φοράνε μετάξι —
προσεκτικά,
με μια αίσθηση τελετής.
την έδεσε σφιχτά στους ώμους
να μην πέσει.
είναι το μόνο που της ανήκει
χωρίς αμφιβολία.
οι άλλοι βλέπουν απλώς
ένα βαρύ παλτό.
δεν νιώθουν το βάρος
που κόβει το δέρμα της από μέσα.
δεν μιλάει πολύ.
οι λέξεις της είναι υγρές,
στάζουν.
ποτίζουν το πάτωμα
και κανείς δεν ρωτά
για τη διαρροή.
τα βράδια
τη βρίσκει να κοιμάται
με τα μάτια ανοιχτά —
μην της φύγει η θλίψη
στον ύπνο.
έγινε το δικό της ένδυμα.
η πανοπλία και η πληγή.
κάποτε προσπάθησε
να τη βγάλει.
την άφησε δίπλα στην πόρτα
για λίγο φως.
αλλά γύρισε πίσω
γυμνή.
και την ξαναφόρεσε
όχι πια απλώς για να ζήσει
αλλά για να μη χαθεί.
Κική Κωνσταντίνου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ