Κράτησα φεγγάρι,
άδειο —
μα στην παλάμη μου,
μια χαραυγή χορεύει βαλς.
Σιωπή απλώνει φτερά,
τα όνειρα ξυπόλυτα,
με φθαρμένες κάλτσες
και πύρινο μανδύα.
Μέσα στη θύελλα,
αγκαλιάζω τη Γη,
καρδιά που καίει,
φεγγάρι ζεστό.
Μια πληγή μυστική,
βαθιά σαν το σκοτάδι,
μελαγχολία τρυφερή,
που χορεύει με τη χαρά.
Στο βλέμμα μου,
η μοναξιά παίζει με το φως,
και μια φλόγα αντέχει,
παρά την καταιγίδα.
Το όνειρο αιχμάλωτο,
μα ελεύθερο σαν τον άνεμο,
μου ψιθυρίζει πως,
το φως πάντα επιστρέφει.
Κάθε ανάσα βαραίνει,
μ’ ένα βάρος αόρατο,
μα στην εσωτερική σιωπή,
γεννιέται μια φλόγα απαλή.
Φόβοι σιωπηλοί,
σαν σκιές που χορεύουν,
κι όμως, μέσα στη σκόνη,
γεννιέται μια ελπίδα.
Η ψυχή,
σπασμένη και ολόκληρη,
τραγουδά ένα βαλς,
ανάμεσα στο χάος και το φως.
Και καθώς το φεγγάρι
λυγίζει στο βάθος,
η χαραυγή μέσα μου,
γίνεται φως που δεν σβήνει.
Κική Κωνσταντίνου
Καλημέρα και καλό μήνα, εκφραστικοί μου!
Με πανέμορφο λυρικό τρόπο γυρίζει προς το τέλος του το ποίημα αυτό, Κική μου. Πόση έμπνευση βρε κορίτσι μου! Ειλικρινά απορεί κανείς με αυτό το φως. Καλό μήνα να ευχηθώ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιάννη μου, σε ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου για τα λόγια σου· είναι φως κι έμπνευση όπως λες, και τα κρατώ σαν μικρό θησαυρό. Μακάρι κάθε τέλος να έχει λίγη ποίηση μέσα του, να μαλακώνει το πέρασμα. Καλό μήνα και σε σένα — γεμάτο δημιουργία, ομορφιά και φως ✨
Διαγραφή