Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΤΟΝ ΘΥΜΑΣΑΙ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ;




 
 
Θα γίνουμε παιδιά είπα;
Όχι πάντα θα είμαστε παιδιά! Όσο υπάρχουνε γονείς στον κόσμο, θα υπάρχουν οι νέοι, η εφηβεία, η ωριμότητα, η ανθρωπιά;

Θα αφήσω ένα παιδί ελεύθερο να τρέξει σε μια πράσινη αλάνα κρατώντας σφιχτά ένα μεγάλο, γαλάζιο, στρογγυλό μπαλόνι.
Θα το κοιτάζω να ταξιδεύει ανέμελο και θα περιμένω με χαρά τα επόμενα ενήλικα παιδιά να έρθουν τρέχοντας με το δικό τους πολύχρωμο ή και μονόχρωμο (τι σημασία έχει άλλωστε;) προσωπικό μπαλόνι.

Φοράω τις παιδικές μου φόρμες.
Ξέφτισαν στον χρόνο που περνούσε ως ταξιδευτής ποικίλης, κάποιες φορές, ειρωνείας, μα είπα πως, κι ας μη μου κάνουνε, παλιάτσος θα γενώ και θα φορέσω τις φθαρμένες, ασπρόμαυρες, ριγέ μου κάλτσες.

Θα δέσω τα πράσινα κορδόνια μου ελαφρά, για να έχουν τη δυνατότητα να λυθούνε! Θέλω να θυμηθώ πώς είναι να μου πατάει ο μικρός το πλαϊνό κορδόνι και εγώ άξαφνα να παραπατώ και να σκέφτομαι ένα ωραίο πείραγμα, δήθεν για να αντιδράσω.

Θα ρίξω μια φευγαλέα ματιά στον καθρέπτη του διαδρόμου και θα χαρώ που το πρόσωπό μου είναι όπως μου το έπλασε η Μάνα - Φύση! Και θα μ’ αρέσει γιατί είμαι εγώ και είναι όλα όσα θα γίνω! Έγινα! Ξέχασα! Υπήρξα! Θα ανακαλέσω πάλι!

Θα βρεθώ στην κουζίνα βιαστικά, θα αρπάξω με μανία ένα μπισκότο. Θα φιλήσω τον μπαμπά, θα τσακωθώ με τη μαμά, θα χαϊδέψω το κεφάλι του μικρού αδερφούλη, θα πιω το γάλα βιαστικά, γελώντας με την έκφραση της Γυναίκας που Δώρο Ζωής μου έδωσε και θα χαθώ στους διαδρόμους που ονομάζω διαφυγή σε έναν άλλο κόσμο.

Έχω κατεβεί ήδη στην αυλή και χαίρομαι που δεν ακούω ακόμη τη φωνή σου, μα είναι κάτι που ήξερα πως έτσι κι αλλιώς θα γίνει.

Φωνάζεις! Σταματώ! Επιστέφω!
Έχεις ήδη βγει στο μπαλκόνι και παραπονιέσαι με έναν τρόπο, που με κάνει να θέλω να γελάσω για το μπουφάν που δήθεν ξέχασα στον όμορφό μας καναπέ.

Μα δεν το ξέχασα θέλω να απαντήσω. Το άφησα γιατί είναι περιττό. Πνίγω τη σκέψη μου και ανοίγω τα χέρια για να πιάσω το ύφασμα που μόλις μου πέταξες κάτω, για να μην κρυώνω.

Το παίρνω κι ας ξέρω πως στο επόμενο στενό θα το έχω ήδη βγάλει.
Μοιάζεις καθησυχασμένη κι ας ξέρεις πως το πιο πιθανό είναι να βρεθεί πεταμένο σε μια γωνία, μέχρι να το φορέσω, όταν θα έχω σκοπό να επιστρέψω σπίτι.

Ας είναι! Το φοράω και έχω ήδη εξαφανιστεί για έναν κόσμο γεμάτο από αληθινή ουτοπία! Και δε θα είμαι μόνη σε αυτόν. Θα είσαι και εσύ μαζί μου!

Αλήθεια, θυμάσαι;
Τον θυμάσαι αυτόν τον κόσμο;
Σου έχει μείνει κάτι από την παιδική, αγνή ηλικία;

~~ Το Κρυφτό - Οι Φεγγίτες της Ζωής μου
(απόσπασμα)

#Κική_Κωνσταντίνου
#Εκφράσου

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Κάδος Εξομολόγησης

Στη γωνία μιας παλιάς γειτονιάς της Χαλκίδας, ανάμεσα σε δυο ξεθωριασμένα φανάρια και κάτω από μια γέρικη νεραντζιά, ζούσε ένας κάδος σκουπιδιών. Όχι από αυτούς τους καινούριους, τους πράσινους με τα ροδάκια που τρίζουν. Όχι! Αυτός ήταν παλιός, μεταλλικός, με βαθουλώματα και σημάδια από βροχές, κλωτσιές και καλοκαιρινές φωτιές. Τον έλεγαν Στέφανο. Ο Στέφανος δεν ήταν απλά ένας κάδος. Ήταν παρατηρητής. Ήξερε ποιος πετάει σκουπίδια στις δέκα το πρωί και ποιος στις τρεις τα ξημερώματα. Ήξερε ποια παιδιά κάνουν κοπάνα και κρύβουν τις τσάντες τους πίσω του, ποιος πετάει χαρτιά γεμάτα τύψεις αλλά και ποιος με ευχαρίστηση, ποιος πετάει το φαγητό του χωρίς να ενδιαφέρεται για όσους πεινούν αλλά και ποιοι φροντίζουν σε ειδική σακούλα, να κρεμάνε στο πλάι του φαγητά για τους άπορους.  Ένα βράδυ, καθώς η πόλη έβγαζε τις ρυτίδες της στο φως των δρόμων, ένας νεαρός στάθηκε μπροστά του. Κρατούσε ένα μικρό πακέτο χρώματος καφέ, το οποίο δεν έμοιαζε με σκουπίδι, αλλά ούτε και με σακούλα. Ο νεαρός ...

Οι κουρτίνες της γιαγιάς Χρυσάνθης

  Πηγή Η γιαγιά Χρυσάνθη ξύπνησε πολύ πρωί. Ο ήλιος  είχε αρχίσει να φωτίζει δειλά το σαλόνι της. Οι σκιές πάνω στα έπιπλα έλιωναν αργά και το φως χάιδευε τις λευκές κουρτίνες της, εκείνες με το κέντημα που είχε φτιάξει η ίδια, χρόνια πριν. Δεν ήταν απλές κουρτίνες. Τις είχε φτιάξει η ίδια, ώρες ατέλειωτες στα χέρια της, βελονιά τη βελονιά, τότε που είχε υπομονή και τα χέρια της δεν έτρεμαν. Τότε που οι μέρες ΄ήταν διαφορετικές. Τότε που όλα γίνονταν πιο αργά, πιο απλά, πιο ήρεμα. Χωρίς πίεση, χωρίς ρολόγια και προθεσμίες. Οι κουρτίνες της κρέμονταν σαν ανάλαφρα σύννεφα μπροστά στα παράθυρα. Ήταν σχεδόν διάφανες. Άφηναν το φως να μπει αλλά κρατούσαν για τον εαυτό τους τη σιωπή και τη λαχτάρα της. Εκεί στεκόταν κάθε τόσο, τραβούσε λίγο τη μία και μετά λίγο την άλλη, με τα λεπτά της δάχτυλα, εκείνα που πια κουράζονται γρήγορα, και κοίταζε έξω. Ο δρόμος ήταν ήσυχος. Που και που περνούσε ένα αυτοκίνητο και έσπαγε για λίγο την ησυχία. Τίποτα ακόμα. Αλλά ήξερε ότι θα έρθουν. Της ...