Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΕΛΕΥΘΕΡΩΣΑ ΜΙΑ ΣΚΕΨΗ, ΜΙΑ ΣΤΙΓΜΗ


 
Μια παύση να ακουμπήσω το χέρι στον τοίχο…!

50….
55….
60….

Μια παύση για να θυμηθώ σε ποιόν δικό μου «δρόμο» ανήκω...!

65….
70….
75….

Μια παύση για να ανασάνω επειδή κουράστηκα ή έχω κουραστεί από ώρα…!

80….
85….
90….
95….

Μια παύση επειδή ο χρόνος πίσω μου σβήνει…!

Και

100….

Μόλις συνειδητοποίησα ότι το παιχνίδι της αναζήτησης έχει αρχίσει εδώ και ώρα!

Ανοίγω τα μάτια μου γοργά και ψάχνω τριγύρω να βρω τους συμπαίχτες μου, έχοντας την ανάγκη να τους κερδίσω.

Θέλω να τρέξω να τους βρω, να ανακαλύψω και να τους βγάλω από τις προσωπικές τους κρυψώνες, μα ξέρω πως ο αντίπαλος θα εχει πάντα στην «τσέπη» το δικαίωμα για το εισιτήριο της φτου ξελευθερίας, που τη συγκεκριμένη στιγμή δε θέλω να ακούσω γιατί, ναι, ομολογώ θέλω να κερδίσω το παιχνίδι, για να βρεθώ σύντομα στη θέση του άλλου παίχτη.

Τι σημασία έχει πόσους παίχτες θα καταφέρω να βρω, αφού όλοι συμπαίχτες είμαστε στο ίδιο το παιχνίδι; Τι σημασία έχει από ποια σκοπιά φυλάς της ελευθερίας το ξεκάθαρο θησαυρό, όταν στη μάχη αυτή θα ριχτώ με την εκάστοτε θέση μου και εγώ, στην πορεία της στιγμής, που χίλιες φορές βαφτίζαμε ερήμην.

Πόσους θα ανακαλύψω, πόσοι με ανακαλύψανε, πόσους θα ελευθερώσω, πόσοι θα με ελευθερώσουνε, τι σημασία έχει; Αφού μαζί θα είμαστε, μαζί θα συζητάμε, μαζί θα τσακωνόμαστε και μαζί θα επιστρέφουμε καταϊδρωμένοι και καταλερωμένοι το βράδυ σπίτι;

Ο καθένας μόνος μπορεί να δεχτεί μια ποινή ή μία τιμωρία, που θα του επιβληθεί στο σπίτι, μα πάλι αύριο μεθαύριο όλοι μαζί θα είμαστε, να μοιραστούμε τη στιγμή, που λίγοι μπορούν να καταλάβουν δίχως να χρειαστεί να κοιτάξουνε στο βάθος. Στο βάθος μιας σκιάς, που βαφτίζει τον κόσμο με παιχνίδι, μα ξεχνάει πως ακολουθεί με τον τρόπο της τα άυλα σώματα πολλών ανθρώπων.

Σήμερα παίξαμε κρυφτό!
Κρύφτηκα στο εσωτερικό μου!
Ελευθέρωσα μια σκέψη, μια στιγμή!
Μου αρκεί που αναπολώ ακόμα!

Δεν ευγνωμονώ απλώς, είμαι μέλος της εκάστοτε προσωπικής μας ευλογίας.
Μοιράζομαι, δέχομαι, κατανοώ!

Κρύβομαι, μα έχω το δικαίωμα να ελευθερώσω, να ελευθερωθώ, να κρύψω ή να φανερωθώ και να ζητήσω άλλον έναν γύρο ακόμα.

Κι ας είναι ο τελευταίος.
Κι ας μεγαλώσω. Δε φοβάμαι πια!
Δεν ντρέπομαι να νιώσω παιδί, ντρέπομαι που οι άλλοι ξέχασαν πως είναι.

~~Tο Κρυφτό - Οι Φεγγίτες της Ζωής μου
(απόσπασμα)

#Κική_Κωνσταντίνου
#Εκφράσου

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Κάδος Εξομολόγησης

Στη γωνία μιας παλιάς γειτονιάς της Χαλκίδας, ανάμεσα σε δυο ξεθωριασμένα φανάρια και κάτω από μια γέρικη νεραντζιά, ζούσε ένας κάδος σκουπιδιών. Όχι από αυτούς τους καινούριους, τους πράσινους με τα ροδάκια που τρίζουν. Όχι! Αυτός ήταν παλιός, μεταλλικός, με βαθουλώματα και σημάδια από βροχές, κλωτσιές και καλοκαιρινές φωτιές. Τον έλεγαν Στέφανο. Ο Στέφανος δεν ήταν απλά ένας κάδος. Ήταν παρατηρητής. Ήξερε ποιος πετάει σκουπίδια στις δέκα το πρωί και ποιος στις τρεις τα ξημερώματα. Ήξερε ποια παιδιά κάνουν κοπάνα και κρύβουν τις τσάντες τους πίσω του, ποιος πετάει χαρτιά γεμάτα τύψεις αλλά και ποιος με ευχαρίστηση, ποιος πετάει το φαγητό του χωρίς να ενδιαφέρεται για όσους πεινούν αλλά και ποιοι φροντίζουν σε ειδική σακούλα, να κρεμάνε στο πλάι του φαγητά για τους άπορους.  Ένα βράδυ, καθώς η πόλη έβγαζε τις ρυτίδες της στο φως των δρόμων, ένας νεαρός στάθηκε μπροστά του. Κρατούσε ένα μικρό πακέτο χρώματος καφέ, το οποίο δεν έμοιαζε με σκουπίδι, αλλά ούτε και με σακούλα. Ο νεαρός ...

Οι κουρτίνες της γιαγιάς Χρυσάνθης

  Πηγή Η γιαγιά Χρυσάνθη ξύπνησε πολύ πρωί. Ο ήλιος  είχε αρχίσει να φωτίζει δειλά το σαλόνι της. Οι σκιές πάνω στα έπιπλα έλιωναν αργά και το φως χάιδευε τις λευκές κουρτίνες της, εκείνες με το κέντημα που είχε φτιάξει η ίδια, χρόνια πριν. Δεν ήταν απλές κουρτίνες. Τις είχε φτιάξει η ίδια, ώρες ατέλειωτες στα χέρια της, βελονιά τη βελονιά, τότε που είχε υπομονή και τα χέρια της δεν έτρεμαν. Τότε που οι μέρες ΄ήταν διαφορετικές. Τότε που όλα γίνονταν πιο αργά, πιο απλά, πιο ήρεμα. Χωρίς πίεση, χωρίς ρολόγια και προθεσμίες. Οι κουρτίνες της κρέμονταν σαν ανάλαφρα σύννεφα μπροστά στα παράθυρα. Ήταν σχεδόν διάφανες. Άφηναν το φως να μπει αλλά κρατούσαν για τον εαυτό τους τη σιωπή και τη λαχτάρα της. Εκεί στεκόταν κάθε τόσο, τραβούσε λίγο τη μία και μετά λίγο την άλλη, με τα λεπτά της δάχτυλα, εκείνα που πια κουράζονται γρήγορα, και κοίταζε έξω. Ο δρόμος ήταν ήσυχος. Που και που περνούσε ένα αυτοκίνητο και έσπαγε για λίγο την ησυχία. Τίποτα ακόμα. Αλλά ήξερε ότι θα έρθουν. Της ...