Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΗΣΟΥΝ ΜΕΤΑΞΩΤΑ ΜΑΛΛΙΑ, ΠΟΥ ΛΙΓΟΙ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΔΙΑΚΡΙΝΟΥΝ, ΣΕ ΕΝΑ ΚΕΦΑΛΙ ΦΑΛΑΚΡΟ




Αχ, Στεναγμέ μου!
Πώς να απλώσω τα σεντόνια που κοιμόσουνα;
Πώς να πλύνω τις μαξιλαροθήκες;
Πώς να τριγυρνώ στο σπίτι σου;
Πώς να βλέπω τα πράγματά σου;
Πώς να ζω με τη ζωή σου; Γιατί δε θυμάμαι αν στο είπα, αλλά ήσουν η ζωή μου!
Ήσουν ένας άνεμος πνοής και ήσουν μεταξωτά μαλλιά, που λίγοι μπορούν να διακρίνουν σε ένα κεφάλι φαλακρό.

Αχ, Στεναγμέ μου!
Αν ήσουν τραγούδι, θα ήσουν ένας στίχος δυνατός, που θα είχα γράψει εγώ αγκαλιά με ένα ουίσκι. Δε θα έπινα όχι, απλώς θα το κράταγα για να αγγίξουν κι αυτό το άψυχο υλικό, τα μεθυσμένα μου δάκρυα.
Θα ήσουν ένας στίχος νεκρικός, που εγώ θα σου σιγοτραγουδούσα, σαν τραυλή, μα θα μου άρεσε, γιατί μου θύμιζε το νανούρισμα που σου έλεγα όταν ήσουνα μικρός και σε φιλούσα σε εκείνο το μέτωπο, που μου θύμιζε λεπτή καραμελίτσα.

Αχ, Στεναγμέ μου!
Αν ήσουν…
Αν ήσουν…
Αν ήσουν…
Τι;

Τι άλλο θα μπορούσες να είσαι εκτός από αυτήν τη βαθιά ηχηρή εκπνοή, που μου δείχνει πως μπορώ να αναπνέω ακόμη, έστω κι αν μέσα μου νιώθω ήδη νεκρή;;;

Αχ, Στεναγμέ μου!
Αν ήσουν συναίσθημα…

Όχι, όχι, λάθος!
Είσαι συναίσθημα, είσαι! Σε αισθάνομαι! Κι είσαι βαρύ γαμώτο! Είσαι βαρύ! Ασήκωτο είσαι! Ασήκωτο!

Τ’ ακούς;
Ουρλιάζω! Σε σένα ουρλιάζω!
Για να σε αντέξω!
Μα θα σε αντέξω! Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς... Θα σε αντέξω, γιατί κατά βάθος με βοηθάς να ζήσω, να μην τρελαθώ. Θα το παλέψω! Για σένα! Για σένα, λευκέ μου Άγγελε, για σένα! Για να είσαι ήρεμος!

Ήρεμος, να είσαι ήρεμος!
Να σε νιώθει η ψυχή μου, να ηρεμεί, να γαληνεύει κι εκείνη!

Όσο μπορεί…
Όσο αντέξει..

Υπόσχομαι όμως πως όσο ζω θα παλεύω!

Για σένα!
Για σένα Άγγελε μου!
Για σένα!

Παρέα με τον Στεναγμό μου θα παλεύω!
Θα επιβιώνω! Θα ζω! Θα σε σκέφτομαι!

Αχ, Στεναγμέ μου!
Αχ!

Ένα κλαδί ελιάς είσαι.
Ένα κλαδί ελιάς που κρατάει στο στόμα του ένα λευκό περιστέρι.

Αχ, Στεναγμέ μου!
Αχ!

Μια κόκκινη παπαρούνα είσαι
Μια κόκκινη παπαρούνα, επάνω στην οποία ξαποσταίνει μια λευκή πεταλούδα.

Αχ, Στεναγμέ μου!
Αχ!

Μια φλοκάτη είσαι.
Μια κόκκινη φλοκάτη, που ζεσταίνει το πιο κρύο πάτωμα του κόσμου.

Αχ, Στεναγμέ μου!
Αχ!

Το αγκάθινο στεφάνι είσαι
Το αγκάθινο στεφάνι του Ιησού είσαι. Κι ο χιτώνας είσαι. Και το σφουγγάρι με το ξύδι στην πληγή είσαι. Οι ειρωνείες, οι χλευασμοί, τα βασανιστήρια, όλα αυτά είσαι. Είσαι όλα όσα προσκυνώ και πιστεύω, αυτό είσαι.

~~Αχ, Στεναγμέ μου - Οι Φεγγίτες της Ζωής μου
(απόσπασμα)

#Κική_Κωνσταντίνου
#Εκφράσου

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Κάδος Εξομολόγησης

Στη γωνία μιας παλιάς γειτονιάς της Χαλκίδας, ανάμεσα σε δυο ξεθωριασμένα φανάρια και κάτω από μια γέρικη νεραντζιά, ζούσε ένας κάδος σκουπιδιών. Όχι από αυτούς τους καινούριους, τους πράσινους με τα ροδάκια που τρίζουν. Όχι! Αυτός ήταν παλιός, μεταλλικός, με βαθουλώματα και σημάδια από βροχές, κλωτσιές και καλοκαιρινές φωτιές. Τον έλεγαν Στέφανο. Ο Στέφανος δεν ήταν απλά ένας κάδος. Ήταν παρατηρητής. Ήξερε ποιος πετάει σκουπίδια στις δέκα το πρωί και ποιος στις τρεις τα ξημερώματα. Ήξερε ποια παιδιά κάνουν κοπάνα και κρύβουν τις τσάντες τους πίσω του, ποιος πετάει χαρτιά γεμάτα τύψεις αλλά και ποιος με ευχαρίστηση, ποιος πετάει το φαγητό του χωρίς να ενδιαφέρεται για όσους πεινούν αλλά και ποιοι φροντίζουν σε ειδική σακούλα, να κρεμάνε στο πλάι του φαγητά για τους άπορους.  Ένα βράδυ, καθώς η πόλη έβγαζε τις ρυτίδες της στο φως των δρόμων, ένας νεαρός στάθηκε μπροστά του. Κρατούσε ένα μικρό πακέτο χρώματος καφέ, το οποίο δεν έμοιαζε με σκουπίδι, αλλά ούτε και με σακούλα. Ο νεαρός ...

Οι κουρτίνες της γιαγιάς Χρυσάνθης

  Πηγή Η γιαγιά Χρυσάνθη ξύπνησε πολύ πρωί. Ο ήλιος  είχε αρχίσει να φωτίζει δειλά το σαλόνι της. Οι σκιές πάνω στα έπιπλα έλιωναν αργά και το φως χάιδευε τις λευκές κουρτίνες της, εκείνες με το κέντημα που είχε φτιάξει η ίδια, χρόνια πριν. Δεν ήταν απλές κουρτίνες. Τις είχε φτιάξει η ίδια, ώρες ατέλειωτες στα χέρια της, βελονιά τη βελονιά, τότε που είχε υπομονή και τα χέρια της δεν έτρεμαν. Τότε που οι μέρες ΄ήταν διαφορετικές. Τότε που όλα γίνονταν πιο αργά, πιο απλά, πιο ήρεμα. Χωρίς πίεση, χωρίς ρολόγια και προθεσμίες. Οι κουρτίνες της κρέμονταν σαν ανάλαφρα σύννεφα μπροστά στα παράθυρα. Ήταν σχεδόν διάφανες. Άφηναν το φως να μπει αλλά κρατούσαν για τον εαυτό τους τη σιωπή και τη λαχτάρα της. Εκεί στεκόταν κάθε τόσο, τραβούσε λίγο τη μία και μετά λίγο την άλλη, με τα λεπτά της δάχτυλα, εκείνα που πια κουράζονται γρήγορα, και κοίταζε έξω. Ο δρόμος ήταν ήσυχος. Που και που περνούσε ένα αυτοκίνητο και έσπαγε για λίγο την ησυχία. Τίποτα ακόμα. Αλλά ήξερε ότι θα έρθουν. Της ...