Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΠΟΤΕ ΘΑ ΑΣΤΡΑΨΕΙ ΠΑΛΙ Τ' ΟΝΕΙΡΟ;



Γ. Π. Τζήκας, «Πορείες…» 

Τι να σου κάνουν πια οι πεισμωμένες λέξεις
Λέξεις ήταν και δεν έπραξαν
Σ’ ένα πείσμα νεανικό μονάχα εκτονώθηκαν
Τι να σου πουν και οι εξόριστοι στίχοι
Στην αδικημένη τους εξορία μουχλιάζουν
Και τι τα αφοπλισμένα ποιήματα
Σε κιτρινισμένες σελίδες άσφαιρα κατοικούν
Στόματα μπουκωμένα στις μέρες μας
Μηρυκάζουν σανό απληστίας
Και χαλκός ηχών και κύμβαλα αλαλάζοντα στ’ αυτιά μας

Βουβοί βαδίζουμε στις εσπερινές μας πορείες
Οι κόκκινες σημαίες μεσίστιες πενθούν
Το αδικημένο όνειρο που χάθηκε
Κρατούμε μέσα μας τα οξειδωμένα τιμαλφή της ιστορίας μας
-όσα μπορέσαμε να περισώσουμε- σαν εικονίσματα σε λιτανεία
Και προχωρούμε σκυφτοί
Και χαιρετούμε φίλους που χρόνια είχαμε να δούμε
Περπατούμε για λίγο μαζί «θυμάσαι τότε…»
Και μετά χανόμαστε ως την άλλη πορεία
Που θα ξαναθυμηθούμε πάλι…
Και προχωρούμε χωρίς τα οργισμένα ποιήματα
Χωρίς τα δίκαια τραγούδια μας που μελούσαν
Μιαν άνοιξη που δεν ήρθε
Και τώρα σκυφτοί κρατώντας τα καλλιγραφημένα μας πανό
Προχωρούμε χωρίς προορισμό με όνειρο ξεφτίδι

Δεν καταλαβαίνουν Αυτοί από τέτοια
Από ξεθυμασμένες πορείες, από ξέπνοα συνθήματα
Από πανώ που σκούζουν και δεν πράττουν
Δεν καταλάβαμε και μεις την ανεπαίσθητη διάβρωσή μας
Το όνειρο το όνειρο το όνειρο
Την αιχμή της σάρισάς του
Αυτή φοβούνται κι αυτή καταλαβαίνουν

Σύντροφοι μπορείτε;
Πάει κι αυτή η πορεία
Καθήκον ετελέστη
Το καλογεράκι σημαίνει εσπερινό
Κι άλλη νύχτα κι άλλες νύχτες
Αχ πότες θ’ αστράψει πάλι τ’ όνειρο;

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Κάδος Εξομολόγησης

Στη γωνία μιας παλιάς γειτονιάς της Χαλκίδας, ανάμεσα σε δυο ξεθωριασμένα φανάρια και κάτω από μια γέρικη νεραντζιά, ζούσε ένας κάδος σκουπιδιών. Όχι από αυτούς τους καινούριους, τους πράσινους με τα ροδάκια που τρίζουν. Όχι! Αυτός ήταν παλιός, μεταλλικός, με βαθουλώματα και σημάδια από βροχές, κλωτσιές και καλοκαιρινές φωτιές. Τον έλεγαν Στέφανο. Ο Στέφανος δεν ήταν απλά ένας κάδος. Ήταν παρατηρητής. Ήξερε ποιος πετάει σκουπίδια στις δέκα το πρωί και ποιος στις τρεις τα ξημερώματα. Ήξερε ποια παιδιά κάνουν κοπάνα και κρύβουν τις τσάντες τους πίσω του, ποιος πετάει χαρτιά γεμάτα τύψεις αλλά και ποιος με ευχαρίστηση, ποιος πετάει το φαγητό του χωρίς να ενδιαφέρεται για όσους πεινούν αλλά και ποιοι φροντίζουν σε ειδική σακούλα, να κρεμάνε στο πλάι του φαγητά για τους άπορους.  Ένα βράδυ, καθώς η πόλη έβγαζε τις ρυτίδες της στο φως των δρόμων, ένας νεαρός στάθηκε μπροστά του. Κρατούσε ένα μικρό πακέτο χρώματος καφέ, το οποίο δεν έμοιαζε με σκουπίδι, αλλά ούτε και με σακούλα. Ο νεαρός ...

Οι κουρτίνες της γιαγιάς Χρυσάνθης

  Πηγή Η γιαγιά Χρυσάνθη ξύπνησε πολύ πρωί. Ο ήλιος  είχε αρχίσει να φωτίζει δειλά το σαλόνι της. Οι σκιές πάνω στα έπιπλα έλιωναν αργά και το φως χάιδευε τις λευκές κουρτίνες της, εκείνες με το κέντημα που είχε φτιάξει η ίδια, χρόνια πριν. Δεν ήταν απλές κουρτίνες. Τις είχε φτιάξει η ίδια, ώρες ατέλειωτες στα χέρια της, βελονιά τη βελονιά, τότε που είχε υπομονή και τα χέρια της δεν έτρεμαν. Τότε που οι μέρες ΄ήταν διαφορετικές. Τότε που όλα γίνονταν πιο αργά, πιο απλά, πιο ήρεμα. Χωρίς πίεση, χωρίς ρολόγια και προθεσμίες. Οι κουρτίνες της κρέμονταν σαν ανάλαφρα σύννεφα μπροστά στα παράθυρα. Ήταν σχεδόν διάφανες. Άφηναν το φως να μπει αλλά κρατούσαν για τον εαυτό τους τη σιωπή και τη λαχτάρα της. Εκεί στεκόταν κάθε τόσο, τραβούσε λίγο τη μία και μετά λίγο την άλλη, με τα λεπτά της δάχτυλα, εκείνα που πια κουράζονται γρήγορα, και κοίταζε έξω. Ο δρόμος ήταν ήσυχος. Που και που περνούσε ένα αυτοκίνητο και έσπαγε για λίγο την ησυχία. Τίποτα ακόμα. Αλλά ήξερε ότι θα έρθουν. Της ...