Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΘΕΛΩ... ΚΙ ΑΣ ΘΕΛΩ


 
Θέλω να φωνάξω μα δε βγαίνει φωνή.
Θέλω να κλάψω μα δεν κυλάει δάκρυ.
Θέλω να μιλήσω μα δεν μπορώ να αρθρώσω λέξη.
Θέλω να πω όσα δε τόλμησα ποτέ μου μα τα κλειδώνω στο μαύρο σεντούκι της ψυχής μου!

Προσπαθώ να περπατήσω μα μένω κολλημένη, στάσιμη στον συνήθη Εαυτό μου.
Προσπαθώ να κουνήσω τα δάχτυλα μα σαν αντικείμενα κέρινου ομοιώματος μένουν εκεί άπραγα να στολίζουν την επιφανειακή μου βιτρίνα.

Νιώθω τη βαριά ανάσα μου μα δεν ακούω τον χτύπο της καρδιάς μου.
Ακούω ήχους από γύρω μου μα δεν αισθάνομαι τον κόσμο που δραστηριοποιούμαι.
Είναι σα να είμαι άνθρωπος αλλά και σα να μην είμαι κιόλας!
Σα να έχω σάρκα με οστά μα σα να μην έχω εγκέφαλο και νεύρα για να κινήσω το σώμα μου.

Δεν είναι πως νιώθω ρομπότ! Είναι που οι άλλοι με ανάγκασαν να γίνω! Κι εγώ απλώς υπάκουσα!

Κι όχι πως τους χρεώνω τα λάθη μου! Τους πιστώνω όμως την ώθησή μου σε αυτά!

Είμαι άνθρωπος;
Δεν είμαι;

Είμαι μια φιγούρα;
Μια μαριονέτα;
Ένα ριγμένο κουτάλι στον ωκεανό;

Είμαι ένα τίποτα;
Είμαι τα πάντα, όλα;
Είμαι ο αληθινός μου εαυτός;
Ή μήπως το ορόσημο κάποιου άλλου;

Είμαι;
Αισθάνομαι;
Ζω;
Αναρωτιέμαι;

Γιατί αναρωτιέμαι!

Ο ζωντανός οργανισμός ρωτάει;
Απαντάει;
Αναλώνεται;
Ελπίζει;
Ορίζει;
Γεννά;
Αγαπά;

Ένα είναι σίγουρο!
Αισθάνεται!

Κι εγώ αισθάνομαι!
Καταπλακωμένη από χιλιάδες μίτους Αριάδνης μπορώ ακόμη να αισθάνομαι.

Ψάχνω, ψάχνω το λαβύρινθο τον ψάχνω, θα είναι ψέμα αν δε το παραδεχτώ, όμως ξέρω!

Ξέρω πως για κάθε είσοδο υπάρχει και μία έξοδος. Η ίδια είσοδος μπορεί να είναι και έξοδος!

Χάθηκα κάπου στους ανόητους διαδρόμους του απέραντου λαβυρίνθου που δε θυμάμαι αν εγώ ή κάποιοι άλλοι με τοποθέτησαν, μα ομολογώ πως θα βρω την άκρη!

Μπορώ να βρω την άκρη ακόμη κι αν το φανάρι που κρατώ στο χέρι μου σβήσει! Ακόμη κι αν ο μικροσκοπικός μου φακός χαλάσει. Ακόμη κι αν οι δαυλοί που φέγγουν σε ορισμένα, επικίνδυνα σημεία πάψουν να τρεμοπαίζουν. Ακόμη κι αν απογοητευτώ και σκεφτώ να τα παρατήσω μπορώ και πάλι να βρω τον δρόμο! Την έξοδο! Την είσοδο! Τη σωστή επιλογή μου!

Μπορώ! Ακόμη κι αν μόνη μείνω σε ένα φαράγγι βαθύ, μπορώ να σκάψω με τα νύχια μου ένα νέο, ολόδικό μου πέρασμα.

~~ Ελευθέρια Πορεία - Τα Λάφυρα της Ψυχής μου
(απόσπασμα)


#Κική_Κωνσταντίνου
#Εκφράσου

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Κάδος Εξομολόγησης

Στη γωνία μιας παλιάς γειτονιάς της Χαλκίδας, ανάμεσα σε δυο ξεθωριασμένα φανάρια και κάτω από μια γέρικη νεραντζιά, ζούσε ένας κάδος σκουπιδιών. Όχι από αυτούς τους καινούριους, τους πράσινους με τα ροδάκια που τρίζουν. Όχι! Αυτός ήταν παλιός, μεταλλικός, με βαθουλώματα και σημάδια από βροχές, κλωτσιές και καλοκαιρινές φωτιές. Τον έλεγαν Στέφανο. Ο Στέφανος δεν ήταν απλά ένας κάδος. Ήταν παρατηρητής. Ήξερε ποιος πετάει σκουπίδια στις δέκα το πρωί και ποιος στις τρεις τα ξημερώματα. Ήξερε ποια παιδιά κάνουν κοπάνα και κρύβουν τις τσάντες τους πίσω του, ποιος πετάει χαρτιά γεμάτα τύψεις αλλά και ποιος με ευχαρίστηση, ποιος πετάει το φαγητό του χωρίς να ενδιαφέρεται για όσους πεινούν αλλά και ποιοι φροντίζουν σε ειδική σακούλα, να κρεμάνε στο πλάι του φαγητά για τους άπορους.  Ένα βράδυ, καθώς η πόλη έβγαζε τις ρυτίδες της στο φως των δρόμων, ένας νεαρός στάθηκε μπροστά του. Κρατούσε ένα μικρό πακέτο χρώματος καφέ, το οποίο δεν έμοιαζε με σκουπίδι, αλλά ούτε και με σακούλα. Ο νεαρός ...

Οι κουρτίνες της γιαγιάς Χρυσάνθης

  Πηγή Η γιαγιά Χρυσάνθη ξύπνησε πολύ πρωί. Ο ήλιος  είχε αρχίσει να φωτίζει δειλά το σαλόνι της. Οι σκιές πάνω στα έπιπλα έλιωναν αργά και το φως χάιδευε τις λευκές κουρτίνες της, εκείνες με το κέντημα που είχε φτιάξει η ίδια, χρόνια πριν. Δεν ήταν απλές κουρτίνες. Τις είχε φτιάξει η ίδια, ώρες ατέλειωτες στα χέρια της, βελονιά τη βελονιά, τότε που είχε υπομονή και τα χέρια της δεν έτρεμαν. Τότε που οι μέρες ΄ήταν διαφορετικές. Τότε που όλα γίνονταν πιο αργά, πιο απλά, πιο ήρεμα. Χωρίς πίεση, χωρίς ρολόγια και προθεσμίες. Οι κουρτίνες της κρέμονταν σαν ανάλαφρα σύννεφα μπροστά στα παράθυρα. Ήταν σχεδόν διάφανες. Άφηναν το φως να μπει αλλά κρατούσαν για τον εαυτό τους τη σιωπή και τη λαχτάρα της. Εκεί στεκόταν κάθε τόσο, τραβούσε λίγο τη μία και μετά λίγο την άλλη, με τα λεπτά της δάχτυλα, εκείνα που πια κουράζονται γρήγορα, και κοίταζε έξω. Ο δρόμος ήταν ήσυχος. Που και που περνούσε ένα αυτοκίνητο και έσπαγε για λίγο την ησυχία. Τίποτα ακόμα. Αλλά ήξερε ότι θα έρθουν. Της ...