ΣΕ ΧΩΡΑ μακρινή και αναμάρτητη τώρα πορεύομαι.
Τώρα μ’ ακολουθούν ανάλαφρα πλάσματα
με τους ιριδισμούς του πόλου στα μαλλιά
και το πράο στο δέρμα χρυσάφισμα.
Μες στα χόρτα προβαίνω, με το γόνατο πλώρη
κι η ανάσα μου διώχνει απ’ την όψη της γης
τις στερνές τολύπες του ύπνου.
Και τα δέντρα βαδίζουν στο πλάι μου, εναντίον του ανέμου.
Μεγάλα μυστήρια βλέπω και παράδοξα:
Κρήνη την κρύπτη της Ελένης.
Τρίαινα με δελφίνι το σημάδι του Σταυρού.
Πύλη λευκή το ανόσιο συρματόπλεγμα.
Όθε με δόξα θα περάσω.
Τα λόγια που με πρόδωσαν και τα ραπίσματα έχοντας
γίνει μυρτιές και φοινικόκλαρα:
Ωσαννά σημαίνοντας ο ερχόμενος!
Ηδονή καρπού βλέπω τη στέρηση.
Ελαιώνες λοξούς με γαλάζιο ανάμεσα στα δάχτυλα
τους χρόνους της οργής πίσω απ’ τα σίδερα.
Και γιαλόν απέραντο, από μαγγανεία ωραίων ματιών βρεμένο,
τον βυθό της Μαρίνας.
Όπου αγνός θα περπατήσω.
Τα δάκρυα που με πρόδωσαν και οι ταπεινώσεις έχοντας
γίνει πνοές και ανέσπερα πουλιά:
Ωσαννά σημαίνοvτας ο ερχόμενος!
Σε χώρα μακρινή και αναμάρτητη τώρα πορεύομαι.
ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ, ΙΖ΄
ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
ΕΚΦΡΑΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ