Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΝΑ...




«Να… Οι άνθρωποι που έχουν πληγωθεί πολύ στη ζωή τους κλείνονται στον εαυτό και στα συναισθήματά τους και κάθε φορά που αισθάνονται πως κάποιος άνθρωπος μπορεί να τους «ξεκουμπώσει» φοβούνται και απομακρύνονται από αυτόν.» Της είπε με γλυκιά φωνή, καθησυχαστικό βλέμμα και δίχως να το καταλάβει, βρέθηκε να τις χαϊδεύει απαλά το δεξί μάγουλο.
«Δηλαδή φοβήθηκα μη σε αφήσω να με ανακαλύψεις;» Ρώτησε κοιτώντας τον ρομαντικά, δείχνοντας πως εχει πλέον αφεθεί.
«Ας το πούμε κι έτσι…» Τόνισε χαρίζοντάς της το πιο γλυκό του χαμόγελο και πιάνοντάς τη από το χέρι, την έβαλε να καθίσει ξανά στο παγκάκι πάνω στο οποίο είχε αφήσει τον μπλε φάκελο με τις σημειώσεις της.
«Παραλίγο να αφήσεις εδώ τις σημειώσεις σου. Πρέπει να θύμωσες πολύ μαζί μου;» Ρώτησε καθισμένος πια, μια ανάσα από αυτήν και με διάθεση περιπαιχτική.
«Όχι τίποτα άλλο, θα έχανα και την εργασία μου. Κι άντε πάλι από την αρχή» Τόνισε χαμογελαστή πλέον και απαλλαγμένη από κάθε στιβαρή έννοια.
«Λοιπόν, θα μου μιλήσεις τώρα για το θέμα της εργασίας σου; Ρώτησε με γλυκιά φωνή και η συζήτηση άρχισε να κυμαίνετε σε φιλικό επίπεδο.
«Πάντα πίστευα και εξακολουθώ να πιστεύω πως η ζωή ενός ανθρώπου έχει μια κοινή συνισταμένη με τη διαδρομή ενός τρένου.» Είπε θαρραλέα η Στεφανία.
«Δηλαδή;»
«Να.., η ζωή μας έχει πολλά κοινά με τη διαδρομή ενός τρένου. Τι εννοώ…. Το δικό μας ταξίδι στη ζωή είναι όπως ακριβώς είναι και το ταξίδι του τρένου. Επιβιβάζονται και αποβιβάζονται καθημερινά πολλοί άνθρωποι σε αυτή όπως ακριβώς συμβαίνει και στα τρένα. Σε κάθε στάση ενός τρένου μπαινοβγαίνουν πολλοί άνθρωποι, το ίδιο συμβαίνει και στα στάδια της ζωής μας. Κάποιοι από αυτούς τους ανθρώπους θα επιβιβαστούν ξανά στο ίδιο βαγόνι, κάποιοι άλλοι όμως δε θα επιβιβαστούν ποτέ ξανά στο ίδιο. Ίσως να μη ξαναμπούν και ποτέ σε τρένο. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στη ζωή μας, άνθρωποι θα περνοδιαβαίνουν τακτικά το κατώφλι της. Άλλοι θα κατεβούν και θα ξαναγυρίσουν και άλλοι θα κατεβούν και δε θα γυρίσουν ποτέ ξανά πίσω.» Τα μάτια της διάπλατα, να αποζητούν την σύμφωνη γνώμη.
«Συμφωνώ απόλυτα μαζί σου» Πρόσθεσε ο νεαρός άντρας, ικανοποιώντας τις προσδοκίες της.

~~ Η Αγάπη Δηλώνει Παρών
(απόσπασμα)


#Κική_Κωνσταντίνου
#Εκφράσου

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΞΑΔΕΡΦΑΡΑ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ!

Εκφραστικοί μου φίλοι, καλημέρα! Τί μου κάνετε, είστε όλοι καλά; Εγω μια χαρά. Καταιγισμός γενεθλίων το τελευταίο διάστημα βρε παιδιά! Πολύ με χαροποιεί αυτό! Ευχές, ευχές, ευχές! Μ' αρέσουν οι ευχές! Σήμερα λοιπόν θέλω και εγώ να δώσω τις ευχές μου σε ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, με ένα ιδιαίτερο θα έλεγα τρόπο! (Είμαι σίγουρη πως όταν η ξαδέρφη μου δει αυτή την ανάρτηση θα γουρλώσει το μάτι πίσω από τα γυαλιά, θα βγάλει τη γλώσσα έξω απο αμηχανία, θα βγάλει μια κραυγή απόγνωσης και θα κρυφτεί όπου βρει πρόχειρα εκεί τριγύρω χαχαχαχα) (Ιωάννα σα να είμαι εκεί και να σε βλέπω νοιώθω - πολύ το διασκεδάζω! :P) Σκορπίνα λοιπόν η ξαδερφάρα μου! Δυναμική προσωπικότητα, όσο κι αν δε το δείχνει με τη πρώτη ματιά!  Σήμερα λοιπόν, το κορίτσι μου έχει γενέθλια και εγώ δε θα μπορούσα να μη κάνω ανάρτηση μοναχά για πάρτη της! Τόσα έχει κάνει εκείνη για μένα, ας κάνω και εγώ κάτι μικρό αυτή τη φορά! ;) Χρόνια πολλά λοιπόν σε σένα που όταν ήμουνα μικρή με έβαζες να ...

Κάδος Εξομολόγησης

Στη γωνία μιας παλιάς γειτονιάς της Χαλκίδας, ανάμεσα σε δυο ξεθωριασμένα φανάρια και κάτω από μια γέρικη νεραντζιά, ζούσε ένας κάδος σκουπιδιών. Όχι από αυτούς τους καινούριους, τους πράσινους με τα ροδάκια που τρίζουν. Όχι! Αυτός ήταν παλιός, μεταλλικός, με βαθουλώματα και σημάδια από βροχές, κλωτσιές και καλοκαιρινές φωτιές. Τον έλεγαν Στέφανο. Ο Στέφανος δεν ήταν απλά ένας κάδος. Ήταν παρατηρητής. Ήξερε ποιος πετάει σκουπίδια στις δέκα το πρωί και ποιος στις τρεις τα ξημερώματα. Ήξερε ποια παιδιά κάνουν κοπάνα και κρύβουν τις τσάντες τους πίσω του, ποιος πετάει χαρτιά γεμάτα τύψεις αλλά και ποιος με ευχαρίστηση, ποιος πετάει το φαγητό του χωρίς να ενδιαφέρεται για όσους πεινούν αλλά και ποιοι φροντίζουν σε ειδική σακούλα, να κρεμάνε στο πλάι του φαγητά για τους άπορους.  Ένα βράδυ, καθώς η πόλη έβγαζε τις ρυτίδες της στο φως των δρόμων, ένας νεαρός στάθηκε μπροστά του. Κρατούσε ένα μικρό πακέτο χρώματος καφέ, το οποίο δεν έμοιαζε με σκουπίδι, αλλά ούτε και με σακούλα. Ο νεαρός ...

Οι κουρτίνες της γιαγιάς Χρυσάνθης

  Πηγή Η γιαγιά Χρυσάνθη ξύπνησε πολύ πρωί. Ο ήλιος  είχε αρχίσει να φωτίζει δειλά το σαλόνι της. Οι σκιές πάνω στα έπιπλα έλιωναν αργά και το φως χάιδευε τις λευκές κουρτίνες της, εκείνες με το κέντημα που είχε φτιάξει η ίδια, χρόνια πριν. Δεν ήταν απλές κουρτίνες. Τις είχε φτιάξει η ίδια, ώρες ατέλειωτες στα χέρια της, βελονιά τη βελονιά, τότε που είχε υπομονή και τα χέρια της δεν έτρεμαν. Τότε που οι μέρες ΄ήταν διαφορετικές. Τότε που όλα γίνονταν πιο αργά, πιο απλά, πιο ήρεμα. Χωρίς πίεση, χωρίς ρολόγια και προθεσμίες. Οι κουρτίνες της κρέμονταν σαν ανάλαφρα σύννεφα μπροστά στα παράθυρα. Ήταν σχεδόν διάφανες. Άφηναν το φως να μπει αλλά κρατούσαν για τον εαυτό τους τη σιωπή και τη λαχτάρα της. Εκεί στεκόταν κάθε τόσο, τραβούσε λίγο τη μία και μετά λίγο την άλλη, με τα λεπτά της δάχτυλα, εκείνα που πια κουράζονται γρήγορα, και κοίταζε έξω. Ο δρόμος ήταν ήσυχος. Που και που περνούσε ένα αυτοκίνητο και έσπαγε για λίγο την ησυχία. Τίποτα ακόμα. Αλλά ήξερε ότι θα έρθουν. Της ...